Ο μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας ενός νομικού προσώπου υφίσταται, όσο από τα πραγματικά περιστατικά δεν προκύπτει οποιουδήποτε είδους διανομή κερδών προς τα μέλη του.
(Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης C-174/00 (σκέψεις 27-28) και άρθρο 106 του Αστικού Κώδικα).
Τα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα δεν αποβλέπουν στην επίτευξη του κέρδους , αλλά στην εξυπηρέτηση του σκοπού τους, βάσει καταστατικού.
Ενδεικτικά, δύναται να είναι ο σκοπός μορφωτικός, ψυχαγωγικός, φιλανθρωπικός, κοινωνικός, θρησκευτικός, πολιτικός, αθλητικός, πολιτιστικός, ιδεολογικός, επαγγελματικός, καλλιτεχνικός, κ.λπ.
Απαγορεύεται η επιδίωξη κέρδους προς όφελος είτε του νομικού προσώπου είτε των μελών του. Απαγορεύεται η διανομή κερδών στα μέλη του.
Ένα σωματείο πρέπει να χρησιμοποιεί τα οικονομικά του πλεονάσματα , για να εξυπηρετεί τον καταστατικό του σκοπό (μη κερδοσκοπικό) και όχι για να κάνει διανομή κερδών.
Στα μη κερδοσκοπικά νομικά πρόσωπα ισχύουν οι έννοιες ως εξής :
Σύλλογος : είναι η ένωση προσώπων που συστήνεται βάσει καταστατικού με συγκεκριμένη επωνυμία και σκοπό : αθλητικός, φοιτητικός, γονέων και κηδεμόνων
Σωματείο : είναι η ένωση είκοσι τουλάχιστον προσώπων η οποία έχει αποκτήσει νομική προσωπικότητα και επιδιώκει σκοπό μη κερδοσκοπικό: αθλητικό, φιλανθρωπικό κλπ. Επίσης είναι η ένωση προσώπων του ιδίου επαγγέλματος για την προαγωγή των κοινών επαγγελματικών συμφερόντων : π.χ. ηθοποιών.
Συνδρομή : Ως συνδρομή ή δικαίωμα εγγραφής θεωρείται η οικονομική ενίσχυση που δίνεται στα εν λόγω πρόσωπα, τα οποία βάσει του καταστατικού τους επιδιώκουν μη κερδοσκοπικό σκοπό.
Ζημίες = Έλλειμμα ταμειακό, θα καλυφθεί από εισφορές των μελών.
Κέρδη = Πλεόνασμα ταμειακό, για μελλοντική χρήση, προς εξυπηρέτηση του καταστατικού σκοπού.
Οι σύλλογοι και τα σωματεία ως μη κερδοσκοπικά ΝΠΙΔ «προσφέρουν», δεν κάνουν πωλήσεις. Δεν έχουν την εμπορική ιδιότητα. Δεν έχουν εμπορικούς σκοπούς δεν στοχεύουν στο κέρδος αλλά στο μη κερδοσκοπικό σκοπό τους.
Μη κερδοσκοπικός και κοινωφελής σκοπός
Κοινωφελής σκοπός είναι ο επωφελής στο κοινό, ολικά ή μερικά.
Για να χαρακτηριστεί ένα νομικό πρόσωπο ως κοινωφελές θα πρέπει να συντρέχουν κάποιες προϋποθέσεις και βάσει του καταστατικού του αλλά και βάσει πραγματικών γεγονότων. Εξετάζεται δηλαδή και αν πραγματοποιείται ο σκοπός αυτός μέσα από συγκεκριμένες ενέργειες και πράξεις.
Με την Γνωμοδότηση με αριθ.518/1983 η Νομική Διεύθυνση του Υπ. Οικονομικών, γνωμοδότησε ότι κοινωφελή σκοπό δεν επιδιώκει το σωματείο, που από το καταστατικό του και τη δράση του, ωφελούνται μόνο τα μέλη του, αφού δεν ωφελείται το κοινό ( σχετική η απόφαση ΣτΕ 2186/1981 και η ΠΟΛ.1052/2015).
Ειδικότερα, κοινωφελής σκοπός είναι κάθε εθνικός, θρησκευτικός, φιλανθρωπικός, εκπαιδευτικός, πολιτιστικός και γενικά επωφελής για την κοινωνία, εν όλω ή εν μέρει, σκοπός (άρθρο 1 ν.4182/2013).
Τέτοιο κοινωφελή σκοπό δε μπορεί να θεωρηθεί ότι επιδιώκει το σωματείο το οποίο αναπτύσσει κατά το καταστατικό του δραστηριότητα από την οποία ωφελούνται μόνο τα μέλη του, και όχι το ευρύτερο κοινό (ΣτΕ 2186/1981). Περαιτέρω, δεν αρκεί η κατά τις διατάξεις του καταστατικού επιδίωξη, αλλά πρέπει συγχρόνως το νομικό πρόσωπο να αναπτύσσει πράγματι δραστηριότητα αποβλέπουσα στην πραγματοποίηση του κοινωφελούς αυτού σκοπού (ΣτΕ 3099-3100/1981, 1876/1982).
Διαχωρισμός και έλεγχος εσόδων
Με βάσει τα παραπάνω θα πρέπει τα σωματεία και τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα να ελέγχουν συνεχώς τις δραστηριότητες που πραγματοποιούν και τις πηγές εσόδων τους , ώστε να μη βρεθούν προ εκπλήξεων , εάν η Εφορία μετά από έλεγχο διαπιστώσει αναδρομικά ότι οφείλουν φόρους εισοδήματος και ΦΠΑ .
Επίσης η Εφορία κάνει και άλλον έναν διαχωρισμό/έλεγχο στα έσοδα, σε Αληθινά ή πραγματικά και σε Ψεύτικα ή Πλασματικά ή Τεκμαρτά .
Τα όρια μεταξύ των εσόδων που πραγματοποιούνται «κατά την εκπλήρωση του σκοπού» των νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και των εσόδων που «διατίθενται για την εκπλήρωση του μη αποβλέποντος σε κέρδη σκοπού τους», είναι δυσδιάκριτα.
Η επιδίωξη και εκπλήρωση του σκοπού τους , πρέπει να λαμβάνει χώρα
κατά την πραγματοποίηση , κατά τη στιγμή της απόκτησης και
όχι μελλοντικά (περ. γ΄ αρθ.45 Ν.4172/2013).
Για το λόγο αυτό, η Φορολογική Διοίκηση έχει κατά καιρούς διευκρινίσει με διοικητικά έγγραφα (εγκυκλίους, ΠΟΛ κτλ) την κατά περίπτωση εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων.