31/05/22 | Αρχική > Αρθρογραφία > Επώνυμες Σκέψεις

Εξαγορά εταιρείας με δανειακά κεφάλαια

Συχνά η εταιρεία, ο ιδιώτης, ή το επενδυτικό fund που επιθυμεί να εξαγοράσει μια επιχείρηση δεν διαθέτει την απαιτούμενη ρευστότητα, οπότε θα πρέπει να βρει εναλλακτικούς τρόπους δράσης από την απόκτηση του 100% των μετοχών της συγκεκριμένης επιχείρησης με καταβολή του συνολικού ποσού τοις μετρητοίς από ίδια κεφάλαια.

Μερικοί από τους πιθανούς τρόπους δράσης είναι οι ακόλουθοι:

Πρώτον, η εξαγορά του 100% των μετοχών γίνεται σε συνεργασία με άλλον ή άλλους (συν)επενδυτές.

Δεύτερον, αρκούμαστε στην απόκτηση όχι του 100% των μετοχών, αλλά σε ένα ποσοστό που μπορεί να μας προσφέρει στην πράξη τον διοικητικό έλεγχο (πχ του 50,1%, ή έστω του 20%-33% σε μια πολυμετοχική εταιρεία.

Τρίτον, σε περίπτωση που δεν διαθέτουμε την ανάλογη ρευστότητα ούτε για την πρώτη, ούτε και για τη δεύτερη προαναφερθείσα λύση, επιλέγουμε μία εκ των δύο, λαμβάνοντας παράλληλα και δανεισμό από τράπεζα, ή από άλλη εναλλακτική πηγή χρηματοδότησης (πχ ομολογιακό δάνειο). Για παράδειγμα, αποκτούμε σε μια πολυμετοχική εταιρεία το 30% των μετοχών της έναντι 10 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα τέσσερα εκατ. ευρώ τα προσφέρουμε από κεφάλαια που ήδη διαθέτουμε και τα υπόλοιπα έξι μέσα από τη λήψη τραπεζικού δανείου μακροπρόθεσμης διάρκειας, ή ομολογιακού δανείου (συνήθως με εγγύηση των μετοχών που αγοράζουμε προκειμένου να επιτύχουμε σχετικά ελκυστικό επιτόκιο).

Πώς όμως σε μια τέτοια περίπτωση, θα μπορέσουμε να εξυπηρετήσουμε το δάνειο που συνήψαμε;

Πρώτον, μέσα από τη λήψη των μερισμάτων της εταιρείας, καθώς το ποσό αυτό θα κατευθύνεται προς εξόφληση των τοκοχρεολυσίων του δανείου που έχουμε λάβει.

Ας πάρουμε το προαναφερθέν παράδειγμα της εξαγοράς του 30% των μετοχών της εταιρείας Α’ έναντι 10 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα έξι εκατ. ευρώ αντλήθηκαν από δεκαετές ομόλογο με κουπόνι 5%. Αυτό σημαίνει ότι για τα επόμενα έξι χρόνια θα πρέπει να καταβάλουμε ως κουπόνι 300.000 ευρώ ετησίως και στο τέλος του δέκατου έτους θα πρέπει να δώσουμε επιπλέον 6.300.000 ευρώ.

Ας υποθέσουμε ότι η εταιρεία που εξαγοράσαμε σημειώνει ετήσια καθαρά κέρδη 3.500.000, τα οποία έχουν δυνατότητα να αυξηθούν σημαντικά στο μέλλον. Τότε επιλέγουμε να ακολουθήσει η εταιρεία μια γενναιόδωρη μερισματική πολιτική, διανέμοντας στους μετόχους της πχ το 80% των ετήσιων καθαρών κερδών της.

Ακόμη και υποθέσουμε ότι η κερδοφορία της εταιρείας θα διατηρηθεί σταθερή και δεν θα αυξηθεί στο μέλλον, τότε: α) Τα ετήσια μερίσματα θα διαμορφώνονται στα 2,8 εκατ. ευρώ (το 80% των 3,5 εκατ. ευρώ) β) Από αυτά τα 2,8 εκατ. ευρώ, εμείς θα εισπράττουμε 840 χιλ. ευρώ ετησίως (το 30%, λόγω του ποσοστού που κατέχουμε) γ) Από τα 840 χιλ. θα καταβάλουμε ετησίως τα 300.000 ως τόκους και θα μας περισσεύουν 540 χιλ. ευρώ το χρόνο, ή 5,4 εκατ. ευρώ έως το τέλος της λήξης του ομολόγου, χωρίς να συνυπολογίζουμε κάποια έσοδα από τόκους που θα εισπράξουμε κατά τη δεκαετία. Με άλλα λόγια, μέσα από μια τέτοια διαδικασία, μόνο από την είσπραξη των μερισμάτων μπορούμε να αποπληρώσουμε το σύνολο σχεδόν του ομολόγου που εκδώσαμε και έτσι να μας μείνει χωρίς βάρη το 30% των μετοχών της εταιρείας Α’.

Μέσω ανανέωσης-αναχρηματοδότησης του ομολόγου: Αν μέσα από την προαναφερθείσα διαδικασία δεν είναι δυνατή η συγκέντρωση του συνόλου του ποσού που πρέπει να αποπληρώσουμε, τότε πλησιάζοντας προς τη λήξη της διάρκειας του ομολόγου, μπορούμε να προτείνουμε στους ομολογιούχους τη επιμήκυνση της διάρκειάς του, ή καλύτερα τη σύναψη ενός νέου ομολογιακού δανείου, μικρότερου ύψους και με διαφορετικούς όρους. Ακόμη και ένα τμήμα των ομολογιούχων να δεχτεί τη σύναψη νέου ομολόγου, εμείς θα έχουμε επιτύχει την αναχρηματοδότηση των -μειωμένων κατά πολύ- δανειακών μας υποχρεώσεων.

Μέσω επιστροφών κεφαλαίου: Επίσης, σε περίπτωση που ούτε μέσα από την πολιτική των μερισμάτων μπορούμε να αποπληρώσουμε πλήρως το ομολογιακό δάνειο, ούτε και μπορούμε να αναχρηματοδοτήσουμε ένα τμήμα αυτού, τότε υπάρχει η επιλογή της επιστροφής κεφαλαίου από την πλευρά της εταιρείας, ή εναλλακτικά -για κάποιες χρονιές- η διανομή κερδών που θα υπερβαίνουν την ετήσια κερδοφορία (payout ratio υψηλότερο του 100%).

Η επιστροφή κεφαλαίου θα μπορεί να λάβει σαφώς μεγαλύτερες διαστάσεις (να οδηγήσει σε πολύ μεγαλύτερα ποσά προς τους μετόχους) σε περίπτωση που η διοίκηση προχωρήσει σε εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας. Θα μπορούσαν για παράδειγμα να πουληθούν μη λειτουργικά ακίνητα, ή θυγατρικές εταιρείες που είναι ζημιογόνες, ή έστω συγκεκριμένα business units με χαμηλή αποδοτικότητα και ανταγωνιστικότητα. Η περίπτωση του sale and lease back (πώληση και επανεκμίσθωση) θα μπορούσε να εξεταστεί.

Μέσω πώλησης τμήματος ή και του συνόλου των μετοχών: Υπάρχει περίπτωση να μην είμαστε σε θέση να αποπληρώσουμε το ομολογιακό δάνειο, με οποιαδήποτε από τις προαναφερθείσες μεθόδους. Τότε, έχουμε την επιλογή της πώλησης ενός τμήματος των μετοχών της εταιρείας Α’ (πχ το 5%, ή το 10% από το 30% που συνολικά κατέχουμε), ή ακόμη και του συνόλου των μετοχών μας (του 30%).

Θα πρέπει να τονιστεί πως η επιλογή της μερικής ή ολικής πώλησης των μετοχών της εταιρείας μπορεί να υιοθετηθεί ακόμη και αν έχουμε την ευχέρεια να ανταποκριθούμε με άνεση στην εξυπηρέτηση του ομολόγου. Αυτό θα συμβεί, σε περίπτωση που η προσφερόμενη προς εμάς τιμή είναι σημαντικά υψηλότερη από αυτή με την οποία αποκτήσαμε τις μετοχές αυτές.

Ας υποθέσουμε για παράδειγμα, ότι τέσσερα χρόνια μετά την αγορά του 30% της εταιρείας Α’ από εμάς έναντι δέκα εκατ. ευρώ, δεχόμαστε μια πρόταση πώλησης του συγκεκριμένου ποσοστού προς 15 εκατ. ευρώ. Σε μια τέτοια περίπτωση, εμείς:

· Θα έχουμε εισπράξει κατά την πρώτη τετραετία 2,16 εκατ. ευρώ (τέσσερα χρόνια επί 540 χιλ. ευρώ ετησίως από τη διαφορά μερίσματος και τοκομεριδίου).

· Θα καρπωθούμε 15 εκατ. ευρώ από το τίμημα της πώλησης.

· Άρα θα εισπράξουμε συνολικά 17,26 εκατ. ευρώ και από την άλλη πλευρά θα έχουμε ήδη καταβάλει από την αρχή της επένδυσης 4 εκατ. ευρώ και θα οφείλουμε επιπλέον να αποπληρώσουμε το ομόλογο.

Το κέρδος είναι προφανές, ωστόσο προκειμένου να μπορέσουμε να ξεκαθαρίσουμε μια ώρα αρχύτερα την υπόθεση του ομολογιακού δανείου έχουμε δύο δυνατότητες:

Πρώτον, να προχωρήσουμε σε δημόσια πρόταση ζητώντας από τους ομολογιούχους να μας πουλήσουν «εδώ και τώρα» τους τίτλους τους (προσφέροντας ένα premium επί της τρέχουσας τιμής τους). Και δεύτερον, να έχουμε προνοήσει στους αρχικούς όρους έκδοσης του ομολόγου την ύπαρξη δικαιώματος επαναγοράς των ομολόγων πχ μετά το τρίτο έτος έναντι ενός προκαθορισμένου τιμήματος.



comments powered by Disqus
* Παρακαλούμε τα σχόλια να μην είναι σε greeklish. Σχόλια με υβριστικό ή προσβλητικό περιεχόμενο θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.
Εξαγορά