23/06/21 | Αρχική > Αρθρογραφία > Επώνυμες Σκέψεις

Χρηματιστήριο: Ο δείκτες P/E και τα τρέχοντα δεδομένα

Ο δείκτης P/E αποτελεί τον πλέον απλό και διαδεδομένο χρηματιστηριακό δείκτη, ο οποίος προκύπτει από τη διαίρεση της τρέχουσας τιμής της μετοχής προς τα εταιρικά κέρδη ανά μετοχή. Για παράδειγμα, σε μια εταιρεία Α’ που διαθέτει 10.000.000 μετοχές και το 2020 σημείωσε καθαρά κέρδη 1.500.000 ευρώ και η τρέχουσα τιμή της μετοχής της στο χρηματιστήριο είναι 2 ευρώ, ο δείκτης P/E είναι 2/(1.500.000/10.000.000) = 13,3.

Ο δείκτης P/E είναι καθαρός αριθμός (αντιστοιχεί στον αριθμό των ετών, μέσα στα οποία ο επενδυτής θα πάρει πίσω τα λεφτά του -άμεσα και έμμεσα- μέσα από την κερδοφορία της εταιρείας, υπό την προϋπόθεση ότι η τελευταία θα διατηρηθεί σταθερή στο μέλλον), και επίσης: α) Όσο χαμηλότερη είναι η τιμή του δείκτη P/E, τόσο ελκυστικότερη θεωρείται η αγορά μιας μετοχής, όταν οι όλοι οι άλλοι παράγοντες είναι σταθεροί β) Μεταξύ μιας σειράς μετοχών, ελκυστικότερη για αγορά είναι εκείνη με το χαμηλότερο P/E, όταν οι όλοι οι άλλοι παράγοντες είναι σταθεροί.

Μεταξύ των μειονεκτημάτων του δείκτη P/E συγκαταλέγονται τα παρακάτω:

Πρώτον, ο συγκεκριμένος δείκτης δεν εντοπίζει τις υποτιμημένες μετοχές, αλλά τις ελκυστικότερες μετοχές σε σχέση με τις υπόλοιπες. Δηλαδή μπορεί η μετοχή της εταιρείας Α’ να προκύπτει ελκυστικότερη από αυτές των εταιρειών Β’, Γ’ και Δ’, πλην όμως αυτό δεν σημαίνει πως η Α’ είναι απαραίτητα ελκυστική, αλλά ενδεχομένως να είναι λιγότερο… απωθητική από τις υπόλοιπε.

Δεύτερον, ο δείκτης οδηγείται σε στρεβλώσεις όταν τα κέρδη της συγκεκριμένης χρονιάς έχουν επηρεαστεί σημαντικά από έκτακτης φύσεως αποτελέσματα, είτε θετικά, είτε αρνητικά.

Τρίτον, ο δείκτης δεν μπορεί να αξιολογήσει ζημιογόνες επιχειρήσεις και δυσκολεύεται να πράξει αναλόγως για εταιρείες με κυκλική δραστηριότητα, στις οποίες τα ετήσια κέρδη συχνά διαφοροποιούνται έντονα από χρόνο σε χρόνο.

Τέταρτον, ο δείκτης P/E δεν συνεκτιμά τις προοπτικές μιας εταιρείας, είτε αυτές είναι ανοδικές, είτε πτωτικές. Για το λόγο αυτό, συχνά οι αναλυτές δημιουργούν δείκτες P/E με βάση τα προβλεπόμενα έτη, πράγμα σωστό από οικονομική και λογική άποψη, πλην όμως είναι πάντοτε επισφαλές το αποτέλεσμα μιας πρόβλεψης, ιδίως σε αβέβαιο οικονομικό περιβάλλον, όπως το τρέχον.

P/E και επίπεδο επιτοκίων

Ποιο όμως είναι το επίπεδο P/E κάτω από το οποίο μια μετοχή ή ένα χρηματιστήριο χαρακτηρίζονται ακριβά; Δεν μπορεί να δοθεί σαφής απάντηση, ωστόσο όσο μεγαλύτερες προοπτικές ανάπτυξης έχει μια εταιρεία και όσο χαμηλότερα είναι τα τρέχοντα επιτόκια, τόσο πιο υψηλό P/E δικαιολογείται να έχει η μετοχή της συγκεκριμένης εταιρείας.

Ας πάρουμε το προαναφερθέν παράδειγμα της εταιρείας Α’ (10.000.000 μετοχές, καθαρά κέρδη 2020 1.500.000 ευρώ και η τρέχουσα τιμή της μετοχής της στο χρηματιστήριο είναι 2 ευρώ, οπότε ο δείκτης P/E διαμορφώνεται σε 13,3). Αν υποθέσουμε ότι η εταιρεία μοιράζει το 50% των κερδών της ως μέρισμα, (δηλαδή 750.000 ευρώ ή 0,075 ευρώ ανά μετοχή), τότε η μερισματική απόδοση για μια μετοχή που αγοράζεται προς 2 ευρώ υπολογίζεται σε 3,75%. Το ποσοστό αυτό συγκρίνεται κάθε φορά με τις αποδόσεις ανταγωνιστικών επενδύσεων, όπως οι τραπεζικές καταθέσεις και τα ομόλογα είτε του δημοσίου, είτε μεγάλων εταιρειών. Γενικότερα, Σε μια εποχή μηδενικών -ή έστω οριακών- επιτοκίων (κάτω από 0,1% οι προθεσμιακές καταθέσεις, κοντά στο 1% τα δεκαετή ελληνικά κρατικά ομόλογα) όπως η τρέχουσα, θα μπορούσαν οι μετοχές να δικαιολογούν υψηλότερους δείκτες P/E σε σχέση με τιμές δεικτών σε περιόδους υψηλών επιτοκίων.

Τα τρέχοντα δεδομένα

Οι δείκτες P/E στο ελληνικό χρηματιστήριο αυτή την περίοδο υπολογίζονται με βάση τα εταιρικά κέρδη του έτους 2020, οπότε θα πρέπει να συνεκτιμηθούν παράγοντες όπως οι παρακάτω:

Πρώτον, θα πρέπει να συνεκτιμήσουμε σε ποιες περιπτώσεις εταιρειών προέκυψαν πέρυσι σημαντικού ύψους έκτακτα αποτελέσματα, είτε θετικά, είτε αρνητικά, προκειμένου να μην οδηγηθούμε σε παραπλανητικά συμπεράσματα.

Δεύτερον, επιβάλλεται να κατανοήσουμε ότι το 2020 δεν ήταν μια «κανονική» χρονιά, καθώς λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας είχαμε έντονους επηρεασμούς (συνήθως αρνητικούς) στα κέρδη πολλών επιχειρηματικών κλάδων, όπως πχ στον τουρισμό, στα ξενοδοχεία, στις μεταφορές και στο εμπόριο). Είναι προφανές, ότι οι αρνητικές αυτές επιπτώσεις θα αρχίσουν να αμβλύνονται σταδιακά, στο βαθμό που αίρονται τα περιοριστικά μέτρα και αντιμετωπίζεται υγειονομικά η πανδημία.

Τρίτον, από το καλοκαίρι του 2020 έως και σήμερα έχει προκύψει μια κατακόρυφη αύξηση στις τιμές των ναύλων και των βασικότερων πρώτων υλών (πχ πετρέλαιο, βαμβάκι, αλουμίνιο), με τον χάλυβα για παράδειγμα να φτάνει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα τιμών στις διεθνείς αγορές. Η εξέλιξη αυτή πολύ πιθανόν να επιφέρει σημαντικές διαφοροποιήσεις κερδών (όχι μόνιμου χαρακτήρα) σε ευρεία σειρά εταιρειών κατά το πρώτο φετινό εξάμηνο, ανάλογα με το πόσα αποθέματα διέθεταν και σε τι μέσο κόστος τα είχαν αποκτήσει. Ανάλογα με το πόσο διατηρηθεί η «πτήση» των πρώτων υλών, θα υπάρξουν φόβοι για άσκηση πληθωριστικών πιέσεων στη διεθνή οικονομική σκηνή, με ό,τι αυτό θα μπορούσε να σημάνει για την μελλοντική πορεία των επιτοκίων.

Τέταρτον, επικρατεί κλίμα αισιοδοξίας ότι κατά τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει πορεία ανάκαμψης στη διεθνή οικονομία, καθώς η πανδημία θα αντιμετωπιστεί και τα κατά τόπους δημοσιονομικά προγράμματα στήριξης (βλέπε πχ ΗΠΑ) θα δράσουν υποστηρικτικά. Ειδικότερα για την Ελλάδα, οι αναλυτές προσδοκούν για τα επόμενα χρόνια όχι μόνο στη σταδιακή αποκατάσταση του εισερχόμενου τουριστικού ρεύματος, αλλά και επηρεασμό από τα αναμενόμενα Κοινοτικά κονδύλια μέσω των προγραμμάτων ΕΣΠΑ, Αγροτικής Ανάπτυξης και Ταμείου Ανάκαμψης. Αν και μεγάλο τμήμα αυτών των κονδυλίων θα κατευθυνθεί στις κατασκευές, στην πληροφορική, στην ενέργεια και σε κλάδους που σχετίζονται με επενδύσεις και οικοδομική δραστηριότητα, εκτιμάται ότι θα προκύψει θετικός επηρεασμός για το σύνολο της οικονομίας.

Συνολικά, κατά τα αμέσως επόμενα χρόνια προβλέπεται να υπάρξουν τόσο αρνητικές, όσο και θετικές εξελίξεις που θα επηρεάσουν τους δείκτες P/E και τις τιμές των μετοχών και την οικονομία γενικότερα. Στις αρνητικές θα πρέπει να αναμένουμε τη διακοπή των κυβερνητικών μέτρων στήριξης που ελήφθησαν κατά την περίοδο της πανδημίας και την επιστροφή σε περιόδους σημαντικών δημοσιονομικών πλεονασμάτων (από το 2023 και μετά), αλλά και τη σταδιακή άνοδο των επιτοκίων, αρχικά στις ΗΠΑ και εν συνεχεία στην Ευρώπη. Στις θετικές εξελίξεις, περιμένουμε μια αύξηση του ΑΕΠ βασισμένη στην εισροή Κοινοτικών κονδυλίων, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την μελλοντική πορεία των εταιρικών κερδών και των διανεμόμενων μερισμάτων προς τους μετόχους.



comments powered by Disqus
* Παρακαλούμε τα σχόλια να μην είναι σε greeklish. Σχόλια με υβριστικό ή προσβλητικό περιεχόμενο θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.
Χρηματιστήριο