Στην προκειμένη περίπτωση , η επιχείρηση (το γραφείο τελετών) μπορεί να επιλέξει μια από τις τρεις παρακάτω περιπτώσεις:
1. Να συντάσσονται διαδοχικές ατομικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου , με διάρκεια ισχύος , για όσο διάστημα είναι δεδομένο ότι θα απασχοληθεί ο εργαζόμενος, με σαφή αναφορά ότι το αντικείμενο εργασίας είναι παροδικού χαρακτήρα ώστε να μην τεθεί θέμα μετατροπής των συμβάσεων αυτών σε αορίστου χρόνου. Ευνόητο είναι ότι για κάθε σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου πρέπει να προβαίνει στη σύνταξη και υποβολή των προβλεπόμενων από το ΠΣ Εργάνη εντύπων ( έναρξης και λήξης ).
2. Να συναφθεί σύμβαση απλής ετοιμότητας προς εργασία ( ετοιμότητας κλήσης ) η οποία φέρει μεν το χαρακτήρα της σύμβασης εργασίας, λόγω όμως της ιδιομορφίας της δεν υπόκειται στις διατάξεις ειδικών νόμων ή συλλογικών συμβάσεων, αναφορικά με το ελάχιστο όριο αμοιβής και τις προσαυξήσεις για νυκτερινή, υπερωριακή ή άλλη εργασία σε ημέρα γιορτής ή αναπαύσεως, γιατί οι διατάξεις αυτές, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο, εφαρμόζονται μόνο σε περίπτωση πλήρους απασχολήσεως ή πάντως διατηρήσεως σε εγρήγορση των σωματικών ή πνευματικών δυνάμεων του μισθωτού στις καθορισμένες για κάθε περίπτωση ώρες.
Κατά συνέπεια μπορεί να συμφωνηθεί στην περίπτωση της σύμβασης απλής ετοιμότητας προς εργασία, αμοιβή μικρότερη του νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού ή ημερομισθίου. Στη σύμβαση αυτή θα πρέπει , ως προϊόν συμφωνίας μεταξύ του εργοδότη και του εργαζόμενου , να ορίζεται με σαφήνεια ότι «Ο εργαζόμενος αναλαμβάνει κατ’ αρχήν την υποχρέωση να περιορίσει μερικώς την ελευθερία των κινήσεών του, χωρίς να διατηρεί σε εγρήγορση τις σωματικές ή πνευματικές του δυνάμεις στη διάθεση του εργοδότη του κάθε στιγμή, έχοντας τη δυνατότητα να κοιμάται ή να βρίσκεται έξω από τον τόπο εργασίας. Θα προσφέρει δε τις υπηρεσίες του στον εργοδότη μόλις παραστεί ανάγκη, οπότε σε αυτήν την περίπτωση θεωρείται ότι υπάρχει πλήρης απασχόληση και θα δικαιούται ως αποδοχές τις οριζόμενες από το νόμιμο νομοθετημένο κατώτατο μισθό ή ημερομίσθιο» . Κάθε φορά που ο εργαζόμενος θα απασχολείται κανονικά με πλήρη απασχόληση , η επιχείρηση οφείλει να υποβάλει σχετικούς συμπληρωματικούς πίνακες ωραρίου στους οποίους θα ορίζει ρητά το ακριβές ωράριο εργασίας θα ορίζεται ρητά ο χρόνος απλής ετοιμότητας.
Πρακτικά ο ανωτέρω 2 ος τρόπος δεν είναι εύκολο στην πράξη να εφαρμοσθεί και σε τυχόν έλεγχο ή σε περίπτωση προσφυγής στα δικαστήρια θα πρέπει να αποδειχθεί το πλαίσιο που δικαιολογεί το καθεστώς της απλής ετοιμότητας προς εργασία , άλλως μπορεί να τεθεί θέμα καταχρηστικότητας από τον εργαζόμενο όσον αφορά το πλαίσιο εφαρμογής του μέτρου αυτού, συνεπώς κατά την άποψη μας δεν ενδείκνυται η επιλογή του.
3. Να συναφθεί κατά το στάδιο πρόσληψης του μισθωτού , σύμβαση μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης αορίστου χρόνου με ωράριο απασχόλησης αυτό που στο ελάχιστο δυνατό επίπεδο θα καλύπτει τις σταθερές ανάγκες της επιχείρησης σε εργατικό δυναμικό.
Αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέρα από τη συμφωνηθείσα ο εργαζόμενος σύμφωνα με το άρθρο 2, παρ.11 , του Ν.3846/2010 έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του θα ήταν αντίθετη με την καλή πίστη. Ο μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν αυτή η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο. Στην περίπτωση αυτή η επιχείρηση οφείλει να υποβάλει σχετικούς συμπληρωματικούς πίνακες ωραρίου στους οποίους θα αναφέρεται το νέο ωράριο εργασίας συμπεριλαμβανομένης και της πρόσθετης εργασίας.