Στα τέλη Μαρτίου η κυβέρνηση ανακοίνωσε τη διαμόρφωση του νέου βασικού μισθού στα 830 ευρώ, συμπληρώνοντας πως μετά και από αυτή την κίνηση ο βασικός μισθός παρουσιάζεται αυξημένος κατά 27% σε σύγκριση με το 2019 και ο μέσος μισθός κατά 20% σε σχέση με το ίδιο έτος.
Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, τα προαναφερθέντα ποσοστά αύξησης έχουν υπερβεί σημαντικά τον πληθωρισμό αυτής της περιόδου (άρα παρατηρήθηκε και άνοδος αποδοχών σε σταθερές-αποπληθωρισμένες τιμές), ενώ παράλληλα την τελευταία τετραετία έχουν προστεθεί επιπλέον τετρακόσιες χιλιάδες άτομα στην αγορά εργασίας.
Μια διαφορετική, ως ένα βαθμό, εικόνα της ελληνικής οικονομίας είναι αυτή που προκύπτει από μια σειρά άλλων μακροοικονομικών στοιχείων, τα οποία αφορούν τη διετία 2022-2023 και παρουσιάζονται στον παρατιθέμενο πίνακα. Ειδικότερα, παρά την άνοδο που σημείωσε το Α.Ε.Π. και κατά τις δύο αυτές χρονιές και κόντρα στις σαφώς θετικές επιδόσεις που έδειξε μια σειρά από δείκτες (όπως για παράδειγμα η ετήσια άνοδος της μεταποίησης κατά περισσότερο από 4%, η πορεία της οικοδομικής δραστηριότητας και οι νέες εγγραφές επιβατικών αυτοκινήτων, επηρεασμένες από την εξαιρετική τουριστική δραστηριότητα), ο όγκος των λιανικών πωλήσεων διατηρήθηκε στάσιμος (+1,9% το 2022 και -2,1% το 2022).
Γιατί, όμως, παρατηρήθηκε μια τέτοια φαινομενική αντίφαση;
Πρώτον, γιατί απέναντι στο φαινόμενο του πληθωρισμού δεν έχουν όλοι οι πολίτες και όλες οι επιχειρήσεις την ίδια αμυντική ικανότητα. Άλλοι μετακυλίουν πλήρως τις αυξήσεις του κόστους τους στους πελάτες τους και μένουν ανέπαφοι από τις πληθωριστικές πιέσεις, ορισμένοι βγαίνουν κερδισμένοι, καθώς καταφέρνουν να διευρύνουν τα περιθώρια κέρδους τους και τέλος είναι πολλοί εκείνοι -συνήθως η πλειονότητα των μισθωτών και των συνταξιούχων- οι οποίοι βρίσκονται σε χειρότερη θέση σε σύγκριση με τις δύο πρώτες ομάδες.
Και δεύτερον, επειδή κάθε άτομο έχει το δικό του πληθωρισμό, ενώ ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή προσπαθεί να περιγράψει το ποσοστό αύξησης στο καλάθι ενός «μέσου ελληνικού νοικοκυριού» που ουσιαστικά δεν υπάρχει.
Και για να γίνουμε πιο σαφείς, οι πιο σημαντικές κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών που έχουν οδηγήσει το κόστος ζωής σε πολύ υψηλότερα επίπεδα κατά την τελευταία τριετία είναι τα τρόφιμα και τα ενοίκια. Τα άτομα με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα ξοδεύουν αναλογικά σαφώς μεγαλύτερα ποσοστά του εισοδήματός τους στις δύο αυτές κατηγορίες, σε σύγκριση με τα πλουσιότερα, οπότε ο προσωπικός τους πληθωρισμός είναι πολύ πιο υψηλός από αυτόν των πλουσίων (η εφημερίδα «Καθημερινή» δημοσίευσε μελέτη της καθηγήτριας του Ε.Κ.Π.Α. Γεωργίας Καπλάνογλου, σύμφωνα με την οποία το φτωχότερο 10% των πολιτών χρειάζεται να αυξήσει σχεδόν 12% τις δαπάνες του μόνο και μόνο για να διατηρήσει σταθερή την κατανάλωση τροφίμων, ενώ για το πλουσιότερο 10% αρκεί μια ποσοστιαία αύξηση της τάξεως του 4%).
Με άλλα λόγια, ένα μεγάλο τμήμα των συμπολιτών μας -που περιλαμβάνει πολλούς από τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους, τους ελεύθερους επαγγελματίες, κ.λπ.- δεν μπορεί να ανεβάσει σημαντικά τις ονομαστικές του αποδοχές και επιπρόσθετα αντιμετωπίζει έναν δικό του πληθωρισμό, ο οποίος είναι σαφώς πιο επαχθής από τον αριθμό του επίσημου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
Έτσι, ερμηνεύεται το γιατί εν μέσω ενός ανοδικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος σε αποπληθωρισμένη βάση, ένα σημαντικό ποσοστό των πολιτών είτε καρπώνεται περιορισμένα οφέλη από τη συγκεκριμένη αναπτυξιακή διαδικασία, είτε ακόμη ενδέχεται να βλέπει την οικονομική του κατάσταση να επιδεινώνεται. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι οι διεθνείς οικονομολόγοι αντιμετωπίζουν τον τρέχοντα πληθωρισμό ως ένα μεγάλο πρόβλημα (μεταξύ άλλων διευρύνει και την ανισότητα στην κατανομή των εισοδημάτων) και μάλιστα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θεωρεί πως ο συγκεκριμένος δείκτης θα πρέπει να κινείται σε επίπεδα χαμηλότερα του 2%.
Ο πληθωρισμός απληστίας
Το ζητούμενο, βέβαια, είναι το γιατί ο διεθνής πληθωρισμός -αν και αποκλιμακούμενος- συνεχίζει να διατηρείται σε αρκετά υψηλά επίπεδα, παρά το γεγονός ότι το ενεργειακό κόστος, τα ναύλα και οι τιμές πολλών εμπορευμάτων έχουν υποχωρήσει δραστικά σε σύγκριση με τα υψηλά που σημείωσαν το 2022 (μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία), ενώ παράλληλα έχουν αμβλυνθεί και τα προβλήματα που υπήρξαν στην διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα λόγω της εμφάνισης της πανδημίας covid-19.
Οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι και οικονομολόγοι αποδίδουν τον επιμένοντα πληθωρισμό -παρά την εκτόξευση των επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες των Η.Π.Α. και της Ευρωζώνης- σε πολλούς παράγοντες, όπως π.χ. η επιμονή κάποιων κρατών σε επεκτατικές δημοσιονομικές πολιτικές, σε οικονομικές παρενέργειες που προέρχονται από την έξαρση των φυσικών καταστροφών και από την εκδήλωση της οικολογικής κρίσης, στο αβέβαιο διεθνές γεωπολιτικό περιβάλλον, στον αλληλοτροφοδοτούμενο κύκλου αυξήσεων σε τιμές και μισθούς, κ.λπ.. Προσθέτουν, όμως, σε κάθε περίπτωση και τον λεγόμενο «πληθωρισμό απληστίας» (greed inflation), δηλαδή την ικανότητα πολλών επιχειρήσεων και πολλών ελεύθερων επαγγελματιών να διευρύνουν σε σημαντικό βαθμό τα περιθώρια κέρδους τους κατά την τρέχουσα περίοδο, οδηγώντας σε μια μεγάλη αναδιανομή εισοδημάτων και πλούτου.
Η ύπαρξη πληθωρισμού απληστίας σε όλα τα κράτη της Δύσης οφείλεται σε μια σειρά δομικών αδυναμιών και ατελειών που παρουσιάζει κάθε οικονομία ξεχωριστά. Μέτρα όπως η επιβολή ανώτατων ορίων στα μικτά περιθώρια κέρδους ενδεχομένως να προσφέρουν κάποιες πρόσκαιρες λύσεις, ωστόσο σε βάθος χρόνου ίσως και να δημιουργούν περισσότερα προβλήματα από αυτά που καλούνται να επιλύσουν. Για το λόγο αυτό, δεν υπάρχει καλύτερη λύση αντιμετώπισης του ζητήματος, πέρα από τη δημιουργία από την Πολιτεία κανόνων πλήρους ανταγωνισμού και από την ουσιαστική αντίδραση των καταναλωτών, οι οποίοι θα πρέπει να σεβαστούν περισσότερο τα χρήματά τους και να περιορίζουν τη ζήτηση όταν διαπιστώνουν παράλογες αυξήσεις τιμών.
Πορεία ελληνικής οικονομίας | | |
| 2022 | 2023 |
ΑΕΠ | 5,9% | 2% |
Όγκος λιανικών πωλήσεων | 1,9% | -2,1% |
Νέες εγγραφές επιβ. αυτοκ/των | 6,7% | 16,5% |
Ιδιωτ. Οικοδομική δραστηριότητα | -2,2% | 15,9% |
Μεταποίηση | 4,4% | 4,2% |
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ | | |