
Αναδημοσίευση από το Ενημερωτικό Δελτίο Ιανουαριου - Φεβρουαρίου 2020 της ΣΟΛ Α.Ε.
www.solcrowe.gr
Λογιστικός χειρισμός τακτικών επιθεωρήσεων ιδιόκτητων και μισθωμένων πλοίων στο λογιστικό πλαίσιο των ΕΛΠ
ΕΡΩΤΗΜΑ
Ναυτιλιακή εταιρεία με την νομική μορφή της ΑΕ δραστηριοποιείται στην ακτοπλοΐα και διαθέτει τόσο ιδιόκτητα όσο και μισθωμένα με λειτουργικές μισθώσεις πλοία.
Περιοδικά (ημερολογιακά ή με βάσει τις ώρες πλεύσεων) υποχρεούται να πραγματοποιήσει, σημαντικής αξίας συντηρήσεις/επιθεωρήσεις, στα διάφορα μέρη των πλοίων.
Ο λογιστικός χειρισμός που ακολουθείται διαφοροποιείται ως εξής:
1. Για τα ιδιόκτητα πλοία οι δαπάνες αυτές κεφαλαιοποιούνται και αποσβένονται κατά την διάρκεια που αφορούν.
2. Για τα μισθωμένα πλοία αντιμετωπίζονται ανάλογα με τα προβλεπόμενα στις συμβάσεις μίσθωσής τους.
Αναλυτικά με τις συντηρήσεις/επιθεωρήσεις των μισθωμένων πλοίων διακρίνουμε τις εξής διαφορετικές περιπτώσεις:
2.1. Συντηρήσεις/επιθεωρήσεις για τις οποίες προβλέπονται μηνιαίες πληρωμές δαπανών «GENERAL SURVEY». Οι δαπάνες αυτές τιμολογούνται από τις εκμισθώτριες των πλοίων εταιρείες, για την κάλυψη του κόστους των δουλευμένων συντηρήσεων/επιθεωρήσεων και υπολογίζονται βάσει των πραγματικών μηνιαίων ωρών πλεύσεων. Η εταιρεία καταχωρεί τα τιμολόγια αυτά, στα έξοδα σε κατάλληλο υπολογαριασμό του λογαριασμού κ.α. 62.07 με τίτλο «GENERAL SURVEY ΠΛΟΙΩΝ» επιβαρύνοντας τα αποτελέσματα με τα ποσά αυτά.
Μεταγενέστερα η εταιρεία:
α) είτε πραγματοποιεί τις προβλεπόμενες συντηρήσεις, σε εγκεκριμένους από τον εκμισθωτή συντηρητές, αφού αυτές συμβούν εντός της διάρκειας μίσθωσης. Τα τιμολόγια αυτά καταχωρούνται στα έξοδά της και παράλληλα εκδίδεται τιμολόγιο (claim) προς την εκμισθώτρια ποσού αντίστοιχου των πληρωθέντων μέχρι την στιγμή εκείνη εξόδων συντήρησης το οποίο και καταχωρείται στα παρεπόμενα έσοδα της εταιρείας ή
β) παραδίδει το πλοίο, πριν την επόμενη προβλεπόμενη ημερομηνία συντήρησης/επιθεώρησης. Σε αυτήν την περίπτωση δεν γίνεται κάποια άλλη κίνηση, αφού οι συντηρήσεις ως δαπάνη επιβάρυναν τα αποτελέσματα μέσω των εξόδων συντηρήσεων.
2.2. Συντηρήσεις/επιθεωρήσεις για τις οποίες η εταιρεία υποχρεούται στην συντήρηση των διαφόρων μερών των πλοίων σύμφωνα με το πρόγραμμα συντήρησης τους εκτός «GENERAL SURVEY», όπως στην προηγούμενη περίπτωση. Η εταιρεία καταχωρεί τις συντηρήσεις της περίπτωσης αυτής στα έξοδα επιβαρύνοντας τα αποτελέσματα της χρήσης που πραγματοποιούνται.
Ερωτάται ποιος είναι ο ενδεδειγμένος λογιστικός χειρισμός των ανωτέρω περιγραφόμενων συντηρήσεων/επιθεωρήσεων μεγάλης αξίας ιδιόκτητων και των μισθωμένων πλοίων σύμφωνα με τον Ν.4308/ 2014 (ΕΛΠ).
Στα ιδιόκτητα πλοία με ποιο συντελεστή πρέπει να αποσβένονται;
ΓΝΩΜΗ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ
Α) Πρώτο ερώτημα, σχετικά με τον ενδεδειγμένο λογιστικό χειρισμό των συντηρήσεων/επιθεωρήσεων των ιδιόκτητων πλοίων.
Στους ορισμούς του παραρτήματος του νόμου Ν.4308/2014 σχετικά με τα πάγια περιουσιακά στοιχεία αναφέρεται ότι:
«Πάγια περιουσιακά στοιχεία (πάγια στοιχεία ενεργητικού) (Fixed assets): Τα περιουσιακά στοιχεία που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν κατά τρόπο διαρκή για τους σκοπούς της οντότητας και αναμένεται να προσφέρουν οφέλη πέραν της μιας ετήσιας περιόδου.»
Επίσης, στην παράγραφο 1 του άρθρου 18 του νόμου 4308/2014 ορίζεται ότι:
«Άρθρο 18. Ενσώματα και άυλα πάγια περιουσιακά στοιχεία
1. Ενσώματα, βιολογικά και άυλα πάγια στοιχεία. Τα στοιχεία αυτά αναγνωρίζονται αρχικά στο κόστος κτήσης και μεταγενέστερα επιμετρώνται στο αποσβέσιμο κόστος κτήσεως. Ειδικότερα, στα πάγια περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων:
α) Η υπεραξία, ως άυλο στοιχείο.
β) Οι δαπάνες βελτίωσης παγίων.
γ) Οι δαπάνες επισκευής και συντήρησης, μόνο όταν εμπίπτουν στον ορισμό του περιουσιακού στοιχείου. Σε κάθε άλλη περίπτωση, οι σχετικές δαπάνες αναγνωρίζονται ως έξοδο, σύμφωνα με το άρθρο 25.
δ)…………………………………………….……………
……………………………………………………………………………………………………………………….»
Επιπλέον στην λογιστική οδηγία του νόμου 4308/ 2014 αναφέρεται:
«……………………………………………….
18.1.7 Οι δαπάνες συντήρησης και επισκευής μπορεί να αντιμετωπίζονται ως πάγιο περιουσιακό στοιχείο με βάση τα πραγματικά περιστατικά λαμβάνοντας υπόψη τους σχετικούς εννοιολογικούς ορισμούς. Ιδιαίτερα λαμβάνεται υπόψη το χρονικό διάστημα για το οποίο η τεχνική παρέμβαση έχει επιπτώσεις στη λειτουργία του παγίου (ωφέλιμη οικονομική ζωή), η σημαντικότητα του ποσού και η ανακτησιμότητα της δαπάνης. Όταν δεν πληρούνται οι σχετικές εννοιολογικές προϋποθέσεις, η σχετική δαπάνη αντιμετωπίζεται ως έξοδο.
18.1.8 Στα πλαίσια της παραγράφου 18.1.7 της παρούσης, κάποια πάγια ενδεχομένως να απαιτούν σημαντικές επιθεωρήσεις/συντηρήσεις σε τακτά διαστήματα, για εντοπισμό τεχνικών προβλημάτων ή ελαττωμάτων, ανεξαρτήτως του εάν θα λάβει χώρα αντικατάσταση μερών. Το κόστος τέτοιων επιθεωρήσεων/συντηρήσεων ενδέχεται να είναι σημαντικό. Στην περίπτωση αυτή, και με σκοπό την επίτευξη της εύλογης παρουσίασης, τo αρχικό κόστος κτήσης του παγίου θεωρείται ότι περιλαμβάνει και συστατικό επιθεώρησης/συντήρησης, το οποίο αναγνωρίζεται ως ξεχωριστό πάγιο, συστατικό του κτηθέντος παγίου, βάσει της γενικά παραδεκτής αρχής της λογιστικής των συστατικών (component account). Δηλαδή, στην περίπτωση αυτή, το εν λόγω κόστος αντιμετωπίζεται ως ξεχωριστό συστατικό του παγίου κατά την αρχική αναγνώριση και υπόκειται (αυτό το συστατικό) σε απόσβεση στο χρονικό διάστημα που αφορά.
………………………………………………………….»
Επισημαίνεται ότι, ανάλογη αντιμετώπιση για το μεταγενέστερο κόστος των παγίων προβλέπεται και στο ΔΛΠ 16, όπου αναφέρεται ότι:
«……………………………………………
14. Η συνεχιζόμενη λειτουργία ενός στοιχείου των ενσώματων παγίων (για παράδειγμα, ένα αεροσκάφος) μπορεί να προϋποθέτει τακτικές σημαντικές επιθεωρήσεις για βλάβες, ανεξάρτητα αν γίνεται αντικατάσταση τμημάτων του στοιχείου. Εφόσον πληρούνται τα κριτήρια αναγνώρισης, το κόστος κάθε σημαντικής επιθεώρησης αναγνωρίζεται στη λογιστική αξία του στοιχείου των ενσώματων παγίων ως αντικατάσταση. Κάθε εναπομένουσα λογιστική αξία του κόστους της προηγούμενης επιθεώρησης (ξεχωριστά από ανταλλακτικά) παύει να αναγνωρίζεται. Αυτό συμβαίνει ανεξάρτητα αν το κόστος της προηγούμενης επιθεώρησης είχε εξατομικευθεί στη συναλλαγή μέσω της οποίας το στοιχείο αποκτήθηκε ή κατασκευάστηκε. Αν απαιτείται, το εκτιμώμενο κόστος μελλοντικής παρόμοιας επιθεώρησης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένδειξη του κόστους του υπάρχοντος συστατικού στοιχείου της επιθεώρησης όταν το στοιχείο αυτό αποκτήθηκε ή κατασκευάστηκε.
………………………………………………
43. Κάθε τμήμα στοιχείου των ενσώματων παγίων το κόστος του οποίου είναι σημαντικό σε σχέση με το συνολικό κόστος του στοιχείου θα αποσβένεται ξεχωριστά.
………………………………………………
50. Το αποσβέσιμο ποσό ενός περιουσιακού στοιχείου πρέπει να κατανέμεται συστηματικά κατά τη διάρκεια της ωφέλιμης ζωής του.
………………………………………………»
Σε σχέση με την προσαρμογή των αξιών των ενσώματων παγίων, οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 18 του νόμου 4308/2014 αναφέρουν ότι:
«………………………………………………
3. Προσαρμογή αξιών
α) Αποσβέσεις
α.1) Η αξία των παγίων περιουσιακών στοιχείων που έχουν περιορισμένη ωφέλιμη ζωή υπόκειται σε απόσβεση. Η απόσβεση αρχίζει όταν το περιουσιακό στοιχείο είναι έτοιμο για τη χρήση για την οποία προορίζεται και υπολογίζεται με βάση την εκτιμώμενη ωφέλιμη οικονομική ζωή του.
α.2) Η διοίκηση της οντότητας έχει την ευθύνη επιλογής της κατάλληλης μεθόδου απόσβεσης για τη συστηματική κατανομή της αξίας του παγίου στην ωφέλιμη οικονομική ζωή του.
α.3) Η απόσβεση διενεργείται είτε με τη σταθερή μέθοδο είτε με τη φθίνουσα μέθοδο είτε με τη μέθοδο των παραγόμενων μονάδων.
………………………………………………
β) Απομείωση
β.1) Τα πάγια περιουσιακά στοιχεία που επιμετρώνται στο κόστος ή στο αποσβέσιμο κόστος υπόκεινται σε έλεγχο απομείωσης της αξίας τους, όταν υπάρχουν σχετικές ενδείξεις. Ζημίες απομείωσης προκύπτουν όταν η ανακτήσιμη αξία ενός παγίου καταστεί μικρότερη από τη λογιστική του αξία. Η αναγνώριση της ζημίας απομείωσης γίνεται όταν εκτιμάται ότι η απομείωση είναι μόνιμου χαρακτήρα.
β.2) Ενδείξεις απομείωσης, μεταξύ άλλων, αποτελούν: (i) η μείωση της αξίας ενός στοιχείου πέραν του ποσού που θα αναμενόταν ως αποτέλεσμα του χρόνου ή της κανονικής χρήσης του, (ii) δυσμενείς μεταβολές στο τεχνολογικό, οικονομικό και νομικό περιβάλλον της οντότητας, (iii) η αύξηση των επιτοκίων της αγοράς ή άλλων ποσοστών αποδόσεων μιας επένδυσης που είναι πιθανόν να οδηγήσει σε σημαντική μείωση της ανακτήσιμης αξίας του στοιχείου και (iv) απαξίωση ή φυσική βλάβη ενός στοιχείου.
β.3) Οι ζημίες απομείωσης αναγνωρίζονται στα αποτελέσματα ως έξοδο.
β.4) Οι ζημίες απομείωσης αναστρέφονται στα αποτελέσματα, όταν οι συνθήκες που τις προκάλεσαν παύουν να υφίστανται.
β.5) Ειδικά, η απομείωση υπεραξίας δεν αναστρέφεται.
β.6) Η λογιστική αξία ενός παγίου μετά την αναστροφή της ζημίας απομείωσης δεν μπορεί να υπερβεί τη λογιστική αξία που θα είχε το πάγιο εάν δεν είχε αναγνωριστεί η ζημία απομείωσης.
4. Παύση αναγνώρισης παγίων
α) Ένα πάγιο στοιχείο παύει να αναγνωρίζεται στον ισολογισμό όταν το στοιχείο αυτό διατίθεται ή όταν δεν αναμένονται πλέον μελλοντικά οικονομικά οφέλη από τη χρήση ή τη διάθεσή του.
β)……………………………………………………..
………………………………………………………..
………………………………………………»
Με βάση όλα τα ανωτέρω οι συντηρήσεις / επιθεωρήσεις των ιδιόκτητων πλοίων θα προσαυξάνουν την αξία του παγίου και θα παρακολουθούνται ως ξεχωριστό συστατικό μέρος αυτού, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται από το άρθρο 18 του νόμου 4308/2014. Η προσαρμογή της αξίας τους (δηλαδή προσδιορισμός της ωφέλιμης ζωής, διενέργεια αποσβέσεων κτλ) ή η παύση αναγνώρισης τους, θα πρέπει επίσης να διενεργείται σύμφωνα με τα οριζόμενα του νόμου 4308/2014.(βλ. ανωτέρω παραγρ. 3&4 του άρθρου 18 του ν. 4308/ 2014.).
Διευκρινίζεται ότι στην περίπτωση που για κάποιο λόγο η επιθεώρηση του πλοίου πρέπει να επαναληφθεί πριν από την υπολογισθείσα αρχικά προγραμματισμένη διάρκεια, το αναπόσβεστο κόστος αυτής θα μεταφέρεται απευθείας στα αποτελέσματα χρήσεως και στη θέση του θα εγγράφεται το κόστος της πραγματοποιηθείσας νέας επιθεώρησης.
Β) Δεύτερο ερώτημα, σχετικά με τον ενδεδειγμένο λογιστικό χειρισμό των συντηρήσεων/επιθεωρήσεων των μισθωμένων πλοίων.
Στους ορισμούς του παραρτήματος του νόμου Ν.4308/2014 σχετικά με τα έξοδα αναφέρεται ότι:
«Έξοδο (Expense): Η μείωση των περιουσιακών στοιχείων (οικονομικών πόρων) ή η αύξηση των υποχρεώσεων κατά τη διάρκεια μιας περιόδου που οδηγεί σε μείωση της καθαρής θέσης, εκτός των μειώσεων της καθαρής θέσης που προέρχονται από διανομές στους ιδιοκτήτες της οντότητας.»
Επίσης, στην παράγραφο στο άρθρο 17 του νόμου 4308/2014 αναφέρεται ότι:
«Άρθρο 17. Γενικές αρχές σύνταξης χρηματοοικονομικών καταστάσεων
1. Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις συντάσσονται με σαφήνεια, σύμφωνα με τις θεμελιώδεις παραδοχές του δουλευμένου και της συνέχισης της δραστηριότητας, καθώς και τις ακόλουθες γενικές αρχές:
α) Οι λογιστικές πολιτικές χρησιμοποιούνται με συνέπεια από περίοδο σε περίοδο, ώστε να διασφαλίζεται η συγκρισιμότητα των χρηματοοικονομικών πληροφοριών.
Σε περιπτώσεις αλλαγής αυτών, έχει εφαρμογή το άρθρο 28 αυτού του νόμου.
β) Όταν τα ποσά της προηγούμενης περιόδου (ή περιόδων, όταν παρουσιάζονται περισσότερες περίοδοι) δεν είναι συγκρίσιμα με τα αντίστοιχα της τρέχουσας περιόδου, τα ποσά της προηγούμενης περιόδου (περιόδων) προσαρμόζονται αναλόγως, ώστε να γίνουν συγκρίσιμα.
γ) Η αναγνώριση και η επιμέτρηση των στοιχείων του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων γίνεται με σύνεση και ξεχωριστά για κάθε στοιχείο. Συμψηφισμοί μεταξύ περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων ή μεταξύ εξόδων και εσόδων δεν επιτρέπονται, εκτός εάν τέτοιος συμψηφισμός προβλέπεται από τον παρόντα νόμο.
δ) Όλες οι αρνητικές προσαρμογές της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων αναγνωρίζονται στην περίοδο που λαμβάνουν χώρα, ανεξάρτητα από το εάν το αποτέλεσμα της περιόδου είναι κέρδος ή ζημία.
ε) Όλα τα στοιχεία του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων που προκύπτουν στην τρέχουσα περίοδο αναγνωρίζονται στην περίοδο αυτή βάσει της αρχής του δουλευμένου.
στ) Όλα τα στοιχεία του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων που προέκυψαν σε προηγούμενη περίοδο, αλλά δεν έχουν αναγνωριστεί κατάλληλα βάσει των προβλέψεων του παρόντος νόμου, αναγνωρίζονται στην τρέχουσα περίοδο, σύμφωνα με το άρθρο 28 του παρόντος νόμου.
………………………………………………»
Επιπλέον στο άρθρο 25 του νόμου 4308/2014 αναφέρεται ότι:
«Άρθρο 25. Στοιχεία της κατάστασης αποτελεσμάτων
1. Τα στοιχεία του παρόντος άρθρου αναγνωρίζονται στην κατάσταση αποτελεσμάτων στο ενδεδειγμένο κατά περίπτωση κονδύλι και βάσει των παραγράφων 2 έως 14 κατωτέρω.
2. Τα έσοδα αναγνωρίζονται εντός της περιόδου στην οποία καθίστανται δουλευμένα.
3. Τα έσοδα από πώληση αγαθών αναγνωρίζονται όταν πληρούνται όλα τα παρακάτω:
α) Μεταβιβάζονται στον αγοραστή οι ουσιαστικοί κίνδυνοι και τα οφέλη που συνδέονται με την κυριότητά τους.
β) Τα αγαθά γίνονται αποδεκτά από τον αγοραστή.
γ) Τα οικονομικά οφέλη από τη συναλλαγή μπορούν να επιμετρηθούν αξιόπιστα και θεωρείται σφόδρα πιθανή η εισροή τους στην οντότητα.
4. Τα έσοδα από παροχή υπηρεσιών και κατασκευαστικά συμβόλαια αναγνωρίζονται με βάση το ποσοστό ολοκλήρωσης (μέθοδος του ποσοστού ολοκλήρωσης) και εφόσον θεωρείται σφόδρα πιθανή η εισροή του οικονομικού οφέλους της συναλλαγής. Εναλλακτικά, μπορεί να εφαρμόζεται η μέθοδος της ολοκληρωμένης σύμβασης, όταν δεν επηρεάζονται σημαντικά τα μεγέθη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
5. Τα έσοδα που προέρχονται από τη χρήση περιουσιακών στοιχείων της οντότητας από τρίτους αναγνωρίζονται ως εξής:
α) Oι τόκοι βάσει χρονικής αναλογίας με τη μέθοδο του πραγματικού επιτοκίου ή τη σταθερή μέθοδο.
β) Tα μερίσματα ή παρόμοιας φύσης εισόδημα από τη συμμετοχή στην καθαρή θέση άλλων οντοτήτων όταν εγκρίνονται από το αρμόδιο όργανο που αποφασίζει τη διανομή τους.
γ) Tα δικαιώματα βάσει των σχετικών συμβατικών όρων.
6. Τα έσοδα των παραγράφων 3 έως 4 του παρόντος άρθρου επιμετρώνται σε ποσά καθαρά από κάθε επιστροφή, έκπτωση ή φόρο επί των πωλήσεων.
7. Τα έσοδα των παραγράφων 3 έως 5 του παρόντος άρθρου αναγνωρίζονται διακεκριμένα από τα σχετικά έξοδα.
8. Τα κέρδη από επιμετρήσεις περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των κερδών από αναστροφές προβλέψεων και απομειώσεων, αναγνωρίζονται βάσει των ρυθμίσεων του παρόντος νόμου.
9. Τα κέρδη που προκύπτουν από τη διαγραφή περιουσιακών στοιχείων ή υποχρεώσεων αναγνωρίζονται όταν τα περιουσιακά στοιχεία ή οι υποχρεώσεις διαγράφονται από τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
10. Κάθε άλλο έσοδο ή κέρδος αναγνωρίζεται βάσει των ρυθμίσεων του παρόντος νόμου στην κατάσταση αποτελεσμάτων.
11. Τα κέρδη παρουσιάζονται κατάλληλα στην κατάσταση αποτελεσμάτων με το καθαρό ποσό τους.
12. Τα έξοδα περιλαμβάνουν:
α) Tα έξοδα ίδρυσης.
β) Tο κόστος κτήσης ή κόστος παραγωγής, κατά περίπτωση, των πωληθέντων αγαθών ή υπηρεσιών.
γ) Τις πάσης φύσεως δαπάνες μισθοδοσίας εργαζομένων, περιλαμβανομένων των προβλέψεων για μελλοντικές παροχές.
δ) Tα έξοδα έρευνας.
ε) Tα έξοδα ανάπτυξης.
στ) Τις επισκευές και συντηρήσεις.
ζ) Τις αποσβέσεις ενσώματων και άυλων πάγιων στοιχείων.
η) Τις προβλέψεις για λοιπούς κινδύνους και έξοδα.
θ) Τους τόκους και τα συναφή έξοδα.
ι) Τα έξοδα και τις ζημίες που προκύπτουν από την επιμέτρηση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.
ια) Τις ζημίες που προκύπτουν από τη διαγραφή περιουσιακών στοιχείων.
ιβ) Τις λοιπές προκύπτουσες ζημίες που παρουσιάζονται με το καθαρό ποσό τους.
ιγ) Το φόρο εισοδήματος της περιόδου, τρέχοντα και αναβαλλόμενο, κατά περίπτωση.
ιδ) Κάθε άλλο έξοδο που έχει προκύψει και δεν περιλαμβάνεται στις προηγούμενες κατηγορίες.
13. Κάθε δαπάνη της παραγράφου 12 αναγνωρίζεται και ταξινομείται στην κατάσταση αποτελεσμάτων με κατάλληλο τρόπο, εκτός εάν η δαπάνη αυτή καλύπτει τον ορισμό του περιουσιακού στοιχείου, βάσει των ρυθμίσεων του παρόντος νόμου.
14. Όταν συμφωνίες για αγορά ή πώληση περιλαμβάνουν όρους για αναβολή της πληρωμής, είναι πιθανόν το σχετικό ποσό να ενσωματώνει τόκο. Το αντίστοιχο έσοδο ή κόστος επιμετράται στο αποσβέσιμο κόστος με τη μέθοδο του πραγματικού επιτοκίου ή τη σταθερή μέθοδο, αντί της επιμέτρησης στο ονομαστικό ποσό, εάν το αποσβέσιμο κόστος εκτιμάται ότι έχει σημαντική επίπτωση στα ποσά των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Στην περίπτωση αυτή, το ποσό του προκύπτοντος τόκου αναγνωρίζεται κατάλληλα στα αποτελέσματα.»
Με βάση όλα τα ανωτέρω οι δαπάνες συντηρήσεων/ επιθεωρήσεων των μισθωμένων πλοίων που διενεργούνται με βάση το πρόγραμμα συντήρησης τους, θα πρέπει να επιβαρύνουν αντίστοιχα και τα αποτελέσματα της χρήσεως όταν αυτά γίνονται δουλευμένα.
Κατά συνέπεια:
Περίπτωση 2.1.α ερωτήματος: Η χρήση μέσα στην οποία τελικά πραγματοποιούνται (εκκαθαρίζονται) οι επιθεωρήσεις θα επωφελείται η θα επιβαρύνεται με την διαφορά που προκύπτει μεταξύ των αρχικά προβλεπόμενων «μηνιαίων πληρωμών δαπανών «GENERAL SURVEY» και του τελικού πραγματοποιημένου κόστους επιθεώρησης.
Περίπτωση 2.1.β ερωτήματος: Ο λογιστικός χειρισμός που ακολουθείται είναι ορθός.
Περίπτωση 2.2 ερωτήματος: Για την πλήρη εφαρμογή της λογιστικής αρχής του δουλευμένου και στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει κάθε μήνας να επιβαρύνεται με την προβλεπόμενη μηνιαία δαπάνη με πίστωση μεταβατικού λογαριασμού Παθητικού. Στην συνέχεια κατά την πραγματοποίηση της συντήρησης θα ακολουθείται η διαδικασία που περιγράφεται ανωτέρω στην περίπτωση του ερωτήματος 2.1.α.