Τα τελευταία χρόνια, στοχεύοντας στη μείωση της φοροδιαφυγής, όλο και περισσότερες φορολογικές διατάξεις ορίζουν εξόφληση συναλλαγών μέσω ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής για την παροχή ελαφρύνσεων (π.χ. αφορολόγητο όριο, έκπτωση δαπανών, κ.λπ.).
1. Συναλλαγές μεταξύ επιτηδευματιών
1.1 Όριο συναλλαγών
Φορολογικά στοιχεία αξίας ή λοιπά έγγραφα που εκδίδονται ή συντάσσονται αντί φορολογικών στοιχείων, συνολικής αξίας άνω των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, τα οποία εκδίδονται για συναλλαγές μεταξύ επιτηδευματιών εξοφλούνται μέσω επαγγελματικών τραπεζικών λογαριασμών του εκδότη - πωλητή αγαθών ή υπηρεσιών και του λήπτη των αντίστοιχων στοιχείων ή επιταγών που εξοφλούνται μέσω των ίδιων λογαριασμών, οι κινήσεις των οποίων διαβιβάζονται σε ηλεκτρονική βάση δεδομένων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, χωρίς να ισχύει ως προς τούτο το τραπεζικό απόρρητο.
Οι Τράπεζες δεν επιτρέπεται να χρεώνουν αμοιβές για τη λειτουργία των επαγγελματικών λογαριασμών.
1.2 Επαγγελματικοί λογαριασμοί
Ως «Επαγγελματικός Λογαριασμός» ορίζεται ο λογαριασμός που τηρείται σε Πάροχο Υπηρεσιών Πληρωμών του Ν.3862/2010 (νυν Ν.4537/2018), μέσω του οποίου διενεργούνται συναλλαγές που αφορούν αποκλειστικά την επιχειρηματική δραστηριότητα του κατόχου.
Στον επαγγελματικό λογαριασμό, οι υπόχρεοι αποδέχονται συναλλαγές με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής όπως, ενδεικτικά, μέσα πληρωμής με κάρτα, εντολές άμεσης χρέωσης, μεταφορές πίστωσης, πάγιες εντολές, καθώς και συναλλαγές με μετρητά. Οι συναλλαγές που διενεργούνται μέσω του επαγγελματικού λογαριασμού αφορούν αποκλειστικά την εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα του υπόχρεου. Συναλλαγές που αφορούν την εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα του υπόχρεου, μέσω των Παρόχων Υπηρεσιών Πληρωμών του Ν.3862/2010 (νυν Ν.4537/2018) ανεξαρτήτως του μέσου συναλλαγής, διενεργούνται μέσω επαγγελματικού λογαριασμού.
Οι δικαιούχοι πληρωμής υποχρεούνται να δηλώσουν το σύνολο των επαγγελματικών λογαριασμών τους σε περίπτωση που οι συναλλαγές που πραγματοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής διενεργούνται σε πέραν του ενός επαγγελματικούς λογαριασμούς. Δήλωση ίδιου επαγγελματικού λογαριασμού από διαφορετικούς δικαιούχους πληρωμής δεν επιτρέπεται και η Α.Α.Δ.Ε. προβαίνει σε απενεργοποίηση των λογαριασμών. Οι επαγγελματικοί λογαριασμοί δηλώνονται με τη χρήση του Αριθμού Λογαριασμού Πληρωμών. Εφόσον υπάρχει IBAN δηλώνονται υποχρεωτικά με τη μορφή αυτή και επιβεβαιώνονται από τους Παρόχους Υπηρεσιών Πληρωμών του Ν.3862/2010 (νυν Ν.4537/2018. Σε περίπτωση μη επιβεβαίωσης του Λογαριασμού, η Α.Α.Δ.Ε. προβαίνει σε απενεργοποίησή του. Οι δικαιούχοι πληρωμής δύναται να διαγράφουν Επαγγελματικούς Λογαριασμούς και να προβαίνουν σε προσθήκη Επαγγελματικού Λογαριασμού, σε περίπτωση τροποποίησης.
Κατόπιν όλων όσων προαναφέρθηκαν προκύπτουν τα ακόλουθα:
- Υπόχρεοι σε δήλωση επαγγελματικού λογαριασμού είναι οι δικαιούχοι πληρωμής (φυσικά, νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες) με Κωδικό Αριθμό Δραστηριότητας, είτε κύριας είτε δευτερεύουσας, που περιλαμβάνεται στη λίστα της με αριθμ. 45231/2017 Κ.Υ.Α., και οι οποίοι αποδέχονται συναλλαγές από πληρωτές οι οποίοι δρουν για λόγους που δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική τους δραστηριότητα (B2C συναλλαγές). Δεν είναι υπόχρεοι σε δήλωση επαγγελματικού λογαριασμού, ακόμη και αν έχουν ΚΑΔ που περιλαμβάνεται στη λίστα της με αριθμ. 45231/2017 Κ.Υ.Α., οι δικαιούχοι πληρωμής που συναλλάσσονται με πληρωτές οι οποίοι δρουν στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής τους δραστηριότητας (Β2Β συναλλαγές). Επισημαίνεται ότι υποχρέωση δήλωσης Επαγγελματικού Λογαριασμού υπάρχει και στην περίπτωση που διενεργούνται Β2Β συναλλαγές παράλληλα με B2C συναλλαγές.
Οι δικαιούχοι πληρωμής υποχρεούνται να δηλώσουν το σύνολο των επαγγελματικών λογαριασμών τους σε περίπτωση που οι συναλλαγές που πραγματοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής διενεργούνται σε πέραν του ενός επαγγελματικούς λογαριασμούς.
Τα ανωτέρω ισχύουν αντίστοιχα και για τους φορολογούμενους που αποκτούν εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις της περ. στ΄ της παρ. 2 του άρθρου 12 του Ν.4172/2013 .
- Δεν υπάρχει υποχρέωση δήλωσης Επαγγελματικού Λογαριασμού, όταν οι δικαιούχοι πληρωμής (φυσικά ή νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες) βρίσκονται σε κατάσταση αδράνειας.
- Τραπεζικός λογαριασμός που τηρείται ως κοινός λογαριασμός με συνδικαιούχα πρόσωπα μπορεί να δηλωθεί ως επαγγελματικός μόνον από τον ένα από τους συνδικαιούχους.
- Νομικό πρόσωπο και νομική οντότητα έχει τη δυνατότητα να δηλώσει ως επαγγελματικό λογαριασμό, τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο δικαιούχος είναι φυσικό πρόσωπο (νόμιμος εκπρόσωπος ή μέλος), αρκεί να δηλώνεται ως Επαγγελματικός Λογαριασμός μόνο από το νομικό πρόσωπο ή τη νομική οντότητα.
- Τραπεζικοί λογαριασμοί που τηρούνται ως ταμιευτηρίου, όψεως ή σε συνάλλαγμα, μπορούν να δηλωθούν ως Επαγγελματικοί Λογαριασμοί.
- Οι δικαιούχοι πληρωμής (π.χ. δικηγόροι, λογιστές, ασφαλιστές, κ.λπ.) που τηρούν τραπεζικούς λογαριασμούς αποκλειστικά για πληρωμή υποχρεώσεων τρίτων, όπως ενδεικτικά φόρων, εργοδοτικών εισφορών, προκαταβολών, ασφαλίστρων, Δ.Ε.Η. κ.λπ., δεν δηλώνονται ως Επαγγελματικοί Λογαριασμοί.
- Όσον αφορά αποκλειστικά τους μεσολαβητές είσπραξης, οι οποίοι δεν έχουν B2C συναλλαγές, αυτοί χρησιμοποιούν για τη διαμεσολάβησή τους τραπεζικούς λογαριασμούς τρίτων, δεν έχουν υποχρέωση δήλωσης των συγκεκριμένων λογαριασμών ως Επαγγελματικών Λογαριασμών (π.χ. πρακτορεία Ο.Π.Α.Π. χωρίς άλλη δραστηριότητα).
- Ιατροί που αμείβονται μέσω ΕΟΠΥΥ και όχι από τους ασθενείς τους δεν έχουν υποχρέωση δήλωσης Επαγγελματικών Λογαριασμών, καθόσον πραγματοποιούν B2B συναλλαγή (αμείβονται μόνο από τον ΕΟΠΥΥ). Εντούτοις, η υποχρέωση για δήλωση Επαγγελματικών Λογαριασμών παραμένει όταν πραγματοποιούν παράλληλα και B2C συναλλαγές (αμείβονται από τους ασθενείς).
- Δεν επιβάλλεται πρόστιμο στην περίπτωση που από Λογαριασμό ο οποίος έχει δηλωθεί ως επαγγελματικός διενεργούνται συναλλαγές οι οποίες δεν αφορούν την εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα του υπόχρεου.
2. Συναλλαγές μεταξύ επιτηδευματία και ιδιωτών
2.1 Όριο συναλλαγών
Φορολογικά στοιχεία συνολικής αξίας πεντακοσίων (500) ευρώ και άνω, που εκδίδονται από επιτηδευματίες, για πώληση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες, εξοφλούνται από τους λήπτες αυτών αποκλειστικά μέσω Τραπέζης, με χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες του αγοραστή των αγαθών ή λήπτη των υπηρεσιών ή μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγές, αποκλειόμενης της εξόφλησης των υπόψη στοιχείων με μετρητά.
Προκαταβολές που εισπράττονται ή τμηματικές καταβολές, που αφορούν συναλλαγές ύψους άνω του ισχύοντος κάθε φορά ορίου, εμπίπτουν στον παραπάνω περιορισμό,, ανεξαρτήτως του ποσού έκαστης τμηματικής καταβολής ή προκαταβολής.
Ως αξία συναλλαγής, για την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, νοείται το συνολικό ποσό της αξίας της συναλλαγής, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α..
Ο παραπάνω περιορισμός δεν ισχύει για περιπτώσεις αγορών αγαθών ή υπηρεσιών, που το αντίτιμο της αξίας καλύπτεται με επί μέρους διαδοχικές καταβολές (προκαταβολές), διαφορετικών προσώπων από τον τελικό καταναλωτή. Το τυχόν επιπλέον, μη καλυπτόμενο κατά τα ως άνω ποσό, εξοφλείται με βάση τον ανωτέρω περιορισμό, εφόσον η συνολική αξία της συναλλαγής υπερβαίνει το ισχύον όριο (π.χ. αγορά αγαθών από ιδιώτη μέσω «λίστας γάμου» κ.λπ.).
2.2 Λοιπές περιπτώσεις
- Σε περίπτωση πώλησης αγαθών (όπως οχήματα, κ.λπ.) σε ιδιώτη «με ανταλλαγή», εξοφλείται από τον ιδιώτη - αγοραστή η διαφορά της αξίας που προκύπτει από το συμψηφισμό των αμοιβαίων ανταπαιτήσεων, εφόσον αυτή υπερβαίνει το ισχύον, κάθε φορά, όριο, αποκλειστικώς με τη χρήση μέσων πληρωμής με κάρτα ή άλλου ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής.
- Σε περίπτωση αλλαγής λιανικώς πωληθέντων αγαθών, η αξία των οποίων προηγουμένως έχει εξοφληθεί, για τη νέα απόδειξη λιανικής πώλησης που εκδίδεται, εφαρμόζονται αναλόγως τα οριζόμενα στη προηγούμενη περίπτωση.
- Τα προαναφερόμενα ισχύουν και στην περίπτωση επιστροφής αγαθών, εφόσον μεταγενέστερα η απαίτηση του ιδιώτη συμψηφισθεί με επόμενη αγορά αγαθών.
2.3 Πρόστιμο μη συμμόρφωσης
Για παραβάσεις που αφορούν τη μη συμμόρφωση με την συγκεκριμένη υποχρέωση, επιβάλλεται στον εκδότη (πωλητή αγαθών ή υπηρεσιών), το πρόστιμο που προβλέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης θ΄ της παρ. 2 του άρθρου 54 του Ν.4174/2013 , όπως αυτές προστέθηκαν με την περίπτωση β΄ της παρ. 4 του άρθρου 12 του Ν.4474/2017 , ήτοι 100 ευρώ για κάθε παράβαση.
Ως μη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις, θεωρείται η μη εξόφληση, από τον λήπτη (ιδιώτη-αγοραστή) των αγαθών ή των υπηρεσιών, φορολογικών στοιχείων συνολικής αξίας 500 ευρώ και άνω, με τη χρήση «μέσων πληρωμής με κάρτα» (όπως πιστωτικής, χρεωστικής, προπληρωμένης, κ.λπ.) ή άλλων «ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής» (όπως τραπεζικό έμβασμα, μέσω λογαριασμού πληρωμών, κ.λπ.).
3. Συναλλαγές μεταξύ ιδιωτών
Σχετικά με τις συναλλαγές μεταξύ ιδιωτών δεν υπάρχει κάποια διάταξη που να ορίζει χρηματικό όριο πάνω από το οποίο απαγορεύεται η εξόφληση συναλλαγών με μετρητά.
3.1 Ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής και προσαύξηση φόρου εισοδήματος
Ωστόσο, επισημαίνεται ότι σε περίπτωση εισοδήματος από μισθωτή εργασία, συντάξεις και επιχειρηματική δραστηριότητα φυσικών προσώπων, ο φόρος που προκύπτει κατά την εφαρμογή της κλίμακας φορολογίας για εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις και Επιχειρηματική Δραστηριότητα ( παρ. 1 άρθρο 15 του Ν.4172/2013 ) προσαυξάνεται κατά το ποσό που προκύπτει από τη θετική διαφορά μεταξύ του απαιτούμενου και του δηλωθέντος ποσού δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, πολλαπλασιαζόμενης με συντελεστή είκοσι δύο τοις εκατό (22%).
Ως γενικός κανόνας για την περίπτωση αυτή ορίζεται ότι το απαιτούμενο ποσό δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής για κάθε φορολογικό έτος ορίζεται σε ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) του πραγματικού εισοδήματος που προέρχεται από μισθωτή εργασία - συντάξεις και επιχειρηματική δραστηριότητα και μέχρι είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ δαπανών.
Στον υπολογισμό του πραγματικού εισοδήματος δεν περιλαμβάνεται το ποσό της εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 43Α και το ποσό της διατροφής που δίδεται στον/στην διαζευγμένο/-η σύζυγο ή σε μέρος συμφώνου συμβίωσης ή/και εξαρτώμενο τέκνο, εφόσον καταβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής.
Ως δαπάνες με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής θεωρούνται δαπάνες απόκτησης αγαθών και λήψης υπηρεσιών στην ημεδαπή ή σε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ε.Ο.Χ., οι οποίες καταβάλλονται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, όπως, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, κάρτες και μέσα πληρωμής με κάρτες, πληρωμή μέσω λογαριασμού πληρωμών Παρόχων Υπηρεσιών Πληρωμών του Ν.4537/2018 και χρήση ηλεκτρονικού πορτοφολιού.
Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το ομότιτλο άρθρο των κ. Παπαγιάννη Νικόλαου και Παπαδόπουλου Γιώργου, που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Ιανουαρίου 2021 του περιοδικού Epsilon7. Στο πλήρες κείμενο του άρθρου αναλύεται επιπρόσθετα το ζήτημα της Έκπτωσης δαπανών, με επιμέρους αναφορά στις δαπάνες άνω των 500 ευρώ, την καταβολή μισθοδοσίας και την καταβολή ενοικίων, ενώ παρατίθεται και ένας πρακτικός πίνακας που παρουσιάζει τα συμπεράσματα του άρθρου.