ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ | Αθήνα, 28 Αυγούστου 1997 | ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ | Αρ.Πρωτ.: 1896 | ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: ΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ | | ΤΜΗΜΑ Β΄ | | ΘΕΜΑ: Δικαίωμα λήψεως κανονικής άδειας, μετά από άδεια άνευ αποδοχών. ΣΧΕΤ.: Αίτησή σας από 21.7.1997 Απαντώντας στο ανωτέρω σχετικό σας γνωρίζουμε τα εξής: 1. Στην κείμενη εργατική νομοθεσία δεν υπάρχει σχετική διάταξη, που να προβλέπει τη χορήγηση άδειας άνευ αποδοχών. Εξαίρεση υπάρχει μόνο για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων, από ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται σε εσωτερικούς κανονισμούς εργασίας, κλαδικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας ή Διαιτητικές Αποφάσεις, κλπ. Όπου δεν υπάρχουν και τέτοιες ειδικές διατάξεις η χορήγηση άδειας άνευ αποδοχών και η διάρκειά της εξαρτώνται από συμφωνία των μερών (εργοδοτών και εργαζομένων). 2. Κατά το χρόνο χορηγήσεως άδειας άνευ αποδοχών, η υπάρχουσα σύμβαση εργασίας δεν λύεται αλλά απλώς αναστέλλεται η εκτέλεσή της, μετά δε τη λήξη της, ο μεν εργαζόμενος υποχρεούται να προσφέρει και πάλι τις υπηρεσίες του, ο δε εργοδότης υποχρεούται να τις αποδεχθεί, ερμηνεύοντας καλόπιστα τους όρους της εργασιακής σύμβασης, κατά τα άρθρα 200 και 288 του Α.Κ. Αν ο εργοδότης δεν αποδεχθεί τις υπηρεσίες του, εφαρμόζονται οι κείμενες διατάξεις περί καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας. 3. Για το θέμα της άδειας άνευ αποδοχών το ΝΣΚ δέχεται ότι η χορήγησή της δεν αποστερεί τον εργαζόμενο από το δικαίωμα να ζητήσει βάσει του ΑΝ 539/45, την ετήσια με αποδοχές άδειά του, προκειμένου σύμφωνα με το σκοπό του νόμου, να παρασχεθεί σ? αυτόν η δυνατότητα να αναπαυθεί με αυξημένα οικονομικά μέσα προς αναπλήρωση των αναλωθεισών στην εργασία του σωματικών ή πνευματικών του δυνάμεων (ΝΣΚ Γνωμοδ. 557/63). 4. Η υπηρεσία μας έχει την άποψη ότι δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι σε κάθε περίπτωση χορήγηση άδειας άνευ αποδοχών, οφείλεται στον εργαζόμενο και η κανονική ετήσια άδεια με αποδοχές. Μόνο αν πρόκειται περί απολύτως δικαιολογημένης απουσίας, κατά τη διάρκεια της οποίας ο εργαζόμενος που έτυχε της άδειας αυτής άνευ αποδοχών είναι δυνατόν να έχει αναλώσει περισσότερες πνευματικές ή σωματικές δυνάμεις (όπως στην άδεια άνευ αποδοχών για μετεκπαίδευση), δικαιούται τόσο στην κανονική άδεια με αποδοχές βάσει του Ν. 1346/1983, όσο και το επίδομα άδειας βάσει του άρθρου 3 παρ. 16 του Ν. 4504/1966. 5. Για όλους τους παραπάνω λόγους έχουμε την άποψη ότι η άδεια άνευ αποδοχών θα πρέπει να χορηγείται μετά την εξάντληση της κανονικής άδειας ή να συμφωνείται η τύχη της κανονικής άδειας κατά την χορήγηση της άδειας άνευ αποδοχών. 6. Ενόψει των ανωτέρω και των αναφερόμενων στη σχετική αίτησή σας έχουμε την γνώμη ότι η εργαζόμενη για την οποία ρωτάτε δεν δικαιούται μεν να κάνει χρήση των ημερών αδείας, του έτους 1996, καθόσον απουσίαζε από την Τράπεζα καθόλον σχεδόν το έτος, υποχρεούται όμως ο εργοδότης της στην καταβολή των αποδοχών αδείας και του επιδόματος αδείας του έτους 1996 αφενός εάν κατά την χορήγηση από αυτόν στην εργαζόμενη της άδειας άνευ αποδοχών εκδηλώθηκε η πρόθεσή του να αναγνωρίσει τις υποχρεώσεις του εκ της κανονικής άδειας αφετέρου γιατί κατά το άρθρο 440 του Αστικού Κώδικα, οι αμοιβαίες απαιτήσεις δύο προσώπων αποσβέννυνται με συμψηφισμό, εφόσον αυτές είναι ομοειδείς κατά το αντικείμενο και ληξιπρόθεσμες. Η απαίτηση όμως του εργοδότη για παροχή της εργασίας της εργαζόμενης που δεν ικανοποιήθηκε λόγω αποχής αυτής από την εργασία της με άδεια άνευ αποδοχών δεν είναι ομοειδής και δεν μπορεί να καλυφθεί με την απαίτηση της εργαζόμενης για τις αποδοχές και το επίδομα αδείας. |