ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΑΕΔ - ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ IA .1. ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΟΑΕΔ I) Καταργούμενες διατάξεις που αφορούν σε ειδικές επιδοτήσεις ανεργίας και ειδικές εισοδηματικές ενισχύσεις ανεργίας 1. Από 1.1.2013 καταργούνται οι ακόλουθες διατάξεις νόμων, όπως ισχύουν σήμερα κατά το μέρος που αφορούν σε ειδικές επιδοτήσεις ανεργίας και ειδικές εισοδηματικές ενισχύσεις ανεργίας, καθώς οι κανονιστικές και οι διοικητικές πράξεις, που εκδόθηκαν κατ΄ εξουσιοδότησή τους: - Το άρθρο 43 του Ν. 2778/1999 (Α΄ 295) με εξαίρεση την παράγραφο 5. - Το άρθρο 7 του Ν. 2941/2001 (Α΄ 201) με εξαίρεση την παράγραφο 8. - Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 15 του Ν. 3144/2003 (Α΄ 111). - Η παρ. 4 του άρθρου 14 του Ν. 3385/2005 (Α΄ 210). - Τα άρθρα 10 και 11 του Ν. 3408/2005 (Α΄ 272) με εξαίρεση την παράγραφο 4 του άρθρου 11. - Το άρθρο 13 του Ν. 3460/2006 (Α΄ 105), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 11 του Ν. 3660/2008 (Α΄ 78). - Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 69 του Ν. 3518/2006 (Α΄ 272). - Το άρθρο 23 του Ν. 3526/2007 (Α΄ 24), με εξαίρεση τις παραγράφους 10 και 11. - Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 1, καθώς και το άρθρο 2 του Ν. 3667/2008 (Α΄ 114). - Το άρθρο 3 του Ν. 3717/2008 (Α΄ 239). - Το άρθρο 75 του Ν. 3746/2009 (Α΄ 27). - Το άρθρο 32 του Ν. 3762/2009 (Α΄ 75). - Οι παράγραφοι 4, 5 και 6 του άρθρου 74 του Ν. 3996/2011 (Α΄ 170). Καταργούνται επίσης από τότε που ίσχυσαν οι διατάξεις του άρθρου 6 του Ν. 3717/2008 (Α΄ 239). 2. Οι επιδοτούμενοι την 31.12.2012, με βάση τις παραπάνω καταργούμενες διατάξεις, συνεχίζουν από 1.1.2013 να επιδοτούνται με βάση τις κοινές περί ανεργίας διατάξεις και να λαμβάνουν το βασικό μηνιαίο επίδομα ανεργίας για χρονικό διάστημα 12 μηνών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του Ν.Δ. 2961/1954 (Α΄ 197), όπως ισχύουν. 3. Επιδοτούμενοι την 31.12.2012, των οποίων η επιδότηση με βάση τις παραπάνω καταργούμενες διατάξεις λήγει πριν την 31.12.2013, συνεχίζουν από 1.1.2013 να επιδοτούνται με βάση τις κοινές περί ανεργίας διατάξεις και να λαμβάνουν το βασικό μηνιαίο επίδομα ανεργίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του Ν.Δ. 2961/1954 (Α΄ 197) μέχρι την ημερομηνία λήξης της επιδότησης, όπως αυτή έχει προσδιοριστεί με βάση τις καταργούμενες διατάξεις. 4. Σε κάθε περίπτωση ουδείς άνεργος επιδοτούμενος μπορεί να συνεχίσει να επιδοτείται μετά την 31.12.2012 με βάση τις παραπάνω καταργούμενες διατάξεις. 5. Σε κάθε περίπτωση ουδείς άνεργος επιδοτούμενος, με βάση τις παραπάνω παραγράφους 2 και 3, μπορεί να συνεχίσει να επιδοτείται μετά την 31.12.2013. II) Καταργούμενες διατάξεις που αφορούν στην επιδότηση λόγω ανεργίας απολυμένων μισθωτών λόγω συγχώνευσης - μεταφοράς - συνένωσης επιχειρήσεων 1. Από 1.1.2013 καταργούνται οι ακόλουθες διατάξεις νόμων, όπως ισχύουν σήμερα: - Το άρθρο 6 του Ν. 435/1976 ( Α΄ 251). - Το άρθρο 4 του Ν. 3302/2004 (Α΄ 267). 2. Επιδοτούμενοι την 31.12.2012, των οποίων η επιδότηση με βάση τις παραπάνω καταργούμενες διατάξεις λήγει πριν την 31.12.2013, συνεχίζουν από 1.1.2013 να επιδοτούνται με βάση τις κοινές περί ανεργίας διατάξεις και να λαμβάνουν το βασικό μηνιαίο επίδομα ανεργίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του Ν.Δ. 2961/1954 (Α΄ 197) όπως ισχύουν, μέχρι την ημερομηνία λήξης της επιδότησης, όπως αυτή έχει προσδιοριστεί με βάση τις καταργούμενες διατάξεις. 3. α. Σε κάθε περίπτωση ουδείς άνεργος επιδοτούμενος μπορεί να συνεχίσει να επιδοτείται μετά την 31.12.2012, με βάση τις παραπάνω καταργούμενες διατάξεις. β. Σε κάθε περίπτωση ουδείς άνεργος επιδοτούμενος μπορεί να συνεχίσει να επιδοτείται μετά την 31.12.2013, με βάση τις παραπάνω υποπεριπτώσεις ΙΑ.1.ΙΙ.1 και ΙΑ.1.ΙΙ.2.. III) Μέτρα Κοινωνικής Πολιτικής Μακροχρονίων Ανέργων 1. Από 1.1.2014 Έλληνες υπήκοοι και υπήκοοι κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι είναι ασφαλισμένοι κατά της ανεργίας και ευρίσκονται σε διαρκή κατάσταση ανεργίας για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από δώδεκα (12) μήνες, δικαιούνται επίδομα μακροχρονίως ανέργου, εφόσον έχουν εξαντλήσει το δικαίωμα τακτικής επιδότησης ανεργίας και το ετήσιο οικογενειακό εισόδημά τους δεν ξεπερνά το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ. Το όριο αυτό του εισοδήματος προσαυξάνεται κατά πεντακόσια ογδόντα έξι ευρώ και οκτώ λεπτά (586,08) ευρώ για κάθε ανήλικο τέκνο της οικογένειας. 2. Το ύψος του επιδόματος μακροχρονίως ανέργου δεν μπορεί να υπερβεί μηνιαίως το ποσό των διακοσίων (200) ευρώ και καταβάλλεται για όσο χρονικό διάστημα οι δικαιούχοι παραμένουν άνεργοι και ουδέποτε πέραν των δώδεκα (12) μηνών. 3. Το προαναφερόμενο επίδομα, καθώς και τα επιδόματα ανεργίας, ασθένειας και μητρότητας δεν λαμβάνονται υπόψη για τον κατά περίπτωση προσδιορισμό του ετήσιου οικογενειακού εισοδήματος με βάση το οποίο χορηγείται αυτό. 4. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας καθορίζονται και εξειδικεύονται: α) τα όρια ηλικίας των δικαιούχων, τα οποία δεν μπορούν να είναι μικρότερα των είκοσι (20) και μεγαλύτερα των εξήντα έξι (66) ετών και τα κριτήρια που απαιτούνται για την απόκτηση της ιδιότητας του δικαιούχου, καθώς και η διαδικασία χορήγησης των παροχών αυτών, β) το ύψος της προαναφερόμενης παροχής, καθώς και η διαδικασία, ο τόπος, ο τρόπος και ο χρόνος καταβολής της, γ) τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την απόδειξη της συνδρομής των όρων και προϋποθέσεων χορήγησης της προαναφερόμενης παροχής, καθώς και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την καταβολή της, δ) οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για την αναστολή ή τη διακοπή της παροχής και ε) κάθε άλλο θέμα σχετικό με την παροχή. 5. Με όμοιες αποφάσεις δύνανται να αναπροσαρμόζονται το ύψος του προαναφερόμενου επιδόματος, τα όρια ηλικίας των δικαιούχων και το ύψος των εισοδηματικών ορίων. 6. Το παραπάνω επίδομα καταβάλλεται από τον Ο.Α.Ε.Δ., με διάθεση των αναγκαίων κονδυλίων από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Το ύψος της συνολικής δαπάνης δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 35 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως. 7. Ως ετήσιο οικογενειακό εισόδημα, για την εφαρμογή του παρόντος, νοείται το συνολικό ετήσιο φορολογούμενο πραγματικό, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο, εισόδημα του φορολογούμενου, της συζύγου του και των ανήλικων τέκνων του από κάθε πηγή, με εξαίρεση τις αποζημιώσεις απόλυσης. 8. Οι παραπάνω εισοδηματικές ενισχύσεις δεν λαμβάνονται υπόψη για τον κατά περίπτωση προσδιορισμό του ετήσιου οικογενειακού εισοδήματος με βάση το οποίο χορηγούνται αυτές. 9. Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 27 του Ν. 3016/2002 παύει να ισχύει από 1.1.2014 εκτός του τελευταίου εδαφίου της που έχει ως εξής: «στο άρθρο 1 του Π.Δ. 179/1986 (Α΄ 69) προστίθεται εδάφιο ιστ΄ ως εξής: «ιστ) Τα επιδόματα μακροχρονίως ανέργων»». |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ IA.2. ΕΝΙΑΙΟ ΕΠΙΔΟΜΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΕΚΝΩΝ 1. Θεσπίζεται ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων, το οποίο αντικαθιστά τα καταργούμενα με τις υποπεριπτώσεις 12 και 14 της παρούσας διάταξης οικογενειακά επιδόματα. 2. Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων καταβάλλεται λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων, την κλίμακα ισοδυναμίας, το ισοδύναμο εισόδημα και την εισοδηματική κατηγορία. Ως κλίμακα ισοδυναμίας ορίζεται το σταθμισμένο άθροισμα των μελών της οικογένειας. Ο πρώτος γονέας έχει στάθμιση 1, ο δεύτερος γονέας έχει στάθμιση 1/3 και κάθε εξαρτώμενο τέκνο έχει στάθμιση 1/6. Ως ισοδύναμο εισόδημα ορίζεται το καθαρό, ετήσιο, συνολικό οικογενειακό εισόδημα διαιρεμένο με την κλίμακα ισοδυναμίας. Οι οικογένειες που δικαιούνται το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων διαιρούνται αναλόγως του ισοδυνάμου εισοδήματος σε τέσσερις εισοδηματικές κατηγορίες, ως εξής: (Α) έως έξι χιλιάδες (6.000) ευρώ που λαμβάνουν το πλήρες επίδομα, (Β) από έξι χιλιάδες και ένα (6.001) ευρώ έως δώδεκα χιλιάδες (12.000) ευρώ που λαμβάνουν τα 2/3 του επιδόματος, (Γ) από δώδεκα χιλιάδες και ένα (12.001) ευρώ έως δεκαοκτώ χιλιάδες (18.000) ευρώ που λαμβάνουν το 1/3 του επιδόματος. Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων καθορίζεται ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων σε σαράντα (40) ευρώ ανά μήνα για κάθε εξαρτώμενο τέκνο. Για τον υπολογισμό της εισοδηματικής κατηγορίας λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα που αναφέρεται στο εκκαθαριστικό του τρέχοντος οικονομικού έτους. 3. Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων καταβάλλεται για τέκνα προερχόμενα από γάμο, φυσικά, θετά ή αναγνωρισθέντα, εφόσον είναι άγαμα και δεν υπερβαίνουν το 18ο έτος της ηλικίας του ή το 19ο έτος εφόσον φοιτούν στη μέση εκπαίδευση. Ειδικά, για τα τέκνα που φοιτούν στην ανώτερη ή ανώτατη εκπαίδευση, στο «Μεταλυκειακό έτος - Τάξη Μαθητείας» των ΕΠΑ.Λ., καθώς και σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Ι.Ε.Κ.), το επίδομα καταβάλλεται μόνο κατά το χρόνο φοίτησής τους που προβλέπεται από τον οργανισμό της κάθε σχολής και σε καμία περίπτωση μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίαςτους. Επιπλέον, ως εξαρτώμενα τέκνα για θεμελίωση του δικαιώματος λήψης του επιδόματος, λαμβάνονται υπόψη τα τέκνα με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, καθώς και το απορφανισθέν τέκνο ή τα απορφανισθέντα τέκνα που αποτελούν ιδία οικογένεια και επήλθε θάνατος και των δύο γονέων. 4. Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων καθορίζεται ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων σε σαράντα (40) ευρώ ανά μήνα για κάθε εξαρτώμενο τέκνο. 5. Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων χορηγείται κατόπιν αίτησης και το δικαίωμα αναγνωρίζεται από την 1η του επόμενου μήνα υποβολής της. Για τη διακοπή του επιδόματος, λόγω συμπλήρωσης των οριζομένων στην παράγραφο 3, κατά περίπτωση, ορίων, ως ημέρα γέννησης των τέκνων θεωρείται η 31η Δεκεμβρίου τους έτους γέννησής τους και, προκειμένου περί φοιτητών ή σπουδαστών, η λήξη του ακαδημαϊκού ή σπουδαστικού έτους. Ειδικά για την πρώτη εφαρμογή δικαιούχοι είναι όλα τα εξαρτώμενα τέκνα που έχουν γεννηθεί μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και το δικαίωμα αναγνωρίζεται αναδρομικά: αα) από 1.1.2013 για τέκνα γεννημένα μέχρι 31.12.2012 και ββ) από την 1η του επόμενου μήνα της γέννησής τους για τέκνα γεννημένα εντός του 2013. 6. Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων χορηγείται στις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων εφόσον έχουν μόνιμη και συνεχή δεκαετή διαμονή στην Ελλάδα και τα εξαρτώμενα τέκνα τους ευρίσκονται στην Ελλάδα: α) Έλληνες πολίτες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα, β) ομογενείς αλλοδαπούς που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα και διαθέτουν δελτίο ομογενούς, γ) πολίτες κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα, δ) πολίτες των χωρών που ανήκουν στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (Νορβηγία, Ισλανδία και Λιχτενστάιν) και Ελβετούς πολίτες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα, ε) αναγνωρισμένους πρόσφυγες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα, των οποίων το καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Σύμβασης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων (Ν.Δ. 3989/1959, Α΄201), όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων (α.ν. 389/1968, Α΄125), στ) ανιθαγενείς, των οποίων το καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Σύμβασης του 1954 για το Καθεστώς των Ανιθαγενών (Ν. 139/1975, Α΄ 176), ζ) δικαιούχους του ανθρωπιστικού καθεστώτος, η) πολίτες άλλων κρατών που διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα και είναι γονείς τέκνων ελληνικής υπηκοότητας. 7. Το επίδομα της παρούσας υποπαραγράφου δεν προσμετράται στο καθαρό, ετήσιο, οικογενειακό εισόδημα και απαλλάσσεται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά ή κράτηση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου. 8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ρυθμίζονται τα θέματα διαδικασίας χορήγησης και καταβολής του επιδόματος και ο φορέας καταβολής του. Με όμοιες αποφάσεις δύναται να επανακαθοριστεί η εντεταλμένη αρχή καταβολής και να αναπροσαρμοστεί το ύψος των επιδομάτων της παρούσας διάταξης. 9. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ρυθμίζεται και κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας υποπαραγράφου. 10. Οι σχετικές πιστώσεις εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας. 11. Το εισοδηματικό κριτήριο της παραγράφου 22 του άρθρου 27 του Ν. 4052/2012 αναφέρεται στο καθαρό, ετήσιο, οικογενειακό εισόδημα (φορολογητέο εισόδημα) του έτους 2011, όπως αυτό δηλώθηκε στη φορολογική δήλωση των δικαιούχων. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται υποχρεωτικά για τις καταβολές του τελευταίου διμήνου του 2012. Τυχόν καταβολές που έγιναν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου σε υπερβαίνοντες τα όρια της παραγράφου 22 του άρθρου 27 του Ν. 4052/2012 και της παραγράφου 3 του άρθρου 21 του Ν. 4025/2011 δεν αναζητούνται. 12. Οι παράγραφοι 1 και 4 του άρθρου 63 του Ν. 1892/1990 και η παράγραφος 1 του άρθρου 1 του Ν. 3454/2006, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν, καθώς και η κατ΄ εξουσιοδότηση εκδοθείσα νομοθεσία, καταργούνται από 1.11.2012. 13. Η παράγραφος 3 του άρθρου 21 του Ν. 4025/2011 και η παράγραφος 22 του άρθρου 27 του Ν. 4052/2012, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν, καταργούνται από 1.1.2013. 14. Το άρθρο 63 του Ν. 1892/1990, η παράγραφος 1 του άρθρου 1 του Ν. 3454/2006, το άρθρο 6 του Ν. 3631/2008, τα άρθρα 42 και 43 του Ν. 3918/2011, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν, παύουν να ισχύουν από την έναρξη εφαρμογής της παρούσας διάταξης, όσο αφορά στη χορήγηση και καταβολή των προϋφιστάμενων οικογενειακών επιδομάτων. Ομοίως καταργούνται και οι κατ΄ εξουσιοδότηση των ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις και κάθε άλλη απόφαση με την οποία ρυθμίζεται η καταβολή των επιδομάτων που αντικαθίστανται με το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων. 15. Κάθε διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου παύει να ισχύει από την έναρξη εφαρμογής της, όσο αφορά στη χορήγηση και καταβολή των προϋφιστάμενων οικογενειακών επιδομάτων. Το αφορολόγητο ποσό της παρ. 2 του άρθρου 9 του Ν. 2238/1994 (Α΄151) αντικαθίσταται από το προβλεπόμενο σε αυτή την υποπαράγραφο επίδομα από 1ης Ιανουαρίου 2013. 16. Η εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας υποπαραγράφου άρχεται την 1.1.2013 εκτός αν ορίζεται άλλως στις προηγούμενες παραγράφους. |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ .3. ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΛΑΧΙΣΤΟΥ ΕΓΓΥΗΜΕΝΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ 1. Τίθεται σε πιλοτική εφαρμογή πρόγραμμα ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος σε δύο περιοχές της Επικράτειας με διαφορετικά κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά, οι οποίες θα οριστούν με την κοινή υπουργική απόφαση της περίπτωσης 3 της παρούσας υποπαραγράφου. 2. Το πρόγραμμα απευθύνεται σε άτομα και οικογένειες που διαβιούν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, παρέχοντας στους δικαιούχους ενίσχυση εισοδήματος συνδυαζόμενη με δράσεις κοινωνικής επανένταξης. Το πρόγραμμα λειτουργεί συμπληρωματικά με τις εκάστοτε εφαρμοζόμενες πολιτικές για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και η προκαλούμενη δαπάνη από αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 20 εκατομμυρίων ευρώ. 3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις εφαρμογής της παρούσας υποπαραγράφου, ιδίως δε: α. Οι δικαιούχοι για ένταξη στο πρόγραμμα. β. Η βάση υπολογισμού και το ύψος του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος για κάθε άτομο ή οικογένεια. γ. Οι διαδικασίες ένταξης στο πρόγραμμα και καταβολής της παροχής ως διαφοράς μεταξύ του πραγματικού εισοδήματος και του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. δ. Οι αρμόδιες υπηρεσίες για την εφαρμογή του προγράμματος, καθώς και η επιλογή των δύο περιοχών της Επικράτειας όπου θα εφαρμοστεί πιλοτικά το πρόγραμμα. 4. Η πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος αρχίζει την 1.1.2014. |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ .4. ΑΥΞΗΣΗ ΟΡΙΩΝ ΗΛΙΚΙΑΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΗΣ 1. Από 1.1.2013 για τη συνταξιοδότηση των ασφαλισμένων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και της Τράπεζας της Ελλάδος, εφαρμόζονται οι προϋποθέσεις του Ν. 3863/2010 (Α΄115), όπως ισχύει, ως προς τα όρια ηλικίας και το χρόνο ασφάλισης, όπως αυτά διαμορφώνονται με τις ανωτέρω διατάξεις από 1.1.2015. 2. Από 1.1.2013, όλα τα όρια ηλικίας της παραγράφου 1, καθώς και όλα τα ισχύοντα την 31.12.2012 όρια ηλικίας συνταξιοδότησης των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και της Τράπεζας της Ελλάδος, όπου αυτά προβλέπονται, αυξάνονται κατά δύο (2) έτη. 3. Από την αύξηση των ορίων ηλικίας ή/και του χρόνου ασφάλισης των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού εξαιρούνται: α) οι ασφαλισμένες που θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης σύμφωνα με τις ισχύουσες γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις ως μητέρες ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία τέκνων, καθώς και οι χήροι πατέρες ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία τέκνων, β) οι ασφαλισμένοι στους ανωτέρω φορείς κοινωνικής ασφάλισης που έχουν ενταχθεί σε καθεστώς εργασιακής εφεδρείας του Ν. 4024/2011 (Α΄ 226). 4. Θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα μέχρι 31.12.2012, λόγω συμπλήρωσης των προϋποθέσεων του απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης και ορίων ηλικίας, όπου αυτά προβλέπονται, δεν θίγονται και δύνανται να ασκηθούν οποτεδήποτε. 5. Οι ασφαλισμένοι των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, οι οποίοι μέχρι 31.12.2012 έχουν κατοχυρώσει ή κατοχυρώνουν τις κατ΄ έτος προβλεπόμενες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, όπως αυτές καθορίζονται με το άρθρο 10 του Ν. 3863/2010 (Α΄115), όπως ισχύει, ή από προγενέστερες γενικές ή άλλες διατάξεις, δύνανται να συνταξιοδοτηθούν με τις προϋποθέσεις του ορίου ηλικίας και του χρόνου ασφάλισης που κατά περίπτωση κατοχυρώνουν. 6. Από 1.1.2014, το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρου 34 του Ν. 3996/2011 (A΄ 170), Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (Ε.Κ.Α.Σ.), καταβάλλεται στους συνταξιούχους γήρατος, αναπηρίας και θανάτου, με τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας. Ειδικά για τα παιδιά που λαμβάνουν σύνταξη λόγω θανάτου του γονέα τους, καθώς και για τους ανάπηρους με ποσοστό αναπηρίας από 80% και άνω, το Ε.Κ.Α.Σ. καταβάλλεται χωρίς να απαιτείται η συμπλήρωση του παραπάνω ορίου ηλικίας. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 34 του Ν. 3996/2011. | |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ .5. ΜΕΙΩΣΗ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΠΑΞ ΒΟΗΘΗΜΑΤΩΝ 1. Από 1.1.2013 η μηνιαία σύνταξη ή το άθροισμα των μηνιαίων συντάξεων άνω των 1.000,00 ευρώ από οποιαδήποτε πηγή και για οποιαδήποτε αιτία μειώνονται ως εξής: α. Ποσό σύνταξης ή αθροίσματος άνω των 1.000,01 ευρώ και έως 1.500,00 ευρώ μειώνεται στο σύνολο του ποσού κατά 5% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.000,01 ευρώ. β. Ποσό σύνταξης ή αθροίσματος από 1.500,01 ευρώ έως 2.000,00 ευρώ μειώνεται στο σύνολο του ποσού κατά 10% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.425,01 ευρώ. γ. Ποσό σύνταξης ή αθροίσματος από 2.000,01 ευρώ έως 3.000,00 ευρώ μειώνεται κατά ποσοστό 15% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.800,01 ευρώ. δ. Ποσό σύνταξης ή συντάξεων από 3.000,00 ευρώ και άνω μειώνεται κατά ποσοστό 20% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 2.550,01 ευρώ. Στο ως άνω άθροισμα λαμβάνονται υπόψη τα μερίσματα, καθώς και κάθε είδους προσαυξήσεις. Επί του αθροίσματος αυτού το ποσό της μείωσης επιμερίζεται αναλογικά σε κάθε φορέα ή τομέα και αποτελεί έσοδο του οικείου ασφαλιστικού φορέα ή τομέα. Για τον υπολογισμό του ποσοστού της μείωσης λαμβάνεται υπόψη το καταβλητέο ποσό συντάξεως ή του ως άνω αθροίσματος την 31.12.2012 μετά τις μειώσεις και τις παρακρατήσεις της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων. Από τις ανωτέρω μειώσεις εξαιρούνται όσοι λαμβάνουν το μηνιαίο εξωϊδρυματικό επίδομα των παρ. 1 και 2 του άρθρου 42 του Ν.1140/1981 (Α΄ 68), όπως ισχύουν. 2. Στους ασφαλισμένους μέχρι 31.12.1992 που αποχώρησαν ή θα αποχωρήσουν της υπηρεσίας από 1.8.2010 και μετά, στους οποίους δεν έχει εκδοθεί η σχετική απόφαση χορήγησης του εφάπαξ βοηθήματος, το ποσό του εφάπαξ βοηθήματος μειώνεται ποσοστιαία κατά φορέα-τομέα πρόνοιας. Συγκεκριμένα: στον Τομέα Πρόνοιας Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου του ΤΑΠΙΤ κατά 2,21%, στον Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων του ΤΑΠΙΤ κατά 17,35%, στον Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Ιπποδρομιών του ΤΑΠΙΤ κατά 18,38%, στον Τομέα Πρόνοιας Ξενοδοχοϋπαλλήλων του ΤΑΠΙΤ κατά 29,77%, στον Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Φαρμακευτικών Εργασιών του ΤΑΠΙΤ κατά 63,91%, στον Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Εμπορικών Καταστημάτων του ΤΑΠΙΤ κατά 41,52%, στον Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ κατά 22,67%, στον Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων ΝΠΔΔ του ΤΠΔΥ κατά 42,29%, στον Τομέα Πρόνοιας Ορθόδοξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος του ΤΠΔΥ κατά 36,94%, στον Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Ταμείου Νομικών του ΤΠΔΥ κατά 52,21%, στον Τομέα Πρόνοιας Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ κατά 6,19%, στον Τομέα Πρόνοιας Εφημ/λών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Αθηνών του ΕΤΑΠ-ΜΜΕ κατά 8,21%, στον Τομέα Πρόνοιας Εφημ/λών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Θεσσαλονίκης του ΕΤΑΠ-ΜΜΕ κατά 28,41%, στον Κλάδο Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΤΑΥΤΕΚΩ κατά 3,84%, στον Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Ιονικής -Λαϊκής Τράπεζας του ΤΑΥΤΕΚΩ κατά 41,17%, στον Τομέα Πρόνοιας Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων του ΕΤΑΑ κατά 17,42%, στον Τομέα Πρόνοιας Δικηγόρων Αθηνών του ΕΤΑΑ κατά 32,80%, στον Τομέα Πρόνοιας Εργοληπτών Δημοσίων Έργων του ΕΤΑΑ κατά 83,00%, στον Τομέα Πρόνοιας Αστυνομικών του ΤΕΑΠΑΣΑ κατά 1,94%, στον Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Αστυνομίας Πόλεων του ΤΕΑΠΑΣΑ κατά 45,49%, στο Λογαριασμό Πρόνοιας Υπαλλήλων ΙΚΑ του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κατά 35,11%. 3. Οι ανωτέρω μειώσεις στους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ και του Κλάδου Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΤΑΥΤΕΚΩ διενεργούνται μετά την εφαρμογή των μειώσεων που προβλέπονται με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 2 του Ν. 4024/2011 (Α΄ 226). 4. Η ποσοστιαία μείωση 42,29%, καθώς και κάθε μεταβολή αυτής, στο ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που χορηγεί ο Τομέας ΝΠΔΔ του ΤΠΔΥ για χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε μετά την 1.1.2006 έχει εφαρμογή και στο ποσό του εφάπαξ βοηθήματος που δικαιούνται οι αποχωρούντες υπάλληλοι, ασφαλισμένοι στο καθεστώς του Ν. 103/1975 (Α΄167), από το νομικό πρόσωπο στο οποίο τηρείτο ο λογαριασμός του Ν. 103/1975 (Α΄167) για χρόνο υπηρεσίας που διανύθηκε μέχρι 31.12.2005, σύμφωνα με το άρθρο 21 του Ν. 3232/2004 (Α΄48). 5. Στα πρόσωπα που δεν έχουν καταβάλει ασφαλιστικές εισφορές για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής ή οποιασδήποτε άλλης αποζημίωσης καταβάλλεται η αποζημίωση, λόγω αποχώρησης από την υπηρεσία για οποιονδήποτε λόγο, του Ν. 3198/1955 (Α΄ 98) σε συνδυασμό με το Ν. 2112/1920 (Α΄ 67) όπως ισχύουν. Το ποσό της καταβαλλόμενης αποζημίωσης είναι ανάλογο με το χρόνο υπηρεσίας που έχει πραγματοποιηθεί εκτός της ασφάλισης σε φορέα-τομέα πρόνοιας προς το συνολικό χρόνο υπηρεσίας τους. Σε καμία περίπτωση η εν λόγω αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό των 15.000,00 ευρώ. 6. Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που ορίζει διαφορετικά τα θέματα των προηγούμενων περιπτώσεων καταργείται. 7. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, που εκδίδεται μέχρι 31.12.2012, μετά από σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, καθορίζεται η νέα τεχνική βάση για τις εφάπαξ παροχές των φορέων - τομέων πρόνοιας, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την υλοποίησή της. Από 1.1.2014 το εφάπαξ βοήθημα που χορηγείται σε όλους τους ασφαλισμένους των φορέων - τομέων πρόνοιας υπολογίζεται σύμφωνα με τη νέα τεχνική βάση για τις εφάπαξ παροχές. | |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ .6. ΑΝΩΤΑΤΟ ΟΡΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΕΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ-ΑΝΑΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΗΣΗΣ ΑΝΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ-ΕΝΙΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΛΕΓΧΟΥ ΚΑΙ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ. 1. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τους ασφαλιζόμενους από 1.1.1993 μισθωτούς που προβλέπεται στην περίπτωση α΄ της παρ. 2 του άρθρου 22 του Ν. 2084/1992 (Α΄ 165), όπως αυτή έχει αντικατασταθεί με την παρ. 1 του άρθρου 13 του Ν. 3232/2004 (Α΄ 48), ισχύει από 1.1.2013 και για τους υπαχθέντες στην ασφάλιση μέχρι 31.12.1992 μισθωτούς των φορέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης, αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας συμπεριλαμβανομένων του ΝΑΤ και της Τράπεζας της Ελλάδος. Όπου από γενική ή καταστατική διάταξη προβλέπεται μεγαλύτερο ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών, αυτό διατηρείται. 2. Αξιώσεις των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας που αφορούν την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών παραγράφονται μετά εικοσαετία από την τελευταία καταβολή. Κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται. 3. Από 1.1.2013 τα επιδόματα και δώρα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας, που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη νόμου ή κανονιστική πράξη ή καταστατική διάταξη για τους συνταξιούχους και βοηθηματούχους όλων των φορέων και τομέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, καθώς και του ΟΓΑ, του ΝΑΤ και της Τράπεζας της Ελλάδος καταργούνται. Κατ΄ εξαίρεση από 1.1.2013 χορηγείται σε όσους λαμβάνουν το εξωϊδρυματικό επίδομα των παρ. 1 και 2 του άρθρου 42 του Ν.1140/1981, όπως ισχύουν, ως δώρο Χριστουγέννων ολόκληρο το ποσό του εξωϊδρυματικού επιδόματος και ως δώρο Πάσχα και επιδόματος αδείας το ήμισυ του μηνιαία καταβαλλόμενου επιδόματος. Το ανωτέρω συνολικό ετήσιο ποσό των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα καθώς και του επιδόματος αδείας επιμερίζεται σε δωδεκάμηνη βάση και προσαυξάνει τη μηνιαία σύνταξή τους. 4. Από 1.1.2013 διακόπτεται η καταβολή της σύνταξης από το ΕΤΕΑ (τέως ΕΤΕΑΜ) στους εκπροσώπους συνδικαλιστικών οργανώσεων και τα δικαιοδόχα μέλη τους που συνταξιοδοτήθηκαν για την ιδιότητά τους αυτή με βάση καταστατικές διατάξεις του τ. Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως Εκπροσώπων και Υπαλλήλων Εργατικών Επαγγελματικών Οργανώσεων (ΤΕΑΕΥΕΕΟ) του α.ν. 971/1937 (Α΄ 482). Κατ΄ εξαίρεση, εξακολουθούν να καταβάλλονται συντάξεις στα πρόσωπα της ανωτέρω κατηγορίας και τα δικαιοδόχα μέλη τους, εφόσον δεν εργάζονται και δεν λαμβάνουν σύνταξη από άλλο φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, ανεξαρτήτως ονομασίας και νομικής μορφής, ή το Δημόσιο. Από την ίδια ως άνω ημερομηνία εξαιρούνται από την ασφάλιση στο ΕΤΕΑ (τ. ΕΤΕΑΜ) οι εκπρόσωποι συνδικαλιστικών οργανώσεων που απέκτησαν την ιδιότητά τους αυτή μέχρι τη συγχώνευση του τ. ΤΕΑΕΥΕΕΟ στο ΕΤΕΑΜ. Οι ασφαλισμένοι του τ. ΤΕΑΕΥΕΕΟ, οι οποίοι ήταν υπάλληλοι συνδικαλιστικών οργανώσεων ή του συγχωνευθέντος Ταμείου, καθώς και οι συνταξιούχοι της κατηγορίας αυτής, διέπονται από 1.1.2013 από τις καταστατικές διατάξεις του ΕΤΕΑ (τ. ΕΤΕΑΜ), καθώς και τις διατάξεις της γενικότερης νομοθεσίας, όπως ισχύουν. Οι εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης, για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί μέχρι 31.12.2012 οριστική απόφαση συνταξιοδότησης, διέπονται από τις καταστατικές διατάξεις του ΕΤΕΑ (τ. ΕΤΕΑΜ). 5. Από 1.1.2013 η μηνιαία σύνταξη ανασφάλιστων υπερηλίκων του Ν. 1296/1982 (Α΄ 128), όπως ισχύει, καταβάλλεται, εφόσον συντρέχουν αθροιστικά οι εξής προϋποθέσεις: α. Έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας τους. β. Δεν λαμβάνουν ή δεν δικαιούνται οι ίδιοι σύνταξη από οποιονδήποτε Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ή το Δημόσιο στην Ελλάδα ή το εξωτερικό, ανεξαρτήτως ποσού, και επίσης, σε περίπτωση εγγάμων, δεν λαμβάνει ο/η σύζυγός τους σύνταξη μεγαλύτερη από το πλήρες ποσό της συνταξιοδοτικής παροχής, λόγω γήρατος, του άρθρου 4 του Ν. 4169/1961. γ. Διαμένουν μόνιμα και νόμιμα στην Ελλάδα τα τελευταία είκοσι (20) έτη πριν την υποβολή της αίτησης για συνταξιοδότηση και εξακολουθούν να διαμένουν κατά τη διάρκεια της συνταξιοδότησής τους. δ. Το συνολικό ετήσιο ατομικό φορολογητέο εισόδημά τους, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων τριακοσίων είκοσι (4.320) ευρώ ή, στην περίπτωση εγγάμων, το συνολικό ετήσιο οικογενειακό φορολογητέο εισόδημα, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των οκτώ χιλιάδων εξακοσίων σαράντα (8.640) ευρώ. Εξαιρούνται της παροχής οι μοναχοί/ες οι οποίοι διαμένουν σε Ιερές Μονές και συντηρούνται από αυτές και όσοι εκτίουν ποινή φυλάκισης. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας μετά γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΓΑ και του ΣΚΑ καθορίζονται τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την απόδειξη της συνδρομής των προϋποθέσεων που ορίζονται στις περιπτώσεις β΄ έως δ΄ της προηγούμενης παραγράφου, και η διαδικασία ελέγχου των εισοδηματικών κριτηρίων, καθώς και οι κυρώσεις που επιβάλλονται σε όσους υποβάλλουν ανακριβή στοιχεία. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας δύνανται να αναπροσαρμόζονται τα ποσά που αναφέρονται στην περίπτωση δ΄. Εκκρεμείς αιτήσεις, καθώς και αιτήσεις που υποβάλλονται μέχρι 31.12.2012 κρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος πλην του ορίου ηλικίας που ορίζεται το 65ο έτος. Με τα κριτήρια που ορίζονται στις περιπτώσεις β΄ έως και δ΄ της παρούσας ρύθμισης, επανακρίνονται από 1.1.2013 και όσοι έχουν ήδη καταστεί συνταξιούχοι. 6. Εισφορές ασφαλισμένων του ΟΓΑ για υγειονομική περίθαλψη που δεν έχουν καταβληθεί εμπρόθεσμα για χρόνο ασφάλισης μέχρι 31.12.2012, επαναϋπολογίζονται με ποσοστό 2,50% επί του ποσού της ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 4 του Ν. 2458/1997 (Α΄15) στην οποία είχαν καταταγεί και ισχύει κατά το χρόνο καταβολής των εισφορών. 7........... 8. Από 1.7.2013 η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης Α.Ε. (Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε.) του ν. 3607/2007 (Α΄ 245) καθίσταται ενιαίος φορέας ελέγχου και πληρωμών συντάξεων των δικαιούχων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (Φ.Κ.Α.) και του Δημοσίου. Από 1.1.2013 μέχρι την 30ή.6.2013 οι πληρωμές των συντάξεων διενεργούνται από τους Φ.Κ.Α. μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας των επόμενων παραγράφων. Από 1.12.2012 η Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε. συγκεντρώνει, ελέγχει και διασταυρώνει τα στοιχεία των συντάξεων των δικαιούχων των Φ.Κ.Α. και υπολογίζει το ποσό της μείωσης για τους συνταξιούχους, καθώς και για όσους λαμβάνουν συντάξεις από περισσότερους του ενός φορέα. Οι Φ.Κ.Α. αποστέλλουν έως τη δέκατη (10η) ημέρα κάθε μήνα στην Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε., σε ηλεκτρονική μορφή μηνιαίο αρχείο πληρωμών συντάξεων, στο οποίο περιέχονται αναλυτικά και ανά συνταξιούχο τα ποσά των συντάξεων που καταβάλλει ο κάθε φορέας. Τα Αρχεία Πληρωμών Συντάξεων περιέχουν όλα τα αναγκαία στοιχεία ταυτοποίησης (Α.Μ.Κ.Α., Α.Φ.Μ. κ.λπ.). Σε περίπτωση ελλιπών στοιχείων, η επεξεργασία υλοποιείται στα διαθέσιμα στοιχεία και στους ταυτοποιημένους συνταξιούχους. Οι Φ.Κ.Α. πραγματοποιούν τις μεταβολές των ποσών συντάξεων για τις οποίες έχουν ενημερωθεί από την Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε.. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, μετά από γνώμη του Δ.Σ. της Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε., του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης και της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης (Γ.Γ.Π.Σ.Ψ.Δ.), ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τις υποχρεώσεις των Φ.Κ.Α., τις υποχρεώσεις της Η.ΔΙ.Κ.Α. Α. Ε., θέματα διασταυρώσεων και ταυτοποίησης στοιχείων προσώπων και αλληλοενημερώσεων μεταξύ Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε. και Γ.Γ.Π.Σ.Ψ.Δ., καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την υλοποίηση του παρόντος. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ρυθμίζονται τα θέματα των συντάξεων των προσώπων της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4387/2016 (Α΄ 85), αναφορικά με τις υποχρεώσεις της Η.ΔΙ.Κ.Α. Α. Ε. και του Υπουργείου Οικονομικών, θέματα διασταυρώσεων και ταυτοποίησης στοιχείων προσώπων και αλληλοενημερώσεων μεταξύ Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε., Γ.Γ.Π.Σ.Ψ.Δ. και ΔΙΑΣ Α.Ε., καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με τον καθορισμό και την εφαρμογή της διαδικασίας πληρωμής των συντάξεων της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4387/2016. 9. Η προβλεπόμενη από τη διάταξη της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν.Δ. 2963/1954 (Α΄ 195), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, εισφορά 0,75% επί των ημερομισθίων και μισθών των εργαζομένων υπέρ του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, η οποία βαρύνει τον οικείο εργοδότη, καταργείται από 1ης Νοεμβρίου 2012. 10. Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Ν. 678/1977 (Α΄246) και του εδάφιου Γ΄ του άρθρου 7 του Ν. 3144/2003 (Α΄111) εισφορά 0,35% υπέρ Οργανισμού Εργατικής Εστίας, η οποία βαρύνει τον οικείο εργοδότη, καταργείται από 1ης Νοεμβρίου 2012. 11. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας δύναται να καθοριστεί και κάθε άλλο αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή των περιπτώσεων 9 και 10 της παρούσας υποπαραγράφου. | |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ .7. ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΟΥ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΤΗ, ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ, ΤΑ ΙΔΙΩΤΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΕΥΡΕΣΕΩΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΝΟΜΩΝ 3919/2011 και 4038/2012 ....... 9. Από τη δημοσίευση του παρόντος καταργούνται οι ακόλουθες διατάξεις νόμων, προεδρικών διαταγμάτων, αναγκαστικών νόμων, νομοθετικών διαταγμάτων, όπως ισχύουν σήμερα, καθώς και κάθε κανονιστική διοικητική πράξη που εκδόθηκε κατ΄ εξουσιοδότηση αυτών: - Το άρθρο 5 του Ν. 74/1975 (Α΄ 139). - Το Ν.Δ. 1254/1949 (Α΄ 288) με εξαίρεση τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 6 αυτού. - Το άρθρο 9 του Ν.Δ. 3789/1957. - Τα άρθρα 11 και 12 του Π.Δ. 369/1989. - Η παρ. 4 του άρθρου 1, τα άρθρα 3, 4, 5, 6, οι παράγραφοι 1, 3, 5, 6 και 7 του άρθρου 7 του Ν. 1082/1980 και το Π.Δ. 104/1985. - Τα άρθρα 37, 38 και 39 του Ν. 3239/1955. - Οι παράγραφοι 3, 5, 6 και 7 του άρθρου 3 του Ν. 4504/1966. - Το προεδρικό διάταγμα 4/9 Μαρτίου 1932 (Α΄ 64) Κωδικοποιημένος Νόμος 5167/1932 με εξαίρεση τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 11 αυτού. - Ο ν. 1473/1950. - Ο α.ν. 2212/1940. - Ο Ν. 1749/1944. - Το άρθρο 26 του Ν.Δ. 3083/1954. - Ο α.ν. 381/1936. - Το άρθρο 2 του Ν.Δ. 1782/1942. - Το άρθρο 5 του Ν. 6178/1934 με εξαίρεση τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 5 αυτού. - Το άρθρο 4 του α.ν. 1495/1938. - Το άρθρο 9 εδαφ.1 του α.ν. 583/1937. - Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 4547/1955. - Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 25 του Ν. 1876/1990. Οι Επιτροπές Ρύθμισης Φορτοεκφορτώσεων Ξηράς που προβλέπονταν στο άρθρο 11 του Π.Δ. 369/1989 (Α΄164), καθώς και οι Επιτροπές Ρύθμισης Φορτοεκφορτώσεων Λιμένων που προβλέπονταν στο άρθρο 12 του Π.Δ. 369/1989 , οι οποίες καταργήθηκαν με τα παραπάνω εδάφια, ασκούν μόνο και αποκλειστικά αρμοδιότητες εκκαθάρισης, για θέματα, που προβλέπονται στην περίπτωση στ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 11 και στην περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του Π.Δ. 369/1989, και αυτό μέχρι την περάτωση της εκκαθάρισης των λογαριασμών τους και όχι πέραν του διμήνου από τη δημοσίευση του νόμου. ..... |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ .8. ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ 1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 122 του Ν. 4052/2012 (Α΄ 41) αντικαθίσταται ως εξής: «Οι ΕΠΑ δεν επιτρέπεται να ασκούν άλλη δραστηριότητα πέραν αυτής που ορίζεται στο άρθρο 115 περίπτωση β΄, με εξαίρεση: α) μεσολάβηση για εξεύρεση θέσεως εργασίας, για την οποία έχει γίνει αναγγελία έναρξής της στη Διεύθυνση Απασχόλησης και δεν έχει απαγορευτεί η άσκηση της εν λόγω δραστηριότητας, β) αξιολόγηση ή και κατάρτιση ανθρώπινου δυναμικού, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, γ) συμβουλευτική και επαγγελματικό προσανατολισμό, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.» 2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 123 του Ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Επιχείρηση Προσωρινής Απασχόλησης μπορεί να συσταθεί από φυσικό ή νομικό πρόσωπο.» 3. Τα άρθρα 2 και 3 της υπ. αριθμ. 30342/2002 απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Β΄ 337) καταργούνται. 4. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 117 του Ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «α) Αν συνεχίζεται η απασχόληση του μισθωτού από τον έμμεσο εργοδότη μετά τη λήξη της διάρκειας της αρχικής τοποθέτησης και των τυχόν νόμιμων ανανεώσεών της ακόμα και με νέα τοποθέτηση, χωρίς να μεσολαβεί διάστημα είκοσι τριών (23) ημερολογιακών ημερών, θεωρείται ότι πρόκειται για σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου μεταξύ του μισθωτού και του έμμεσου εργοδότη.» |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ .9. ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1.α. Η παράγραφος 1 του άρθρου 98 του Ν. 4052/2012 (Α΄ 41) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Αντικείμενο των Ιδιωτικών Γραφείων Ευρέσεως Εργασίας (στο εξής Ι.Γ.Ε.Ε.) και των υποκαταστημάτων τους είναι η μεσολάβηση για τη σύναψη συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας μεταξύ εργοδοτών και αναζητούντων εργασία ημεδαπών ή πολιτών κράτους - μέλους Ευρωπαϊκής΄Ενωσης ή νομίμως διαμενόντων στην Ελλάδα πολιτών τρίτων χωρών με δικαίωμα πρόσβασης στην απασχόληση, υπό την προϋπόθεση ότι για συγκεκριμένες ειδικότητες δεν προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις διαφορετικός τρόπος προώθησης στην απασχόληση. Επίσης, τα Ιδιωτικά Γραφεία Ευρέσεως Εργασίας επιτρέπεται να ασκούν τη δραστηριότητα της συμβουλευτικής και του επαγγελματικού προσανατολισμού, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στις κείμενες διατάξεις.» β. Η παράγραφος 2 του άρθρου 98 του Ν. 4052/2012 καταργείται. 2. Το εδάφιο β΄ της παρ. 2 του άρθρου 100 του Ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «β. να είναι κάτοχος πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ημεδαπής ή με αναγνωρισμένο ισότιμο τίτλο αλλοδαπής, οποιουδήποτε αντικειμένου, αλλά να διαθέτει αποδεδειγμένη διετή εμπειρία σε θέματα διαχείρισης ανθρωπίνων πόρων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα στοιχεία i), ii) και iii) της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 101.» 3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 100 του Ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Οι μεσολαβήσεις διενεργούνται από τον διευθυντή του ΙΓΕΕ ή και από υπάλληλο του ΙΓΕΕ, ο οποίος έχει τα προσόντα που προβλέπονται στην παράγραφο 2.» 4. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 101 του Ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «β) ως προς την κτιριακή υποδομή: Το ΙΓΕΕ πρέπει να διαθέτει έναν επαγγελματικό χώρο, ιδιόκτητο ή μισθωμένο, αυτόνομο για τους σκοπούς του, ώστε να προστατεύονται τα προσωπικά δεδομένα των αναζητούντων εργασία και των εργοδοτών. Ο ανωτέρω χώρος πρέπει να είναι σύμφωνος με το π.δ. 16/1996 «Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας στους χώρους εργασίας σε συμμόρφωση με την Οδηγία 89/654/ΕΟΚ» (Α΄ 10). Το ΙΓΕΕ πρέπει να προσκομίζει πιστοποιητικό πυρασφάλειας σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και φωτοαντίγραφο του τίτλου ιδιοκτησίας ή του μισθωτηρίου συμβολαίου.» 5. Το στοιχείο ββ΄ της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 101 του Ν. 4052/2012 (Α΄ 41 ) αντικαθίσταται ως εξής: «ββ) υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του Ν.1599/1986 (Α΄ 75) και της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του Ν. 2690/1999 (Α΄ 45) του Διευθυντή του Ι.Γ.Ε.Ε., στην οποία θα αναφέρεται η επαγγελματική εμπειρία του και η οποία θα συνοδεύεται από τα παρακάτω δικαιολογητικά απόδειξης της διετούς εμπειρίας της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 100.» 6. Το στοιχείο i) της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 101 του Ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «i) αποδεικτικά της απαιτούμενης επαγγελματικής εμπειρίας για τον Διευθυντή [πιστοποιητικά ή βεβαιώσεις προϋπηρεσίας εργοδοτών-επιχειρήσεων, βεβαίωση κύριου ασφαλιστικού φορέα ή αντίγραφα των δελτίων ασφαλιστικών εισφορών ή των Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων (ΑΠΔ) για το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στις βεβαιώσεις των επιχειρήσεων, βεβαίωση από την οικεία Επιθεώρηση Εργασίας ή απόσπασμα κατατεθειμένου Πίνακα Προσωπικού από αυτήν ή αναγγελία πρόσληψης στον ΟΑΕΔ από τις επιχειρήσεις που χορήγησαν τη βεβαίωση προϋπηρεσίας].» 7. Η υποπερίπτωση γγ΄ της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 101 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «γγ) αναγγελία πρόσληψης από τον ΟΑΕΔ και Πίνακα Προσωπικού και ωρών εργασίας που έχει κατατεθεί στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας, εκ των οποίων αποδεικνύεται η πρόσληψη του διευθυντή του ΙΓΕΕ στην περίπτωση του εδαφίου β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 100 του παρόντος. Ο Πίνακας Προσωπικού και ωρών εργασίας αναζητείται από την οικεία Επιθεώρηση Εργασίας από τη Διεύθυνση Απασχόλησης.» 8. Το στοιχείο δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 101 του Ν. 4052/2012 καταργείται. 9. Η παράγραφος 2 του άρθρου 102 του Ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Για την άσκηση της δραστηριότητας/επαγγέλματος από υποκατάστημα Ι.Γ.Ε.Ε. πρέπει να πληρούνται οι όροι, οι προϋποθέσεις και να προσκομίζονται τα δικαιολογητικά που ορίζονται στα άρθρα 100 και 101 του παρόντος. Από τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στα ανωτέρω άρθρα προσκομίζονται μόνο αυτά που αφορούν αποκλειστικά το υποκατάστημα και όσα έχουν κατατεθεί ήδη αλλά έχει παρέλθει η ημερομηνία ισχύος τους.» 10. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 104 του Ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «Ειδικά αν μεταβληθεί η έδρα του Ι.Γ.Ε.Ε. ή του υποκαταστήματος αυτού εφαρμόζεται η διαδικασία για έναρξη της άσκησης δραστηριότητας-επαγγέλματος ΙΓΕΕ του άρθρου 101, προσκομίζοντας τα απαιτούμενα δικαιολογητικά που αφορούν την επελθούσα μεταβολή, καθώς και τα δικαιολογητικά που έχουν κατατεθεί ήδη αλλά έχει παρέλθει η ημερομηνία ισχύος τους.» |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ IA.10. ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΔΥΝΑΜΩΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ-ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΑΥΤΩΝ 1. α. Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 του Ν.Δ. 1037/1971 «Περί χρονικών ορίων λειτουργίας των καταστημάτων και εργασίας του προσωπικού αυτών» από την έναρξη ισχύος του παρόντος αντικαθίσταται ως εξής: «Αρθρο 7 Απαγόρευση συναλλαγών σε καταστήματα Κατά τις ώρες μη λειτουργίας των καταστημάτων απαγορεύεται κάθε συναλλαγή εντός αυτών.» β. Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του Ν.Δ.1037/1971, το άρθρο 7α του Ν.Δ.1037/1971 που προστέθηκε με το άρθρο 244 του Ν. 4072/2012 καταργούνται. 2. Η παράγραφος 6 του άρθρου 42 του Ν. 1892/1990 εφαρμόζεται ανεξαρτήτως του χρόνου λειτουργίας των καταστημάτων, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 1 του Ν.Δ. 1037/1971, όπως αυτό ισχύει σε συνδυασμό με την παράγραφο 1 του άρθρου 42 του Ν.1892/1990, όπως ισχύει. |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ .11. ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΝΟΜΙΜΟΥ ΚΑΤΩΤΑΤΟΥ ΜΙΣΘΟΥ ΚΑΙ ΚΑΤΩΤΑΤΟΥ ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ (ΔΙΑΤΑΞΗ ΠΛΑΙΣΙΟ), ΚΑΤΩΤΑΤΟΣ ΝΟΜΙΜΟΣ ΜΙΣΘΟΣ ΚΑΙ ΗΜΕΡΟΜΙΣΘΙΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ 1. Με την παρούσα διάταξη θεσπίζεται νέο σύστημα καθορισμού νόμιμου κατωτάτου μισθού υπαλλήλων και ημερομισθίου εργατοτεχνιτών, το οποίο τίθεται σε ισχύ την 1.4.2013. Εντός του πρώτου τριμήνου του 2013 θεσπίζεται με πράξη υπουργικού συμβουλίου η διαδικασία διαμόρφωσης νομοθετικώς καθορισμένου νόμιμου κατώτατου μισθού και κατώτατου ημερομισθίου για τους εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου όλης της χώρας, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, της αγοράς εργασίας (ιδίως ως προς τα ποσοστά ανεργίας και απασχόλησης) και τη διαβούλευση της κυβέρνησης με εκπροσώπους κοινωνικών εταίρων, εξειδικευμένους επιστημονικούς, ερευνητικούς και λοιπούς φορείς. Κατά το Α΄ τρίμηνο του 2014 το σύστημα αυτό αξιολογείται ως προς την απλότητα και αποτελεσματικότητα της εφαρμογής, τη μείωση της ανεργίας, την αύξηση της απασχόλησης και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. 2. α. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν. 1876/1990 αντικαθίσταται ως εξής: «Οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας καθορίζουν τους ελάχιστους μη μισθολογικούς όρους εργασίας, που ισχύουν για τους εργαζόμενους όλης της χώρας. Βασικοί μισθοί, βασικά ημερομίσθια, κάθε είδους προσαυξήσεις αυτών και γενικά κάθε άλλος μισθολογικός όρος, ισχύουν μόνο για τους εργαζόμενους που απασχολούνται από εργοδότες των συμβαλλομένων εργοδοτικών οργανώσεων και δεν επιτρέπεται να υπολείπονται του νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.» β. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Ν. 1876/1990 προστίθενται οι λέξεις «, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του νόμου.» 3. Μέχρι τη λήξη της περιόδου οικονομικής προσαρμογής που προβλέπουν τα Μνημόνια που προσαρτώνται στο Ν. 4046/2012 και οι επακολουθούσες τροποποιήσεις αυτών καθορίζεται ο νόμιμος κατώτατος μισθός υπαλλήλων και το ημερομίσθιο εργατοτεχνιτών ως εξής: (α) Για τους υπάλληλους άνω των 25 ετών ο κατώτατος μισθός ορίζεται 586,08 ευρώ και για τους εργατοτεχνίτες άνω των 25 ετών το κατώτατο ημερομίσθιο ορίζεται σε 26,18 ευρώ. (β) Για τους υπάλληλους κάτω των 25 ετών ο κατώτατος μισθός ορίζεται 510,95 ευρώ και για τους εργατοτεχνίτες κάτω των 25 ετών το κατώτατο ημερομίσθιο ορίζεται σε 22,83 ευρώ. (γ) i) Ο κατά τα άνω κατώτατος μισθός των υπαλλήλων άνω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 10% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως τρεις τριετίες και συνολικά 30% για προϋπηρεσία 9 ετών και άνω και το κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών άνω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 5% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως έξι τριετίες και συνολικά 30% για προϋπηρεσία 18 ετών και άνω. ii) Ο κατά τα άνω κατώτατος μισθός των υπαλλήλων κάτω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 10% για μία τριετία προϋπηρεσίας και για προϋπηρεσία 3 ετών και άνω και το κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών κάτω των 25 ετών προσαυξάνεται με ποσοστό 5% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας και έως δύο τριετίες και συνολικά 10% για προϋπηρεσία 6 και άνω ετών. iii) Για τους εγγεγραμμένους ανέργους στα οικεία μητρώα ανέργων, άνω των 25 ετών με διάρκεια συνεχόμενης ανεργίας μεγαλύτερη των 12 μηνών (μακροχρόνια ανεργία ) που προσλαμβάνονται ως υπάλληλοι, ο κατώτατος μισθός της περίπτωσης α΄ της παρούσης παραγράφου προσαυξάνεται με ποσοστό 5% για κάθε τριετία και συνολικά με 15% για προϋπηρεσία 9 ετών και άνω. δ) Οι ως άνω προσαυξήσεις προϋπηρεσίας καταβάλλονται σε εργαζόμενο με προϋπηρεσία σε οποιονδήποτε εργοδότη και με οποιαδήποτε ειδικότητα, για μεν τους εργατοτεχνίτες μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους, για δε τους υπαλλήλους μετά τη συμπλήρωση του 19ου έτους της ηλικίας τους και ισχύουν για την συμπληρωθείσα υπηρεσία την 14.2.2012. ε) Πέραν της μηνιαίας τακτικής προσαύξησης λόγω προϋπηρεσίας καμία άλλη προσαύξηση δεν περιλαμβάνεται στο νομοθετικώς καθορισμένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο. στ) Έως ότου η ανεργία διαμορφωθεί σε ποσοστό κάτω του 10% αναστέλλεται η προσαύξηση του νομοθετικώς καθορισμένου νόμιμου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου για προϋπηρεσία, που συμπληρώνεται μετά την 14.2.2012. ζ) Ατομικές συμβάσεις εργασίας και συλλογικές συμβάσεις εργασίας κάθε είδους δεν επιτρέπεται να ορίζουν μηνιαίες τακτικές αποδοχές ή ημερομίσθιο πλήρους απασχόλησης κατώτερο από το νομοθετικώς καθορισμένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο. 4. Κάθε αναφορά της ισχύουσας νομοθεσίας γενικά στον ελάχιστο μισθό ή στο ελάχιστο ημερομίσθιο της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) νοείται ο νόμιμος νομοθετημένος κατώτατος μισθός και κατώτατο ημερομίσθιο. | |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ.12 ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΜΕ ΣΧΕΣΗ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΟΡΙΣΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ. 1. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου η διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 2112/1920 (Α΄ 67), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει και το εδάφιο Β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 74 του Ν. 3863/2010 (Α΄ 115), όπως αυτό τροποποιήθηκε από το εδάφιο β΄ της παρ. 5 του άρθρου 17 του Ν. 3899/2010 (Α΄ 212) αντικαθίστανται ως εξής: «1. Η καταγγελία σύμβασης εργασίας ιδιωτικού υπαλλήλου με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, διάρκειας πέραν των δώδεκα (12) μηνών, δεν δύναται να πραγματοποιηθεί χωρίς προηγούμενη έγγραφη προειδοποίηση του εργοδότη, και η οποία θα ισχύει από την επομένη της γνωστοποίησής της προς τον εργαζόμενο με τους εξής όρους: α) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δώδεκα (12) «συμπληρωμένους» μήνες έως δύο (2) έτη, απαιτείται προειδοποίηση ενός (1) μηνός πριν την απόλυση. β) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δύο (2) έτη συμπληρωμένα έως πέντε (5) έτη, απαιτείται προειδοποίηση δύο (2) μηνών πριν την απόλυση. γ) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από πέντε (5) έτη συμπληρωμένα έως δέκα (10) έτη απαιτείται προειδοποίηση τριών (3) μηνών πριν την απόλυση. δ) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δέκα (10) έτη συμπληρωμένα και άνω απαιτείται προειδοποίηση τεσσάρων (4) μηνών πριν την απόλυση. Εργοδότης που προειδοποιεί εγγράφως τον εργαζόμενο κατά τα ανωτέρω, καταβάλλει στον απολυόμενο το ήμισυ της κατά το επόμενο εδάφιο του παρόντος αποζημίωσης.» 2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος η παράγραφος 1 του άρθρου 3 του Ν. 2112/1920, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «3. 1. Εργοδότης που παραμελεί την υποχρέωση προειδοποίησης για καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου ιδιωτικού υπαλλήλου οφείλει να καταβάλει στον απολυόμενο υπάλληλο αποζημίωση απόλυσης ως κατωτέρω, εκτός αν οφείλεται μεγαλύτερη αποζημίωση βάσει σύμβασης ή εθίμου ως εξής: ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ | Χρόνος υπηρεσίας στον ίδιο εργοδότη | Ποσό αποζημίωσης | 1 έτος συμπλ. έως 4 έτη | 2 μηνών | 4 έτη συμπλ. έως 6 έτη | 3 μηνών | 6 έτη συμπλ. έως 8 έτη | 4 μηνών | 8 έτη συμπλ. έως 10 έτη | 5 μηνών | 10 έτη συμπλ. | 6 μηνών | 11 έτη συμπλ. | 7 μηνών | 12 έτη συμπλ. | 8 μηνών | 13 έτη συμπλ. | 9 μηνών | 14 έτη συμπλ. | 10 μηνών | 15 έτη συμπλ. | 11 μηνών | 16 έτη συμπλ. και άνω | 12 μηνών» | Ο υπολογισμός της ως άνω αποζημίωσης γίνεται με βάση τις τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Ν. 3198/1955 (Α΄ 98) εξακολουθεί να ισχύει. 3. Για ιδιωτικούς υπαλλήλους με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, που ήδη απασχολούνται και έχουν συμπληρώσει στον ίδιο εργοδότη προϋπηρεσία άνω των δεκαεπτά (17) ετών, καταβάλλεται αποζημίωση απόλυσης επιπλέον της προβλεπόμενης στην προηγούμενη περίπτωση αποζημίωσης, οποτεδήποτε κι αν απολυθούν κατά την εξής αναλογία: Για 17 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα | 1 μηνός αποζημίωση | Για 18 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα | 2 μηνών αποζημίωση | Για 19 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα | 3 μηνών αποζημίωση | Για 20 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα | 4 μηνών αποζημίωση | Για 21 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα | 5 μηνών αποζημίωση | Για 22 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα | 6 μηνών αποζημίωση | Για 23 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα | 7 μηνών αποζημίωση | Για 24 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα | 8 μηνών αποζημίωση | Για 25 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα | 9 μηνών αποζημίωση | Για 26 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα | 10 μηνών αποζημίωση | Για 27 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα | 11 μηνών αποζημίωση | Για 28 έτη προϋπηρεσίας και άνω | 12 μηνών αποζημίωση | Για τον ανωτέρω υπολογισμό λαμβάνονται υπόψη: i) ο χρόνος προϋπηρεσίας που είχε συμπληρώσει ο υπάλληλος κατά τη δημοσίευση του παρόντος ανεξάρτητα από το χρόνο απόλυσής του, και ii) οι τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης που δεν υπερβαίνουν το πόσο των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ. Σε περίπτωση που συντρέχουν οι προϋποθέσεις του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 8 του Ν. 3198/1955, όπως αυτό έχει τροποποιηθεί, λαμβάνονται υπόψη για τον ανωτέρω υπολογισμό οι τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης, με την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Ν. 3198/1955. 4. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, οποιαδήποτε διάταξη ευνοϊκότερη των περιπτώσεων 2 και 3 της παρούσας υποπαραγράφου, προσαρμόζεται στα προβλεπόμενα από αυτές όρια. |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ .13. ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΙΩΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΒΑΡΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟ ΣΩΜΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 30 του Ν. 3996/2011 (Α΄ 170) αντικαθίσταται ως εξής: «Ο εργοδότης υποχρεούται να καταθέσει συμπληρωματικούς πίνακες προσωπικού ως προς τα μεταβληθέ-ντα στοιχεία: α) για την πρόσληψη νέου εργαζομένου, το αργότερο την ίδια ημέρα της πρόσληψης και πάντως πριν την ανάληψη υπηρεσίας από τον εργαζόμενο, β) για την αλλαγή ή τροποποίηση του ωραρίου ή την οργάνωση του χρόνου εργασίας την ίδια μέρα ή το αργότερο εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών από την ημέρα αλλαγής ή τροποποίησης του ωραρίου ή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας και γ) για την αλλαγή νόμιμου εκπροσώπου της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης και για μεταβολή των αποδοχών των εργαζομένων εντός 15 μερών. Η κατάθεση συμπληρωματικών στοιχείων μπορεί γίνει γραπτά ή ηλεκτρονικά.» 2. Η υπέρβαση του νομίμου ωραρίου εργασίας για περιπτώσεις που δεν υπάγονται στα προβλεπόμενα στις σχετικές διατάξεις του άρθρου 3 του Ν.Δ. 515/1970 (ΦΕΚ Α΄95.) επιτρέπεται για δύο (2) ώρες ημερησίως και έως εκατόν είκοσι (120) ώρες το έτος, έπειτα από αναγγελία αυτών από τον εργοδότη στην οικεία Κοινωνική Επιθεώρηση Εργασίας πριν ή το αργότερο κατά την ημέρα πραγματοποίησης της υπερωριακής απασχόλησης, με ταυτόχρονη ενημέρωση του Ειδικού Βιβλίου Υπερωριών, που τηρείται στην επιχείρηση σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1 του Ν.Δ. 515/1970 και το άρθρο 13 του Ν. 3846/2010. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λόγω επειγουσών επιχειρησιακών αναγκών, η υπερωριακή απασχόληση επιτρέπεται να αναγγέλλεται στην οικεία Κοινωνική Επιθεώρηση Εργασίας το αργότερο εντός της επόμενης ημέρας από την έναρξη της υπερωριακής απασχόλησης. Αντίγραφο της αναγγελίας τηρείται στον τόπο παροχής της εργασίας. 3. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται η θεώρηση του βιβλίου δρομολογίων από την οικεία Κοινωνική Επιθεώρηση Εργασίας, η τήρηση του οποίου προβλέπεται: α) για τα φορτηγά αυτοκίνητα από τη διάταξη του άρθρου 4 του β.δ. 28 Ιαν. 1938 (Α΄ 35) όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, β) για τα τουριστικά λεωφορεία από τη διάταξη του άρθρου 2 της υ.α. 51266/1975 (Β΄ 1458), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, και γ) για τα λεωφορεία του ΚΤΕΛ από τη διάταξη του άρθρου 27 του Π.Δ. 246/2006 (Α΄ 261), όπως ισχύει. (Σημ.Ε.Ο.Ε7: Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 70 του Ν.4174/2013 (ΦΕΚ Α’ 170/26-07-2013) ορίζεται ότι, η διάταξη της υποπαραγράφου 3 της παρ.ΙΑ.13 του Ν. 4093/2012 (ΦΕΚ Α’ 222) ισχύει και για το βιβλίο δρομολογίων των επιβατικών αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης όπως προβλέπεται με το Β.Δ.14/1950.) 4. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται η θεώρηση του Βιβλίου Ημερήσιων Δελτίων Απασχολούμενου Προσωπικού οικοδομικών εργασιών και τεχνικών έργων από την οικεία κοινωνική επιθεώρηση εργασίας, η τήρηση του οποίου προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου μόνου της υ.α. 1801/1989 (Β΄ 569΄) όπως ισχύει. | |
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ .14. ΧΡΟΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΕΙΣΦΟΡΑΣ ΥΠΕΡ ΤΕΑΠΥΚ 1. Από την ισχύ του παρόντος, η παράγραφος 4 του άρθρου 42 του Ν. 1892/1990 (Α΄ 101) αντικαθίσταται ως εξής: «4. Με Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας μπορούν να καθορίζονται ζητήματα που αφορούν τις ημέρες εβδομαδιαίας απασχόλησης εργαζομένων στα καταστήματα για συνολικό εβδομαδιαίο συμβατικό ωράριο 40 ωρών.» 2. Το άρθρο 3 του Π.Δ. 88/1999 (Α΄ 94) «Ελάχιστες προδιαγραφές για την οργάνωση του χρόνου εργασίας σε συμμόρφωση με την Οδηγία 93/104/ΕΚ» αντικαθίσταται ως εξής: «Αρθρο 3 (Αρθρο 3 Οδηγίας) Ημερήσια ανάπαυση Για κάθε περίοδο είκοσι τεσσάρων (24) ωρών, η ελάχιστη ανάπαυση δεν μπορεί να είναι κατώτερη από έντεκα (11) συνεχείς ώρες. Η περίοδος των είκοσι τεσσάρων (24) ωρών αρχίζει την 00:01 και λήγει την 24:00 ώρα.» 3. Το άρθρο 8 του Ν. 549/1977 (Α΄ 55), κατά το μέρος που κύρωσε το άρθρο 7 της από 26.1.1977 ΕΓΣΣΕ (Β΄ 60), και το οποίο είχε τροποποιηθεί με το άρθρο 6 του Ν. 3846/2010 (Α΄ 66), αντικαθίσταται ως εξής: «Αρθρο 7 Κατάτμηση αδείας i) Επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση, η κατάτμηση του χρόνου αδείας εντός του αυτού ημερολογιακού έτους σε δύο περιόδους, εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης. Σε κάθε περίπτωση η πρώτη περίοδος της αδείας δεν μπορεί να περιλαμβάνει λιγότερες των έξι (6) εργασίμων ημερών επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και των πέντε (5) εργασίμων ημερών επί πενθημέρου ή προκειμένου περί ανηλίκων των δώδεκα (12) εργασίμων ημερών. ii) Η κατάτμηση του χρόνου αδείας επιτρέπεται και σε περισσότερες των δύο περιόδων, από τις οποίες η μία πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον δώδεκα (12) εργάσιμες ημέρες επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και δέκα (10) εργάσιμες ημέρες, επί πενθημέρου, ή προκειμένου περί ανηλίκων δώδεκα (12) εργάσιμες ημέρες, μετά από έγγραφη αίτηση του εργαζόμενου προς τον εργοδότη. Ειδικά, σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που απασχολούν τακτικό και εποχικό προσωπικό και παρουσιάζουν ιδιαίτερη σώρευση εργασίας που οφείλεται στο είδος ή στο αντικείμενο εργασιών τους, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του έτους, για το τακτικό προσωπικό, ο εργοδότης δύναται να χορηγεί το τμήμα της αδείας των 10 εργασίμων ημερών επί πενθημέρου ή 12 επί εξαημέρου, οποτεδήποτε εντός του ημερολογιακού έτους. Η αίτηση αυτή του εργαζόμενου, καθώς και η απόφαση του εργοδότη δεν απαιτούν έγκριση από την αρμόδια υπηρεσία του ΣΕΠΕ, διατηρούνται στην επιχείρηση επί πέντε (5) έτη και είναι στη διάθεση των Επιθεωρητών Εργασίας. Οι ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής διέπονται κατά τα λοιπά από τις διατάξεις της νομοθεσίας για την άδεια.» 4.α. Η προβλεπόμενη εισφορά ασφαλισμένου ποσοστού 4,950 τοις χιλίοις επί των ανά λίτρο προ Φ.Π.Α. τιμών των βενζινών, των πετρελαίων εκτός πετρελαίου θέρμανσης και φωτιστικού και του υγραερίου υπέρ του Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων «ΤΕΑΠΥΚ» του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Ο.Α.Ε.Ε., της παραγράφου 2 του άρθρου 9 της υ.α. 20210/4231/152/26.2.2004 (Β΄ 427) καταργείται από τον επόμενο μήνα της δημοσίευσης του παρόντος νόμου. β. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε., αναλογιστική μελέτη και γνώμη του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλειας (ΣΚΑ) καθορίζονται οι πόροι υπέρ του Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων «ΤΕΑΠΥΚ», ο τρόπος είσπραξης και απόδοσής τους, ο υπολογισμός των παροχών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. |
|
|