Πίνακες αποδοχών Αθήνα, 10 Νοεμβρίου 2020 Αρ. Πρωτ. Μ-Δ: 339 Θέμα: Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των Τεχνικών Ραδιοφώνου μελών της ΕΤΕΡ, που εργάζονται σε ραδιοφωνικούς σταθμούς (Ρ/Σ) μέλη της ΕΙΙΡΑ. Προς: 1. Ένωση Ιδιοκτητών Ιδιωτικών Ραδιοφωνικών Σταθμών Αττικής (ΕΠΡΑ), Βασιλίσσης Σοφίας 85 (2ος όροφος Ρ/Σ KISS FM), 151 24 Μαρούσι 2. Ένωση Τεχνικών Ελληνικής Ραδιοφωνίας (ΕΤΕΡ), 3ης Σεπτεμβρίου 48β (5ος όροφος, γραφ. 519), 104 33 Αθήνα ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΕΝΤ. 2/2020 Η ΠΕΝΤΑΜΕΛΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΑΠΉΣΙΑΣ ΤΟΥ Ο.ΜΕ.Δ. (του άρθρου 16 Α του ν. 1876/1990) Συνεδρίασε στην Αθήνα με έδρα τον Ο.ΜΕ.Δ., την Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2020, ώρα 15:300 με την εξής σύνθεση: α) Μαρίνα Παπαδοπούλου, Σύμβουλος Επικρατείας (Πρόεδρος), β) Κωνσταντίνο Αλεβιζοπούλου, Αρεοπαγίτης, γ) Χαράλαμπος Μπρισκόλας, Νομικός Σύμβουλος του Κράτους, δ) Κωνσταντίνος Κρεμαλής, Διαιτητής Ο.ΜΕ.Δ., ο οποίος παρέστη μέσω τηλεδιάσκεψης, και ε) Μίρκα Καζιτώρη, Διαιτητής Ο.ΜΕ.Δ., (τακτικά μέλη). Θέμα της συζήτησης ήταν η εξέταση των υπ αριθμ. Μ-Δ: 233/003ΕΦ/5.8.2020 εφέσεως της Ένωσης Ιδιοκτητών Ιδιωτικών Ραδιοφωνικών Σταθμών Αττικής (ΕΠΡΑ) και 241/004ΕΦ/7.8.2020 εφέσεως της Ένωσης Τεχνικών Ελληνικής Ραδιοφωνίας (ΕΤΕΡ) κατά της υπ αριθμ. 6/2020 Διαιτητικής Απόφασης της Τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας για τους όρους αμοιβής και εργασίας των Τεχνικών Ραδιοφώνου μελών της ΕΤΕΡ, που εργάζονται σε ραδιοφωνικούς σταθμούς (Ρ/Σ) μέλη της ΕΙΙΡΑ". Κατά τη συνεδρίαση παρέστησαν εκ μέρους της ΕΠΡΑ ο Γεώργιος Θεοδόσης, νομικός σύμβουλος και εκ μέρους της ΕΤΕΡ οι Παναγιώτης Μαυράκης, Πρόεδρος, Μαρία Γεωργέα, Γεν. Γραμματέας (η οποία παρέστη μέσω τηλεδιάσκεψης), Ιωάννης Κολύβας και ο νομικός της σύμβουλος, Δημήτριος Καραμήτσας. Οι εκπρόσωποι των μερών εξέθεσαν τις απόψεις τους, απάντησαν στις ερωτήσεις των μελών της Επιτροπής, συμφωνήθηκε δε η απόφαση να δημοσιευθεί μέχρι 5/11/2020. Μετά τη συνεδρίαση, η Επιτροπή διασκέφθηκε στην έδρα του Ο.ΜΕ.Δ. και ύστερα από εξέταση της εν λόγω έφεσης, της προηγηθείσας διαδικασίας, της εφαρμοστέας νομοθεσίας και όλων των στοιχείων του Φακέλου. Έκρινε, σύμφωνα με το νόμο τα εξής: Αποφασίστηκε να γίνει συγχρόνως η συζήτηση επί των δυο αντίθετων εφέσεων της ΕΠΡΑ (233/003ΕΦ/5.8.2020) και της ΕΤΕΡ (241/004ΕΦ/7.8.2020) κατά της Δ.Α.ΤΡΙΜ. 6/2020 και να εκδοθεί κοινή απόφαση. Οι εκπρόσωποι των μερών ανέπτυξαν τις απόψεις τους και απάντησαν στις ερωτήσεις των μελών της Επιτροπής. Χορηγήθηκε προθεσμία στα μέρη μέχρι 12.10.20, προς υποβολή υπομνημάτων και στοιχείων σχετικά με τους προσβληθέντες ισχυρισμούς τους ως προς την έννοια και τη συνταγματικότητα των εφαρμοστέων διατάξεων, συμφωνήθηκε δε να δοθεί στην Επιτροπή παράταση προς έκδοση αποφάσεως μέχρι 5.11.2020. Μετά το πέρας της συζήτησης, τα μέλη της Επιτροπής αποφάσισαν να συναντηθούν εκ νέου μετά τις 18.10.20, οπότε θα ήταν δυνατή η φυσική παρουσία και του μέλους καθηγητή Κ.Κρεμαλή, για να διασκεφθούν επί των τιθεμένων ζητημάτων, η συνάντηση δε πραγματοποιήθηκε τελικώς στα γραφεία του Ο.ΜΕ.Δ. στις 20.10.2020 με τη φυσική παρουσία όλων των μελών. Κατά την ανωτέρω διάσκεψη, η Επιτροπή έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία που είχαν τεθεί υπόψη της 3μελους Επιτροπής, καθώς και τα υπομνήματα των μερών με τα συνημμένα στοιχεία που υποβλήθηκαν ενώπιον της, μετά δε από συζήτηση μεταξύ των μελών της, κατέληξε στα κάτωθι: 1. Στο άρθρο 16 του Ν...... 1876/1990 , παρ. 2 (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 57 του Ν. 4635/2019 Α΄), ορίζονται τα εξής: «Είναι δυνατή η προσφυγή στη διαιτησία μονομερώς από οποιοδήποτε μέρος, ως έσχατο και επικουρικό μέσο επίλυσης συλλογικών διαφορών εργασίας μόνον στις εξής περιπτώσεις: α) εάν η συλλογική διαφορά αφορά επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, η λειτουργία των οποίων έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του Ν. 1264/1982 , όπως συμπληρώθηκε με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 3 του Ν. 1915/1990 και όπως αυτές ορίζονται στο Κεφάλαιο Α΄ του Ν. 3429/2005, όπως ισχύει σε συνδυασμό με την παράγραφο 1 του άρθρου 14 του Ν. 4270/2014 , όπως ισχύει. β) εάν η συλλογική διαφορά αφορά στη σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας και αποτύχουν οριστικό οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών και η επίλυση της επιβάλλεται από υπαρκτό λόγο γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος συνδεόμενο με τη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας. Οριστική αποτυχία των διαπραγματεύσεων θεωρείται ότι υπάρχει, εφόσον σωρευτικός: (αα) έληξε η κανονιστική ισχύς τυχόν υπάρχουσας συλλογικής σύμβασης εργασίας σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 2 της ΠΥΣ 6/2012 και (ββ) έχει εξαντληθεί κάθε άλλο μέσο συνεννόησης και συνδικαλιστικής δράσης, ενώ το μέρος που προσφεύγει μονομερώς στη διαιτησία, συμμετείχε στη διαδικασία μεσολάβησης και αποδέχθηκε την πρόταση μεσολάβησης. Η αίτηση μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία πρέπει να περιέχει και πλήρη αιτιολογία σχετικά με τη συνδρομή των προϋποθέσεων που την δικαιολογούν, η δε διαιτητική απόφαση που εκδίδεται επί αυτής είναι άκυρη εάν δεν περιέχει και πλήρη αιτιολογία σχετικό με τη συνδρομή των προϋποθέσεων που δικαιολογούν τη μονομερή προσφυγή στη διαιτησία. Εάν η συλλογική διαφορά αφορά επιχείρηση του Κεφαλαίου Α΄ του Ν. 3429/2005, όπως ισχύει σε συνδυασμό με την παράγραφο 1 του άρθρου 14 του Ν. 4270/2014, όπως ισχύει, στην αίτηση επισυνάπτεται η γνώμη της διυπουργικής επιτροπής δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών του άρθρου 10 του Ν. 3429/2005 , όπως ισχύει, επί της συλλογικής διαφοράς." Εξάλλου, σύμφωνα με το αρθρ. 19 παρ.2 του Ν.1264/1982 «Η απεργία των εργαζομένων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο δημόσιο, στους ΟΤΑ στα νομικό πρόσωπα δημοσίου δικαίου, στις επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας η λειτουργία των οποίων έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, επιτρέπεται μετά από την τήρηση της διαδικασίας των άρθρων 20 παρ. 2 και 21 του παρόντος. Επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας η λειτουργία των οποίων έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου χαρακτηρίζονται οι επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις: α) Παροχής υγειονομικών υπηρεσιών από νοσηλευτικά εν γένει ιδρύματα. β) Διύλισης και διανομής ύδατος. γ) Παραγωγής και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος ή καυσίμου αερίου, δ) Παραγωγής ή διύλισης ακάθαρτου πετρελαίου. ε) Μεταφοράς προσώπων και αγαθών από την ξηρό τη θάλασσα και τον αέρα. στ) Τηλεπικοινωνιών και ταχυδρομείων, Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης, ζ) Αποχέτευσης και απαγωγής ακάθαρτων υδάτων και λυμάτων και αποκομιδής και εναποθέσεως απορριμμάτων". η) Φορτοεκφόρτωσης και αποθήκευσης εμπορευμάτων στα λιμάνια, θ) Τραπέζης της Ελλάδος, Πολιτικής Αεροπορίας και κάθε είδους υπηρεσίες ή τμήματα υπηρεσιών που απασχολούνται με την εκκαθάριση και πληρωμή των μισθών του προσωπικού του κατά το άρθρο 51 του Ν. 1892/1990 δημόσιου τομέα".» ενώ, σύμφωνο με τα οριζόμενα στο Κεφ. Α του Ν. 3429/2005 1. Για τους σκοπούς του νόμου αυτού, ως "δημόσια επιχείρηση" νοείται κάθε ανώνυμη εταιρεία, στην οποία το ελληνικό δημόσιο δύναται να ασκεί άμεσα ή έμμεσα αποφασιστική επιρροή, λόγω της συμμετοχής του στο μετοχικό της κεφάλαιο ή της χρηματοοικονομικής συμμετοχής του ή των κανόνων που διέπουν «στο δε άρθρο 14 Ν.4270/2014 προβλέπεται ότι: "1. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, οι κάτωθι όροι έχουν την ακόλουθη έννοια: «α. Δημόσιος τομέας: περιλαμβάνει τη Γενική Κυβέρνηση, τα εκτός αυτής νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ), καθώς και τις εκτός αυτής δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς του Κεφαλαίου Α΄ του Ν. 3429/2005 (Α 314), ανεξαρτήτως εάν έχουν εξαιρεθεί από την εφαρμογή του.» 2. Ερμηνεύοντας την παραπάνω διάταξη του άρθρου 57 παρ. 2 του Ν. 4635/2019 κατά την πρώτη εφαρμογή της, η προσβαλλόμενη υπ αριθμ, 6/2020 απόφαση της Τριμελούς Ε.Δ., κατέληξε ότι, παραδεκτώς προσέφυγε μονομερώς στη διαιτησία η ΕΤΕΡ, με το από 29.5.2020 πλήρως αιτιολογημένο αίτημα της, δεδομένου ότι εν προκειμένω συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής αμφοτέρων των περιπτώσεων α και β της παραγρ. 2 του αρθρ. 16 του Ν. 1876/1990, (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 57 του Ν. 4635/2019).Ειδικότερα, όσον αφορά τη συνδρομή της προϋποθέσεως α), κατά την εκκαλουμένη, η κρινόμενη διαφορά αφορά επιχειρήσεις κοινής ωφελείας η εξυπηρέτηση των οποίων έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 19 του Ν.1264/1982 εδαφ. Στ), ενώ η παραπομπή του Ν. 4635/2019 στους Ν. 3429/2005 και Ν. 4270/2019, δεν συνιστά σωρευτική προϋπόθεση μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία ώστε να απαιτείται οι εν λόγω επιχειρήσεις να ανήκουν και οργανικά στον δημόσιο τομέα, αλλά αυτοτελή περίπτωση προσφυγής. Περαιτέρω, κατά την επικουρική αιτιολογία της εκκαλουμένης, όσον αφορά τη συνδρομή των προϋποθέσεων της περιπτ. β), εν προκειμένω η επίλυση της προκειμένης συλλογικής διαφοράς επιβάλλεται από υπαρκτό λόγο γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος συνδεόμενο με τη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας, όπως αιτιολογημένα εκτίθεται στην από 29.5.2020 μονομερή αίτηση προσφυγής στη διαιτησία, έχουν δε αποτύχει οριστικά οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών. 3. Με την έφεση της ΕΠΡΑ προβάλλεται ότι η παραπάνω αιτιολογία είναι μη νόμιμη κατ΄ αμφότερα τα σκέλη της. Η διάταξη του άρθρ. 16 παρ. 2 περιπτ. α, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4635/2019, αφορά κατά την εκκαλούσα, επιχειρήσεις κοινής ωφελείας (απαριθμούμενες στο Ν. 1264/1982), οι οποίες είναι ταυτόχρονα και ΔΕΚΟ κατά τα οριζόμενα στο Ν. 3429/2005, σε συνδυασμό με το αρθρ. 14 του Ν. 4270/2014, διότι η δυνατότητα μονομερούς προσφυγής η οποία συνιστά πράγματι, μια μορφή υποχρεωτικής διαιτησίας, πρέπει να περιορίζεται στις περιπτώσεις εξασφάλισης των ουσιωδών υπηρεσιών υπό την αυστηρή έννοια του όρου, σύμφωνα και με τα γενόμενα δεκτά στις υπ αριθμ. 98 και 154 Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας. 4. Κατά τη γνώμη της παρούσας Επιτροπής, ο νομοθέτης, ρυθμίζοντας με την παραπάνω διάταξη (αρθρ. 16 παρ. 2 περιπτ. α) την κατ εξαίρεση δυνατότητα προσφυγής στη μονομερή διαιτησία, απέβλεψε στην απρόσκοπτη παροχή των αναγκαίων υπηρεσιών για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου κατά τη λειτουργική έννοια του όρου, ως εκ τούτου δε, δεν μπορεί η εν λόγω ρύθμιση να περιοριστεί σε μόνες τις επιχειρήσεις οι οποίες, κατά την οργανική έννοια του όρου, παρέχουν τις αυτές υπηρεσίες υπό τη μορφή εταιρίας στην οποία το ελληνικό δημόσιο «δύναται να ασκεί άμεσα ή έμμεσα αποφασιστική επιρροή», δεδομένου, άλλωστε, ότι η πλειοψηφία των επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες κοινής ωφελείας δεν ανήκουν πλέον στον δημόσιο τομέα. Ως εκ τούτου, κριτήριο για τον χαρακτηρισμό επιχειρήσεως ως «κοινής ωφελείας», δεν μπορεί να αποτελεί η νομική της μορφή ή το καθεστώς που τη διέπει, αλλά η φύση των παρεχομένων υπηρεσιών ως ζωτικής σημασίας. Περαιτέρω η εκάστοτε αναζήτηση του κριτηρίου της «επιρροής» του Ελληνικού Δημοσίου σε κάποια επιχείρηση κοινής ωφελείας, (κατά την έννοια του Ν. 3429/2005) σε συνδυασμό μάλιστα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 του Ν. 4270/2014, θα καθιστούσε ιδιαίτερα ασαφείς τις προϋποθέσεις εφαρμογής του Ν. 4635/2019. Από τη διατύπωση, τέλος, του τελευταίου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 16 του Ν. 1876/1990, (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 57 του Ν. 4635/2019), σύμφωνα με το οποίο «Εάν η συλλογική διαφορά αφορά επιχείρηση του Κεφαλαίου Αχ του ν. 3429/2005, στην αίτηση επισυνάπτεται η γνώμη της διυπουργικής επιτροπής δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών του άρθρου 10 του Ν. 3429/2005..", μπορεί να συναχθεί εξ αντιδιαστολής, ότι η συλλογική διαφορά μπορεί, κατά τη βούληση του νομοθέτη, και να μην αφορά επιχείρηση Ν. 3429/2005. Κατά τη γνώμη όμως της Μαρίνας Παπαδοπούλου, Συμβούλου Επικρατείας και του Χαράλαμπου Μπρισκόλα, Νομικού Συμβούλου του κράτους, τόσο από την γραμματική διατύπωση του νομού («...και όπως αυτές ορίζονται...»), όσο και από το σκοπό του νομοθέτη (που σύμφωνα με την εισηγητική του έκθεση συνίσταται στον περιορισμό της μονομερούς προσφυγής μόνο σε πολύ λίγες περιπτώσεις),συνάγεται ότι μονομερής προσφυγή στη διαιτησία επιτρέπεται κατά την περ. α της παρ. 2 του άρθρου 16 του Ν. 1876/1990, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 57 του Ν. 4635/2019), μόνον στις κατηγορίες των επιχειρήσεων που αναφέρονται στο όρθρο 19 παρ. 2 του Ν. 1264/82, υπό την πρόσθετη προϋπόθεση ότι αυτές εντάσσονται ταυτοχρόνως και στην κατηγορία των δημοσίων επιχειρήσεων του Κεφαλαίου Α του Ν. 3429/05, όπως ισχύει, ανεξαρτήτως του εάν έχουν εξαιρεθεί από την εφαρμογή αυτού. Υπό την αντίθετη εκδοχή θα έπρεπε να γίνει δεκτό ότι ο νομοθέτης διευρύνει τη δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία, ορίζοντας μια τρίτη περίπτωση, αυτή του συνόλου των δημοσίων επιχειρήσεων του Ν. 3429/05 (σε συνδυασμό με το Ν. 4270/2014), έστω κι αν αυτές, λειτουργικά δεν προσφέρουν υπηρεσίες του άρθρου 19 παρ. 2 του Ν.1264/1982. Τέλος, από την διατύπωση του προπαρατεθέντος τελευταίου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 16 του Ν.1876/1990 δεν μπορεί να συναχθεί κατά τη γνώμη που μειοψήφησε αντίθετο επιχείρημα, διότι το εδάφιο αυτό αναφέρεται μόνον στην υπό β) περίπτωση μονομερούς προσφυγής. 5. Με νόμιμη επομένως, αιτιολογία κρίθηκε με την εκκαλουμένη ότι παραδεκτώς προσέφυγε εν προκειμένω μονομερώς η ΕΤΕΡ στη διαιτησία, διότι οι εργαζόμενοι της απασχολούνται σε επιχειρήσεις ραδιοφωνίας, που απαριθμούνται στο αρθρ. 19 παρ. 2 περ. στ) του Ν. 1264/1982, όπως αιτιολογημένα άλλωστε ανέφερε η ως άνω Ένωση Τεχνικών στην από 29.5.2020 αίτησή της. Κατόπιν αυτών, πρέπει να απορριφθεί ο ανωτέρω λόγος εφέσεως της Ένωσης Ιδιοκτητών Ιδιωτικών Ραδιοφωνικών Σταθμών Αθηνών με το οποίο προβάλλονται τα αντίθετα, ενώ ο λόγος εφέσεως της αυτής εκκαλούσας που βάλλει κατά του δεύτερου σκέλους της αιτιολογίας της εκκαλούμενης με το οποίο ερμηνεύεται και εφαρμόζεται η περ. β της παρ. 2 του άρθρο 16 του Ν. 1876/1990, (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 57 του Ν. 4635/2019), είναι, πάντως, απορριπτέος, ως αλυσιτελής, αφού η εκκαλουμένη στηρίζεται επαρκώς στο εν λόγω πρώτο σκέλος της. Συνεπώς η έφεση της εργοδοτικής πλευράς πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της. 6. Με την αντίθετη έφεση της η ΕΤΕΡ, ζητεί (1ος λόγος) την μεταρρύθμιση της αιτιολογίας της εκκαλουμένης, ώστε να κριθεί παραδεκτή η προσφυγή της στη διαιτησία, με την αιτιολογία της αντισυνταγματικότητας των εφαρμοστέων διατάξεων. Ο λόγος όμως αυτός, ανεξαρτήτως αν τα διαιτητικά όργανα είναι αρμόδια για την εξέταση της συνταγματικότητας των νόμων που καλούνται να εφαρμόσουν, πρέπει, πάντως, να απορριφθεί ως προβαλλόμενος αλυσιτελώς δεδομένου ότι εν προκειμένω η προσφυγή της εκκαλούσας κρίθηκε ως παραδεκτή βάσει των εν λόγω διατάξεων. 7. Εξάλλου, στην παρ. 5 του εν λόγω άρθρου 16 του Ν. 1876/1990, (όπως ισχύει) ορίζονται τα εξής: «Ο διαιτητής και η Επιτροπή Διαιτησίας έχουν τα ίδια δικαιώματα με τον μεσολαβητή. Μελετούν όλα τα στοιχεία και πορίσματα που συγκεντρώθηκαν στο στάδιο της μεσολάβησης και τα πρόσθετα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν κατά τη διαδικασία της διαιτησίας και κυρίως τα οικονομικά και χρηματοοικονομικά στοιχεία, την εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας και την οικονομική κατάσταση των ασθενέστερων επιχειρήσεων της παραγωγικής δραστηριότητας, στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά, την πρόοδο στη μείωση του κενού ανταγωνιστικότητας και στη μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά τη διάρκεια του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας, καθώς και την εξέλιξη της αγοραστικής δύναμης του μισθού». Με το δεύτερο λόγο της έφεσής της η ΕΤΕΡ προβάλλει ότι μη νομίμως εφαρμόστηκε από την εκκαλουμένη η παραπάνω διάταξη, ως αντισυνταγματική, διότι, με τα κριτήρια που θέτει (πλην του τελευταίου με το οποίο δεν εξισορροπείται, πάντως, η εν λόγω ανισότητα), ευνοεί πράγματι την εργοδοτική πλευρά, κατά παράβαση των αρθρ. 22 παρ. 2 και 4 παρ. 1 του Συντάγματος. Ο λόγος όμως αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, δεδομένου ότι ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων ασκείται, κατά το Σύνταγμα, από τα αρμόδια δικαστήρια, ενώ ο διαιτητής υποχρεούται, κατ΄ αρχήν, εφαρμόζοντας τις ισχύουσες νομοθετικές διατάξεις, να εκδώσει τη διαιτητική απόφαση τέμνοντας τη συλλογική διαφορά που φέρεται ενώπιον του. (Δ.Α. επί εφέσεως., υπ αριθμ. 2/2010, και 3/2010, πρβλ. ΑΠ 25/2004, contra Δ. Α. 15/2011). 8. Περαιτέρω προβάλλεται από την ΕΤΕΡ (3ος λόγος εφέσεως) ότι αναιτιολόγητα η εκκαλουμένη προέβη σε μείωση των αποδοχών, σε σχέση με το ύψος αυτών όπως συμφωνήθηκε από τα μέρη, και διαμορφώθηκε στην από 28.1.20120 πρόταση μεσολάβησης. Επί του λόγου αυτού παρατηρούνται τα εξής: Όπως, προκύπτει από την αντιπαραβολή του άρθρου 2 της εν λόγω πρότασης μεσολάβησης, την οποία αποδέχθηκε η ΕΤΕΡ προκειμένου να προσφύγει μονομερώς στη διαιτησία, προς το αντίστοιχο άρθρο της εκκαλουμένης, τα οριζόμενα σε αμφότερες κατώτατα όρια βασικών μηνιαίων μισθών ταυτίζονται πλήρως. Η μόνη διαφορά εντοπίζεται στον όρο που περιέχεται στην πρόταση μεσολάβησης (αρθρ. 2 εδαφ. β") σύμφωνα με τον οποίο, τα όρια αυτά θα προσαυξάνονταν από 1.1.2021, (ήτοι το δεύτερο έτος ισχύος της) κατά το ποσοστό αύξησης του μέσου ετήσιου Δ.Τ.Κ., εφόσον ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για το έτος 2020, υπερβεί το 2%. Δεδομένου όμως ότι η διάρκεια ισχύος της σύμβασης ορίστηκε με την ήδη εκκαλουμένη ενιαύσια και όχι διετής, ο παραπάνω όρος, ευλόγως απαλείφθηκε στο αντίστοιχο άρθρο 2. Εξάλλου, όπως προκύπτει από την εκκαλουμένη, για τον καθορισμό των αμοιβών ελήφθησαν υπόψη, τα υπομνήματα που κατέθεσαν τα μέρη και οι απόψεις που εξέθεσαν προφορικά, ειδικότερα δε όλες οι προϊσχύουσες ΣΣΕ, όπως και οι παρασχεθέντες από τις υπηρεσίες υποστήριξης του Ο.ΜΕ.Δ., συγκριτικός πίνακας του εναρμονισμένου ΔΤΚ με τον εθνικό ΔΤΚ, πίνακας εξέλιξης του Δείκτη Κύκλου Εργασιών στον τομέα Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, με το σχετικό από 9.6.2020 δελτίο τύπου, και πίνακας για την εξέλιξη ετησίων μεταβολών δεικτών Κύκλου Εργασιών στον τομέα των υπηρεσιών, ενώ η υλοποίηση του παραπάνω όρου περί προσαυξήσεων εξαρτήθηκε, σε κάθε περίπτωση, από το ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας κατά το έτος 2020. Κατόπιν αυτών, ο παραπάνω λόγος εφέσεως είναι απορριπτέος. 9. Προβάλλεται περαιτέρω, (4ος λόγος) ότι με παράνομη αιτιολογία επιβλήθηκε με την εκκαλουμένη (αρθρ. 2 εδαφ. β και 4 εδαφ. ζ) η αναστολή της καταβολής του επιδόματος συνεχούς παραμονής στον ίδιο εργοδότη (τριετίες), δεδομένου ότι π αναστολή αυτή στηρίζεται στην ΠΥΣ 6/2012, η οποία είναι πλέον ανεφάρμοστη λόγω αντισυνταγματικότητας, (σύμφωνα με τα κριθέντα με την ΣτΕ 2307/2014 Ολ.). Δεδομένου όμως, ότι η αναστολή καταβολής του εν λόγω επιδόματος προβλέπεται και στην πρόταση μεσολάβησης (αρθρ. 2 εδαφ. γ και 4 εδαφ. ζ), την οποία έχει πάντως, αποδεχθεί η εκκαλούσα, (ενώ όπως βεβαιώνεται στην εκκαλουμένη ελήφθη υπόψη από αυτήν τόσο η εν λόγω ΠΥΣ όσο και τα κριθέντα με την ΣτΕ 2307/2014 Ολ.), ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί. Εξάλλου και ο 7ος λόγος, κατά τον οποίο αναιτιολόγητα απορρίφθηκε από την εκκαλουμένη το αίτημα της ΕΤΕΡ για μείωση των ωρών εργασίας στα υφιστάμενα προ του 2015 επίπεδα, ήτοι σε 7 ώρες ημερησίως και 35 εβδομαδιαίως, αντί των τελικώς ορισθέντων με το άρθρο 6, ορίων των 8 και 40 ωρών αντιστοίχως, είναι ομοίως απορριπτέος, δεδομένου ότι οι αυτές ώρες εργασίας καθορίστηκαν με το αντίστοιχο άρθρο και στην πρόταση μεσολάβησης. Προβάλλεται, εξάλλου, (με τον έκτο λόγο εφέσεως), ότι χωρίς καμία αιτιολογία, μειώθηκε, με το άρθρο 12, ο αριθμός των ημερών συνδικαλιστικής άδειας σε σχέση με τα ορισθέντα με την ΔΑ 1/2015, και τα προταθέντα από τη μεσολάβηση. Δεδομένου όμως ότι ελήφθησαν υπόψη από την εκκαλουμένη οι γενικές οικονομικές συνθήκες των επιχειρήσεων του κλάδου και ότι ο αριθμός των ημερών αδείας που ορίστηκε παρίσταται εύλογος, και ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί. 10. Τέλος, η ΕΤΕΡ ισχυρίζεται (με τον πέμπτο λόγο εφέσεως) ότι αναιτιολόγητα ορίστηκε με την εκκαλουμένη (αρθρ. 15) μονοετής διάρκεια αυτής, ενώ, κατά τη μεσολάβηση είχε προταθεί η διετής διάρκεια, κατ΄ αποδοχή μάλιστα, των απόψεων της εργοδοτικής πλευράς (ενώ η πλευρά της εκκαλούσας είχε αιτηθεί τριετή διάρκεια). Ισχυρίζεται περαιτέρω, ότι μη νομίμως ορίστηκε ως χρόνος έναρξης αυτής η 21.12.2019 αντί της 1.7.2020, που αντιστοιχεί στην ημερομηνία λήξης της μετενέργειας της προηγούμενης ΣΣΕ που είχε συναφθεί μεταξύ των αυτών μερών. Ο λόγος αυτός πρέπει να γίνει δεκτός κατά το πρώτο σκέλος του διότι δεν παρατίθεται κάποια αιτιολογία ως προς τη μονοετή διάρκεια. Κατά το δεύτερο όμως σκέλος του είναι απορριπτέος διότι κατά το νόμο (αρθρ. 16 παρ. 8 Ν. 1876/1990) η ισχύς της συλλογικής ρύθμισης αρχίζει από την επομένη της υποβολής της αίτησης για μεσολάβηση, η οποία εν προκειμένω υποβλήθηκε στις 20.12 2019. 11. Κατόπιν αυτών, απορρίπτεται η έφεση της εργοδοτικής πλευράς (ΕΠΡΑ), ενώ η έφεση της ΕΤΕΡ γίνεται εν μέρει δεκτή, μόνον ως προς το λόγο περί μονοετούς διάρκειας ισχύος, κατά τα ανωτέρω, οριζομένου στο άρθρο 15 ότι η διάρκεια ισχύος της παρούσας ορίζεται διετής από 21.12.2019 έως 20.12.2021. Συνεπώς, στην προκειμένη συλλογική διαφορά οι διαιτητικές διατάξεις διαμορφώνονται ως ακολούθως: «... `Αρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής Στην παρούσα ρύθμιση υπάγονται οι τεχνικοί ραδιοφώνου, μέλη της Ένωσης Τεχνικών Ελληνικής Ραδιοφωνίας (Ε.Τ.Ε.Ρ.) που εργάζονται σε ραδιοφωνικούς σταθμούς (Ρ/Σ) μέλη της Ένωσης Ιδιοκτητών Ιδιωτικών Ραδιοφωνικών Σταθμών Αθηνών (Ε.Ι.Ι.Ρ.Α.) με τις ειδικότητες: α) Του ηλεκτρονικού: Ως ηλεκτρονικός Ρ/Σ ορίζεται ο εργαζόμενος για την εγκατάσταση, συντήρηση και έλεγχο καλής λειτουργίας όλων ανεξαιρέτως των ηλεκτρονικών συστημάτων και μηχανημάτων (αναλογικών και ψηφιακών), που απαιτούνται για την εγγραφή, αναπαραγωγή, υποστήριξη, μετάδοση και εκπομπή ηχητικού σήματος σε οποιανδήποτε μορφή και σε κάθε φυσικό μέσο, καθώς επίσης για την εγκατάσταση, συντήρηση και έλεγχο καλής λειτουργίας των μηχανημάτων εκπομπής ραδιοφωνικού σήματος από τα στούντιο του Ρ/Σ προς τους χώρους εγκατάστασης των πομπών ή εργάζεται για την εγκατάσταση, συντήρηση και έλεγχο καλής λειτουργίας των συστημάτων εκπομπής των Ρ/Σ ή είναι υπεύθυνος για την τεχνική κάλυψη των εξωτερικών μεταδόσεων του Ρ/Σ όταν και όπου απαιτείται από τον Ρ/Σ και β) Του ηχολήπτη: Ως ηχολήπτης Ρ/Σ ορίζεται ο εργαζόμενος για την τεχνική και καλλιτεχνική κάλυψη του προς εγγραφή, επεξεργασία ή μετάδοση από τον Ρ/Σ προγράμματος και είναι αυτός που χειρίζεται τα μηχανήματα ήχου, είτε ο ήχος αυτός παράγεται και μεταδίδεται ταυτοχρόνως, είτε ηχογραφείται σε οποιαδήποτε μορφή ηχητικού υλικού ή ηλεκτρονικού υπολογιστή και μεταδίδεται μέσω ηλεκτρονικών συστημάτων ήχου ή οιασδήποτε άλλης μορφής, σε οποιονδήποτε χρόνο από τον ραδιοφωνικό σταθμό και η εργασία του πραγματοποιείται εντός των εγκαταστάσεων του Ρ/Σ ή εκτός αυτών, όταν αυτό απαιτείται για την υλοποίηση του προγράμματος του Ρ/Σ. Οι εργαζόμενοι ως ηχολήπτες ή ηλεκτρονικοί Ρ/Σ πρέπει: α) Να έχουν πτυχίο ΙΕΚ-ΤΕΕ - ΡΑΔΙΟΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΟΥ Α, Β - ΤΕΣ - ΚΕΤΕ - ΚΕΚ - ΚΕΤΕΣ - ΚΕΣ -ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ή κρατικών σχολών ειδίκευσης οιουδήποτε τομέα ηλεκτρονικού ή ηλεκτροτεχνίτου ή ραδιοτεχνίτου ή Τ.Ε.Ι. των αντίστοιχων ειδικοτήτων ή ανωτέρας ή ανωτάτης σχολής θετικών επιστημών (μαθηματικών, φυσικών, χημικών ή Τεχνικών κλάδων όπως ηλεκτρολόγων ή ακουολογίας). Οι σχολές ή τα τμήματα σχολών Ηχοληπτών, Ηλεκτρονικών, Εικονοληπτών και Μουσικής για την εφαρμογή όλων των διατάξεων της παρούσης θεωρούνται αντίστοιχες. β) Ως εμπειρικοί να έχουν προϋπηρεσία τουλάχιστον 5 έτη ως ηχολήπτες Ρ/Σ ή ηλεκτρονικοί Ρ/Σ ανάλογα με την ειδικότητα για την οποία προσλαμβάνονται. Όσοι Τεχνικοί Ρ/Σ εργάζονταν κατά την 2 Μαρτίου 2004 απασχολούμενοι σε κάποια από τις. παραπάνω ειδικότητες ανεξάρτητα από την κατοχύρωση των τυπικών προσόντων που ορίζονται για την κάθε ειδικότητα (πτυχία ή εμπειρικότητα ή προϋπηρεσία), θεωρείται ότι είναι ειδικευμένοι στην ειδικότητα που απασχολούνται και μπορούν να την ασκούν, ακολουθώντας, βάσει προϋπηρεσίας τα κατώτατα όρια των βασικών μηνιαίων μισθών, όπως αυτά καθορίζονται από τις σε ισχύ συλλογικές ρυθμίσεις. Προσλήψεις τεχνικού προσωπικού μετά την 2° Μαρτίου 2004 πρέπει να γίνονται με βάση τουλάχιστον τα τυπικά προσόντα (α) πτυχία ή (β) εμπειρικότητα που περιγράφονται παραπάνω αναλυτικά για κάθε ειδικότητα. Η ειδικότητα που μπορούν να ασκούν είναι αυτή που έχουν (ασκούν) κατά την στιγμή που υπεγράφη η Σ.Σ.Ε. μεταξύ Ε.Τ.Ε.Ρ. και Ε.Ι.Ι.Ρ.Α. της 2ας Μαρτίου 2004. Τυχόν μετάβαση του Τεχνικού από την μία ειδικότητα στην άλλη, θεωρείται συνέχεια της προηγουμένης και ουδόλως τον επηρεάζει στον βασικό μισθό ή στα ασφαλιστικά του δικαιώματα. Διευκρινίζεται ότι, όπου στο κείμενο της παρούσης αναφέρεται η λέξη «Τεχνικός» σε όλες τις περιπτώσεις σημαίνει «Ηχολήπτης ή Ηλεκτρονικός ραδιοσταθμού». `Αρθρο 2 Αποδοχές α. Τα κατώτατα όρια βασικών μηνιαίων μισθών (μισθολογικών κλιμακίων) για τους εργαζόμενους Τεχνικούς (Ηχολήπτες και Ηλεκτρονικούς), σε Ρ/Σ της χώρας από 21.12.2019 έως 20Β12.2021 καθορίζονται ως εξής: Έτη Υπηρεσίας και Προϋπηρεσίας Κλίμακα σε ευρώ | | από 0 έως 2ο συμπληρωμένο | 1,010 | από 2ο συμπληρωμένο έως 4ο συμπληρωμένο | 1,080 | από 4ο συμπληρωμένο έως 6ο συμπληρωμένο | 1,150 | από 6ο συμπληρωμένο έως 8ο συμπληρωμένο | 1,182 | από 8ο συμπληρωμένο έως 10ο συμπληρωμένο | 1,187 | από 10ο συμπληρωμένο έως 12ο συμπληρωμένο | 1,198 | από 12ο συμπληρωμένο έως 14ο συμπληρωμένο | 1,203 | από 14ο συμπληρωμένο έως 16ο συμπληρωμένο | 1,271 | από 16ο συμπληρωμένο έως 18ο συμπληρωμένο | 1,286 | από 18ο συμπληρωμένο έως 20ο συμπληρωμένο | 1,304 | από 20ο συμπληρωμένο έως 22ο συμπληρωμένο | 1,339 | από 22ο συμπληρωμένο έως 24ο συμπληρωμένο | 1,392 | από 24ο συμπληρωμένο έως 26ο συμπληρωμένο | 1,440 | από 26ο συμπληρωμένο έως 28ο συμπληρωμένο | 1,451 | από 28ο συμπληρωμένο έως 30ο συμπληρωμένο | 1,511 | από 30ο συμπληρωμένο έως 32ο συμπληρωμένο | 1,564 | από 32ο συμπληρωμένο έως 34ο συμπληρωμένο | 1,635 | από 34ο συμπληρωμένο έως 36ο συμπληρωμένο | 1,702 | από 36ο συμπληρωμένο έως 38ο συμπληρωμένο | 1,770 | από 38ο συμπληρωμένο έως 40ο συμπληρωμένο | 1,859 | από 41ο και άνω | 1,939 | β. Κατά την διάρκεια ισχύος της παρούσας αναστέλλεται η μεταβολή μισθολογικών κλιμακίων βάσει ωριμάνσεων που αφορούν την πολυετή εργασία στον ίδιο εργοδότη (επίδομα συνεχούς παραμονής στον ίδιο εργοδότη άρθρου 4 περ. ζ΄ της παρούσας). `Αρθρο 3 Για τον υπολογισμό των βασικών μηνιαίων μισθών καθώς και των ημερών της κανονικής άδειας ανάπαυσης που δικαιούται ο Τεχνικός (Ηχολήπτης ή Ηλεκτρονικός) αλλά και για κάθε άλλη συνέπεια εξαιρουμένης αποζημίωσης του Ν. 2112/20, λαμβάνεται υπ΄ όψη και προσμετράται στο χρόνο της υπηρεσίας του στο Ραδιοφωνικό σταθμό και η προϋπηρεσία σε οποιονδήποτε άλλο Ραδιοφωνικό σταθμό. Στην ατομική Σύμβαση εργασίας του Τεχνικού Ρ/Σ θα πρέπει απαραιτήτως να προσδιορίζεται η ειδικότητα με την οποία προσλαμβάνεται και ο Ραδιοφωνικός Σταθμός στον οποίο και μόνο θα εργάζεται. Αποδεικτικά (π.χ. ένσημα) προϋπηρεσίας υποβάλλονται στο λογιστήριο ή στη διεύθυνση προσωπικού κάθε σταθμού μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την πρόσληψη του Τεχνικού, η δε εκπρόθεσμη υποβολή τους έχει ως συνέπεια, ότι η προϋπηρεσία που αποδεικνύουν λαμβάνεται υπόψη και προσμετράται από την ημερομηνία υποβολής τους. `Αρθρο 4 Επιδόματα Οι μηνιαίοι βασικοί μισθοί προσαυξάνονται με τα παρακάτω επιδόματα; α) Γάμου σε ποσοστό 10% επί του βασικού μηνιαίου μισθού ανεξάρτητα από το αν ο/η σύζυγος εργάζεται. β) Τέκνου σε ποσοστό 5% για κάθε παιδί, ηλικίας μέχρι 18 ετών ή μέχρι 25 ετών εφόσον σπουδάζει σε αναγνωρισμένο ίδρυμα της αλλοδαπής ή της ημεδαπής και δεν εργάζεται. Προκειμένου περί τέκνων ανικάνων για εργασία λόγω σωματικής ή πνευματικής νόσου, που αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωση νοσηλευτικού ιδρύματος δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ., το επίδομα αυτό εξακολουθεί να χορηγείται όσο χρόνο διαρκεί η ανικανότητα. Το επίδομα αυτό, με τις παραπάνω προϋποθέσεις, καταβάλλεται στους μισθωτούς και των δύο φύλων. γ) Σπουδών σε ποσοστό 1) 8% για τους πτυχιούχους αντιστοίχων με το επάγγελμά τους τμημάτων Τ.Ε.Ι. καθώς και σχολών ανωτέρας εκπαίδευσης των οποίων ο τίτλος σπουδών έχει αναγνωριστεί ως ισότιμος με Τ.Ε.Ι. (π.χ. Σχολή Ήχου και Εικόνας Παπαντωνοπούλου), 2) 11% για τους αποφοίτους αντιστοίχων με το επάγγελμα τους τμημάτων η σχολών Α.Ε.Ι. και 3) 4% για τους πτυχιούχους αντιστοίχων με το επάγγελμά τους τμημάτων ή σχολών ΑΕΙ ή ΤΕΙ ή σχολών ανωτέρας εκπαίδευσης ισότιμων με ΤΕΙ που φέρουν μεταπτυχιακό τίτλο. Οι σχολές ή τα τμήματα σχολών (ΑΕΙ, ΤΕΙ ή ισότιμων) Ηχοληπτών, Ηλεκτρονικών, Εικονοληπτών και Μουσικής για την εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων θεωρούνται αντίστοιχες. δ) Πρόσθετης εργασίας στους εργαζόμενους, στους οποίους η διεύθυνση του Ραδιοσταθμού με έγγραφη εντολή της αναθέτει καθήκοντα οδηγού αυτοκινήτου για τις ανάγκες της εργασίας του, οριζόμενο σε ποσοστό 10% και υπολογιζόμενο στο μισθό του κατεχόμενου βασικού μισθού. ε) Ανθυγιεινό που ανέρχεται σε 25% επί των καταβαλλομένων στους Τεχνικούς που εργάζονται πλησίον κεραιοσυστημάτων (συστημάτων εκπομπής), οιασδήποτε μορφής, του ραδιοφωνικού σταθμού. στ) Θέσεως που ανέρχεται σε 20% για τους Τεχνικούς Διευθυντές και 10% για τους Προϊσταμένους τμημάτων. ζ) Το επίδομα συνεχούς παραμονής στον ίδιο εργοδότη ανέρχεται σε ποσοστό 3% με την συμπλήρωση 3 ετών υπηρεσίας, 6% με την συμπλήρωση 6 ετών υπηρεσίας, 10% με την συμπλήρωση 9 ετών υπηρεσίας, 12,5% με την συμπλήρωση 12 ετών υπηρεσίας και 15% με την συμπλήρωση 15 ετών υπηρεσίας (ΣΣΕ 2009). Κατά τη διάρκεια ισχύος της παρούσας αναστέλλεται η καταβολή του εν λόγω επιδόματος. `Αρθρο 5 α) Οι τεχνικοί (Ηχολήπτες και Ηλεκτρονικοί) δικαιούνται άδεια γάμου με πλήρεις αποδοχές, η οποία ανέρχεται σε δεκαπέντε (15) συνεχόμενες εργάσιμες ημέρες. β) Η άδεια τοκετού καθορίζεται κατά 2 εβδομάδες μεγαλύτερη από εκείνη που προβλέπει η εκάστοτε κείμενη εργατική νομοθεσία. Ο χρόνος κύησης και λοχείας συνυπολογίζεται ως χρόνος προϋπηρεσίας, εάν και εφόσον κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα υπήρχε ενεργή εργασιακή σχέση. Η επιχείρηση οφείλει να απαλλάσσει την εργαζόμενη από νυχτερινές βάρδιες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της. Στις γυναίκες που απουσιάζουν από την εργασία τους λόγω τοκετού, θα καταβάλλονται οι αποδοχές ενός 15νθήμερου επιπλέον από εκείνες που προβλέπει ο νόμος. Κάθε άρρεν τεχνικός ραδιοφωνίας που αποκτά παιδί δικαιούται εφ΄ άπαξ άδεια τεσσάρων(4) ημερών. γ) Στον εργαζόμενο, του οποίου η εργασιακή σχέση λύεται λόγω συνταξιοδότησης, καταβάλλεται αποζημίωση ίση με το ποσοστό 80% της οφειλόμενης αποζημίωσης λόγω απροειδοποίητης καταγγελίας της σχέσης εργασίας του Ν.2112/1920 και ανεξάρτητα από την υπαγωγή του σε ασφαλιστικό φορέα επικουρικής ασφάλισης. δ) Σε περίπτωση θανάτου του τεχνικού πριν αυτός συμπληρώσει τις προϋποθέσεις για τη λήψη πλήρους σύνταξης γήρατος, ο ή η επιζών σύζυγος και τα ανήλικα παιδιά του δικαιούνται να λάβουν από τον ραδιοφωνικό σταθμό που εργαζόταν το 70% της οφειλόμενης αποζημίωσης λόγω απροειδοποίητης καταγγελίας της σχέσης εργασίας του Ν.2112/1920. Εάν η αποζημίωση αυτή, λόγω του χρόνου υπηρεσίας του συγκεκριμένου τεχνικού ανέρχεται σε έναν έως και 6 μισθούς αποζημιώσεως καταβάλλεται εφάπαξ. Το τυχόν επιπλέον των 6 μισθών ποσό αποζημίωσης (λόγω αυξημένου χρόνου υπηρεσίας) θα καταβάλλεται σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ίσης κάθε μίας με το 70% του μισθού αποζημιώσεως. ε) Ο Ραδιοσταθμός υποχρεούται στην εγκατάσταση οθονών μηδενικής ακτινοβολίας (TFT) σε όλα τα στούντιο καθώς και όπου αλλού χρησιμοποιείται ηλεκτρονικός υπολογιστής από το τεχνικό προσωπικό. στ) Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση της εκπαίδευσης του τεχνικού προσωπικού ανά ειδικότητα, ώστε αυτό να χειρίζεται τον εκάστοτε τεχνολογικό εξοπλισμό. ζ) Ο Ραδιοσταθμός υποχρεούται να χορηγεί σε κάθε ηχολήπτη ένα ζευγάρι ακουστικά για χρήση μόνον στον Ρ/Σ τα οποία θα χρεώνονται στον ίδιο και θα χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο από τον ίδιο. η) Οι ημέρες της ετήσιας κανονικής άδειας, για τον καθορισμό των οποίων συνυπολογίζεται και η προϋπηρεσία με στέρεο τρόπο αποδεικνυόμενη, καθορίζονται ως εξής: Όσοι έχουν μέχρι και 8 χρόνια υπηρεσίας και προϋπηρεσίας δικαιούνται τόσες ημέρες αδείας όσες προβλέπονται από την εργατική νομοθεσία. Για κάθε έτος απασχόλησης πέραν από τα οκτώ (8) έτη υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας η ετήσια άδεια αυξάνεται κατά δύο (2) εργάσιμες ημέρες ανά έτος και μέχρι να συμπληρωθούν τριάντα μία (31) συνολικά εργάσιμες ημέρες ετήσιας κανονικής άδειας. Και μετά την αύξηση των ημερών της ετήσιας κανονικής αδείας των τεχνικών το επίδομα αδείας δεν αυξάνεται αλλά παραμένει στα νόμιμα όρια. Στις ημέρες κανονικής αδείας των τεχνικών δεν περιλαμβάνονται οι ημέρες της εβδομάδας κατά τις οποίες αυτοί δεν εργάζονται λόγω της εφαρμογής του συστήματος της πενθήμερης εβδομάδας εργασίας. θ) Την άδεια απουσίας για λόγους φροντίδας του παιδιού (όπως ορίζει η εργατική νομοθεσία) δικαιούται και ο πατέρας εφόσον δεν κάνει χρήση αυτής η εργαζόμενη μητέρα προσκομίζοντας στον εργοδότη του σχετική βεβαίωση του εργοδότη της μητέρας. ι) Το δικαίωμα καθυστερημένης προσέλευσης ή πρόωρης αποχώρησης της μητέρας και εναλλακτικά του πατέρα για τη φροντίδα του παιδιού έχουν και οι θετοί γονείς παιδιού ηλικίας έως 6 ετών υπό τους ίδιους ως άνω όρους των φυσικών γονέων και χρονική αφετηρία την υιοθεσία. Την άδεια φροντίδας παιδιού δικαιούνται και οι άγαμοι γονείς που έχουν τη γονική μέριμνα. Η άδεια φροντίδας του παιδιού θεωρείται και αμείβεται ως χρόνος εργασίας και δεν πρέπει να προκαλεί δυσμενέστερες συνθήκες στην απασχόληση και στις εργασιακές σχέσεις. ια) Στους εργαζόμενους-ες που έχουν χηρέψει και στον άγαμο-η γονέα που έχουν την επιμέλεια του παιδιού χορηγείται άδεια με αποδοχές 6 εργάσιμων ημερών το χρόνο πέρα αυτής που δικαιούται από άλλες διατάξεις. Γονέας με 3 ή περισσότερα παιδιά δικαιούται άδεια 8 εργάσιμων ημερών. Η άδεια αυτή χορηγείται λόγω αυξημένων αναγκών φροντίδας των παιδιών ηλικίας μέχρι 12 ετών συμπληρωμένων, χορηγείται εφάπαξ ή τμηματικά μετά από συνεννόηση με τον εργοδότη, σύμφωνα με τις ανάγκες του γονέα και δεν πρέπει να συμπίπτει χρονικά με την αρχή ή το τέλος της ετήσιας κανονικής άδειας. Η παραπάνω άδεια για μονογονεϊκές οικογένειες, ισχύει και για τους εν διαστάσει ή διαζευγμένους οι οποίοι έχουν τη γονική μέριμνα εφόσον αυτό αποδεικνύεται από σχετική δικαστική απόφαση. ιβ) Ο εργαζόμενος ο οποίος ανταποκρίνεται σε πρόσκληση από υπηρεσία αιμοληψίας για κάλυψη έκτακτης ανάγκης ή μετέχει σε οργανωμένη ομαδική αιμοληψία, καθώς και ο εργαζόμενος που προσέρχεται σε οποιοδήποτε κέντρο αιμοληψίας με δική του πρωτοβουλία για να προσφέρει αίμα, δικαιούται ειδική άδεια απουσίας με πλήρεις αποδοχές, μόνο για την ημέρα της αιμοληψίας. Ο εργαζόμενος σε κάθε περίπτωση οφείλει να προσκομίσει στον εργοδότη σχετική βεβαίωση του νοσηλευτικού ιδρύματος, στο οποίο πραγματοποιήθηκε η αιμοληψία. Η ίδια ως άνω άδεια χορηγείται και στην περίπτωση λήψης αιμοπεταλίων. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση της ειδικής άδειας στον εργαζόμενο, η οποία προκύπτει από τη συμμετοχή του σε οποιαδήποτε εκ των άνω περιπτώσεων αιμοληψίας, είναι η έγκαιρη ενημέρωση του εργοδότη τουλάχιστον πέντε (5) εργάσιμες ημέρες προ της τέλεσης της αιμοληψίας, εκτός των περιπτώσεων κάλυψης έκτακτης ανάγκης. Εξαιρετικά και μόνο σε περιπτώσεις ταυτόχρονων αιτημάτων εργαζομένων για χρήση της ειδικής άδειας, ο εργοδότης δύναται σε συνεννόηση με τον εργαζόμενο και ανάλογα με το πρόγραμμα εργασίας του και τις ανάγκες της επιχείρησης, να προχωρήσει στη χορήγηση της εν λόγω άδειας το αργότερο μέσα σε διάστημα δέκα (10) ημερών από την ημέρα τέλεσης της αιμοληψίας. Ο εργαζόμενος δύναται να κάνει χρήση του δικαιώματος της ειδικής άδειας αιμοληψίας όπως Νόμος ορίζει. `Αρθρο 6 Οι καθοριζόμενες αποδοχές οφείλονται για πενθήμερη, συνεχούς ωραρίου, 8ωρη ανά ημέρα, εβδομαδιαία εργασία σαράντα (40) ωρών. Η επιχείρηση Ρ/Σ θα καταβάλλει προσπάθεια να κατανέμει τις νυχτερινές, Κυριακές και αργίες βάρδιες ισομερώς για όλους τους τεχνικούς της ιδίας ειδικότητας. Η καταβολή των δεδουλευμένων τακτικών αποδοχών γίνεται την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε μήνα και συνοδεύεται απαραιτήτως από αναλυτική απόδειξη καταβολής δεδουλευμένων προς κάθε εργαζόμενο. Η καταβολή και εξόφληση τυχόν οφειλομένων δεδουλευμένων αποδοχών γίνεται κατά την χρονική σειρά που κάθε απαίτηση κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή. Το ετήσιο επίδομα αδείας σε κάθε εργαζόμενο Τεχνικό καταβάλλεται το αργότερο δύο (2) μέρες πριν την έναρξη της θερινής άδειας αναψυχής ή τμήματος της, δεκαήμερης τουλάχιστον συνεχούς διαρκείας. Θερινή άδεια αναψυχής νοείται οποιαδήποτε άδεια χορηγείται στον εργαζόμενο Τεχνικό μετά την 1η Ιουνίου εκάστου έτους. `Αρθρο 7 Σε περίπτωση υπερωριακής, νυκτερινής απασχόλησης ή απασχόλησης σε αργίες ή απασχόλησης σε Κυριακές εφαρμόζονται οι γενικές διατάξεις του εργατικού δικαίου. Σε τεχνικούς που απασχολούνται σε μη μόνιμη βάση σε εξωτερικές μεταδόσεις δίδεται επίδομα οριζόμενο σε ποσοστό 5% επί του 1/25ου του βασικού τους μισθού για κάθε μέρα απασχόλησης σε εξωτερικές μεταδόσεις. Σε περίπτωση που ο τεχνικός λόγω της συμμετοχής του σε εξωτερική μετάδοση καταστεί μερικά ανίκανος για εργασία θα συνεχίσει να λαμβάνει τις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του και τα ένσημα του για όσο διάστημα διαρκεί η ανικανότητα του. Ο χρόνος μετάβασης και επιστροφής του τεχνικού από/στο χώρο της εξωτερικής μετάδοσης, θεωρείται χρόνος εργασίας χρόνος εργασίας και αρχίζει και τελειώνει στο χώρο που εργάζεται σύμφωνα με την ατομική σύμβαση εργασίας. Σε περίπτωση μεταβίβασης, συγχώνευσης ή απόσχισης της εκμετάλλευσης της επιχείρησης ή αλλαγής προσώπου του εργοδότη, η όποια αλλαγή δεν έχει καμιά βλαπτική ή δυσμενή συνέπεια για κάθε φύσης εργασιακό, μισθολογικό, ασφαλιστικό ή εθιμικό δικαίωμα του εργαζομένου Τεχνικού (ηχολήπτη ή ηλεκτρονικού), αναγνωρίζεται δε ως προϋπηρεσία του το σύνολο της διανυθείσας στον προηγούμενο εργοδότη προϋπηρεσίας η δε σύμβαση εργασίας του θεωρείται ως ενιαία και μηδέποτε διακοπείσα. `Αρθρο 8 Οι μισθωτοί στην περίπτωση που χρησιμοποιούνται από το ραδιοφωνικό σταθμό ως βάρδια ασφαλείας ή επιφυλακής κατόπιν γραπτής εντολής της επιχείρησης, ευρισκόμενοι σε αναμονή εκτός εγκατάστασης της επιχείρησης δικαιούνται επιπλέον αποζημίωση το 1/50 του μηνιαίου βασικού μισθού για κάθε βάρδια. `Αρθρο 9 Προκειμένου για ραδιοφωνικούς σταθμούς μικτού ή ειδησεογραφικού προγράμματος, οι εργαζόμενοι στα στούντιο συγχρόνου εκπομπής του Ρ/Σ, σε καμία περίπτωση δεν εργάζονται στο στούντιο αυτό περισσότερες από τέσσερις ώρες ανά βάρδια, ενώ το υπόλοιπο της βάρδιας αναπληρώνεται με εργασία ηχολήπτη Ρ/Σ σε στούντιο παραγωγής προγράμματος μέσα στην κύρια κτιριακή εγκατάσταση του ραδιοφωνικού σταθμού. Η ρύθμιση αυτή δεν ισχύει για τις ώρες 22.00 έως 06.00 στην περίπτωση κατά την οποία στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα το πρόγραμμα του Ρ/Σ είναι ηχογραφημένο κατά το ήμισυ τουλάχιστον ή συμφωνεί η πλειοψηφία των εργαζομένων στα στούντιο, ηχοληπτών. Καθ΄ όλο το 24ωρο αναφέρεται το ονοματεπώνυμο του Ηχολήπτη που ρυθμίζει τον ήχο τουλάχιστον μία φορά την ώρα. `Αρθρο 10 Για κάθε περίοδο 24 ωρών η ελάχιστη ανάπαυση δε μπορεί να είναι κατώτερη από 12 ώρες. Η περίοδος των 24 ωρών αρχίζει την 00.01΄ και λήγει την 24.00΄ ώρα. `Αρθρο 11 Ημέρες αργίας Ως ημέρες αργίας (εξαιρέσιμες) ορίζονται: α. Η 1η του έτους. β. Τα Θεοφάνια, γ. Η Καθαρή Δευτέρα, δ. Η 25η Μαρτίου, ε. Η Μεγάλη Παρασκευή, στ. Το Μεγάλο .Σάββατο, ζ. Η Δευτέρα του Πάσχα, η. Η 1η Μαΐου. θ. Του Αγίου Πνεύματος, ι. Η Κοίμηση της Θεοτόκου, ια. Η 28η Οκτωβρίου, ιβ. Τα Χριστούγεννα, ιγ. Η 26η Δεκεμβρίου, ιδ. Όλες οι Κυριακές. Σε καμιά περίπτωση δεν συμψηφίζεται ημέρα αργίας με ρεπό. Σε περίπτωση που τεχνικός (ηχολήπτης ή ηλεκτρονικός) εργασθεί σε ημέρα αργίας, που συμπίπτει με προγραμματισμένο ρεπό, θα του δοθεί ρεπό εντός της επομένης εβδομάδας και η προσαύξηση κατά την ημέρα εργασίας θα είναι εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) επί του ενός εικοστού πέμπτου (1/25) των νομίμων αποδοχών του. `Αρθρο 12 `Αδειες άσκησης συνδικαλιστικών καθηκόντων α) Στον ή στην Πρόεδρο και στον ή στην Αντιπρόεδρο της Ε.Τ.Ε.Ρ. χορηγείται άδεια με πλήρεις αποδοχές για την άσκηση των συνδικαλιστικών καθηκόντων τους, δέκα (10) εργασίμων ημερών κάθε μήνα. Στον ή στην Γενικό Γραμματέα και στον ή στην Ταμία της Ε.Τ.Ε.Ρ. χορηγείται άδεια με πλήρεις αποδοχές για την άσκηση των συνδικαλιστικών καθηκόντων τους, αντίστοιχα έξι (6) και τεσσάρων (4) εργασίμων ημερών κάθε μήνα. Στα υπόλοιπα μέλη του Δ.Σ. χορηγείται άδεια με πλήρεις αποδοχές για την άσκηση των συνδικαλιστικών καθηκόντων τους μίας (1) εργάσιμης ημέρας κάθε μήνα. Στην προαναφερόμενη περίπτωση άδειας με αποδοχές ο εργαζόμενος δικαιούται να λάβει το σύνολο των αποδοχών, που θα του καταβάλλονταν αν παρείχε τις υπηρεσίες του. β) Οι ειδικές άδειες χορηγούνται επιπλέον της κανονικής και σε καμιά περίπτωση δεν αφαιρούνται απ΄ αυτήν. γ) Οι υπαγόμενοι στις διατάξεις της παρούσας Σ.Σ.Ε. ιδιοκτήτες των ραδιοφωνικών σταθμών, υποχρεούνται να παρακρατούν τη συνδικαλιστική συνδρομή των εργαζομένων - μελών της συμβαλλόμενης εργατικής οργάνωσης. Για να γίνεται παρακράτηση της συνδικαλιστικής συνδρομής, απαιτείται έγγραφη δήλωση του σωματείου προς την επιχείρηση (Ρ/Σ). Με την ίδια δήλωση πρέπει το σωματείο να γνωστοποιήσει το ποσό της συνδρομής, τη συχνότητα της παρακράτησης (π.χ. κάθε μήνα, κάθε εξάμηνο) και τον τραπεζικό λογαριασμό, στον οποίο θα κατατίθενται τα παρακρατούμενα ποσά, υπέρ του Σωματείου και ενδεχομένως, κατά ορισμένο ποσοστό ή ποσό, υπέρ δευτεροβαθμίων οργανώσεων, στις οποίες αυτό ανήκει ή και υπέρ της Γ.Σ.Ε.Ε, καθώς και τον κατάλογο των μελών της Ένωσης στον κάθε ραδιοφωνικό σταθμό. Η δήλωση πρέπει να επαναλαμβάνεται, όταν μεταβάλλονται αυτά τα στοιχεία. Εργαζόμενοι που δεν επιθυμούν να γίνεται η παρακράτηση αυτή, δικαιούνται με έγγραφη ατομική δήλωση τους, που απευθύνεται στην επιχείρηση, να αρνούνται την παρακράτηση. Η δήλωση αυτή πρέπει να γίνεται στην αρχή κάθε χρόνου. Κάθε ραδιοσταθμός υποχρεούται να αποστέλλει στην εκάστοτε έδρα της Ε.Τ.Ε.Ρ. απόδειξη καταβολής και κατάλογο των εργαζομένων για τους οποίους είχε καταβληθεί η παρακράτηση συνδικαλιστικής συνδρομής μία (1) εβδομάδα το αργότερο μετά την καταβολή. δ) Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί αναλαμβάνουν την υποχρέωση της διευκόλυνσης της συνδικαλιστικής δράσης με την ανάρτηση ανακοινώσεων, συγκεντρώσεων εντός του χώρου εργασίας ή άλλου κοντινού χώρου που παρέχεται με δαπάνη της εταιρίας, απρόσκοπτου επισκέψεως από τα μέλη τους κατά το χρόνο λειτουργίας του σταθμού, μετά από προηγούμενη συνεννόηση με τον υπεύθυνο του Ρ/Σ, καθώς επίσης και της μετάδοσης των ανακοινώσεων της Ε.Τ.Ε.Ρ. `Αρθρο 13 Γενικά θέματα Για τη βελτίωση των εργασιακών σχέσεων και την αποτροπή μελλοντικών συγκρουσιακών καταστάσεων χρήσιμο είναι τα μέρη να προσπαθούν να επιλύουν καλόπιστα τα ανακύπτοντα προβλήματα εργασιακών σχέσεων. Σε αυτό το πλαίσιο συνίσταται η αποφυγή ενεργειών που άπτονται μονομερών αλλαγών σε θέματα που περιλαμβάνονται στην παρούσα, χωρίς να έχουν εξαντληθεί πριν οι προσπάθειες ενημέρωσης (γραπτής η προφορικής) και διαβούλευσης μεταξύ των μερών (ΕΤΕΡ & ΕΠΡΑ), πάντοτε εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Τέτοιες ενέργειες διατάραξης του εργασιακού κλίματος και της ομαλής επιχειρηματικής λειτουργίας μπορούν να θεωρηθούν ενδεικτικά π.χ. η μη τήρηση του χρόνου προειδοποίησης σε περίπτωση απεργίας, η εφαρμογή νέων τεχνολογιών, οι λύσεις συμβάσεων εργασίας η εφαρμογή συστήματος αξιολόγησης απόδοσης εργαζομένων κ.ά. `Αρθρο 14 Αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης Τυχόν ανώτερες από την παρούσα καταβαλλόμενες αποδοχές πριν την έναρξη ισχύος της παρούσας ή ευνοϊκότεροι όροι εργασίας που προβλέπονται από νόμους, υπουργικές αποφάσεις, προεδρικά διατάγματα, εσωτερικούς κανονισμούς ή ατομικές συμβάσεις, δε θίγονται από τις ρυθμίσεις αυτής της συλλογικής σύμβασης εργασίας και ισχύουν ως προς όλες τις έννομες συνέπειες. Για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται με την παρούσα (π.χ. υπερωριακή, νυχτερινή και εκτός έδρας απασχόληση κ.ά.) εφαρμόζονται οι διατάξεις του εργατικού δικαίου. `Αρθρο 15 Διάρκεια - Ισχύς Η ισχύς της παρούσας αρχίζει την 21.12.2019 και λήγει 20.12.2021. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Απορρίπτει την κρινόμενη έφεση. Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 20 Οκτωβρίου 2020. Ημερομηνία Κατάθεσης στον Ο.ΜΕ.Δ.: 5 Νοεμβρίου 2020 |