Τα φιλοδωρήματα είναι μία συνηθισμένη πρακτική στη χώρα μας. Είναι μία έμπρακτη πράξη αναγνώρισης απέναντι σε κάποιον εργαζόμενο για τη συνέπεια, τον επαγγελματισμό και την εξυπηρέτηση. Κυρίως τα συναντάμε σε ξενοδοχεία και εστίαση, αλλά το τελευταίο χρονικό διάστημα παρατηρείται και σε άλλες δραστηριότητες.
Στα φιλοδωρήματα υπάρχει μία σημαντική διάκριση ως προς την φορολογική και ασφαλιστική αντιμετώπισή τους.
α. Τα ποσά που θεωρούνται φιλοδωρήματα, αλλά υπολογίζονται ως ποσοστό επί της αξίας των εκδιδόμενων λογαριασμών π.χ. αξία ενός μενού 100 ευρώ πλέον φιλοδώρημα 11% επί της αξίας, ήτοι σύνολο 111 ευρώ. Στο ποσό αυτό ή εμπεριέχεται ο Φ.Π.Α. ή επιβάλλεται επιπλέον ο αναλογών Φ.Π.Α.. Τα ποσά αυτά αποτελούν έσοδα της επιχείρησης, η απόδοσή τους στους εργαζομένους αποτελεί μισθοδοτικό κόστος και επιβαρύνεται με τις ανάλογες εισφορές ασφαλιστικών ταμείων και φόρο εισοδήματος.
β. Τα ποσά που θεωρούνται φιλοδωρήματα, αλλά δίνονται προαιρετικά από τους πελάτες προς τους εργαζόμενους χωρίς να μεσολαβεί η επιχείρηση, στο πλαίσιο επιβράβευσης ένεκα της ικανοποίησης για τις ληφθείσες υπηρεσίες. Τα χρήματα αυτά δεν αποτελούν έσοδο της επιχείρησης και απαγορεύεται οποιαδήποτε διακράτηση από αυτή. Όπως είναι φυσικό, απαλλάσσονται από Φ.Π.Α. και οποιοδήποτε τέλος. Τα ποσά αυτά, σύμφωνα με την περιπτ. α’ της παρ. 3 του άρθρου 12 του Ν. 4172/2013, θεωρούνται εισοδήματα από μισθωτή εργασία και φορολογούνται μαζί με τις κανονικές αποδοχές που λαμβάνει ο εργαζόμενος.
Ως προς τις ασφαλιστικές υποχρεώσεις των φιλοδωρημάτων θα επανέλθουμε με νεότερο άρθρο μας.
Τα εισπραχθέντα φιλοδωρήματα κατανέμονται σύμφωνα με τις ισχύουσες ενδοεπιχειρησιακές συνήθειες μεταξύ των εργαζομένων και ανεξάρτητα από τον τρόπο καταβολής (μετρητά ή μέσω κάρτας) αποδίδονται μέσω τράπεζας στους εργαζομένους, διότι αποτελούν αμοιβές από μισθωτή εργασία.
Δυστυχώς, η Διοίκηση δεν έχει πάρει ξεκάθαρη θέση τόσο στο ασφαλιστικό, όσο και στο φορολογικό κομμάτι για ένα θέμα που απασχολεί την πλειονότητα των επιχειρήσεων και εργαζομένων στον τουρισμό. Η ασάφεια των διατάξεων μπορεί να οδηγήσει τα ελεγκτικά όργανα (Ε.Λ.Κ.Ε., Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π., Υ.Ε.Δ.Δ.Ε., Σ.Δ.Ο.Ε., Επιθεώρηση Εργασίας και Ε.Φ.Κ.Α.) σε λανθασμένες επιβολές φόρων και εισφορών.