Σημαντική ανάπτυξη παρουσιάζει κατά τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα η δραστηριότητα του asset management, δηλαδή της διαχείρισης χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων (μετοχές, κρατικά και εταιρικά ομόλογα, λοιπά προϊόντα σταθερού εισοδήματος, παράγωγα, κ.λπ.), με αποτέλεσμα όχι μόνο την αύξηση του όγκου των σχετικών εργασιών, αλλά και την εκδήλωση επενδυτικού ενδιαφέροντος για την εξαγορά εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο κλάδο.
Παρά την ανάπτυξη των τελευταίων ετών, το asset management εμφανίζει μέχρι σήμερα περιορισμένη παρουσία στη χώρα μας, αφού βρισκόμαστε στις τελευταίες θέσεις σε ότι αφορά το δείκτη «κεφάλαια προς διαχείριση ως ποσοστό του Α.Ε.Π.» και αυτό μπορεί να αποδοθεί σε παράγοντες όπως:
α) Η εστίαση του επενδυτικού ενδιαφέροντος των ελληνικών νοικοκυριών κυρίως στην αγορά των ακινήτων και κατά δεύτερο λόγο στις τραπεζικές καταθέσεις και
β) η επιλογή πολλών ατόμων να διαχειρίζονται μόνα τους τα περιουσιακά τους στοιχεία, όπως για παράδειγμα τις μετοχές που είναι εισηγμένες σε χρηματιστήρια, τα ομόλογα, κ.λπ..
Οι λόγοι της ανόδου
Σύμφωνα με στελέχη του κλάδου, οι λόγοι για τους οποίους η εγχώρια αγορά του asset management εμφανίζει τα τελευταία χρόνια αυξημένη κινητικότητα σε σύγκριση με το παρελθόν, θα μπορούσαν να είναι:
Πρώτον, οι θετικές αποδόσεις που έχουν σημειώσει οι διεθνείς αγορές μετοχών και ομολόγων τόσο κατά το 2023, όσο και από την αρχή της φετινής χρονιάς έως σήμερα. Ειδικότερα, σε ότι αφορά τις μετοχές, τα διεθνή χρηματιστήρια έχουν να παρουσιάσουν πολύ σημαντικά ετήσια κέρδη από το 2010 έως σήμερα, με εξαίρεση το έτος 2022. Ειδικότερα για το Χρηματιστήριο της Αθήνας, μετά από μια πολύ μεγάλη πτώση κατά την περίοδο 2009-2018, κατά την τελευταία πενταετία παρατηρείται μια συνολική άνοδος που υπερβαίνει κατά πολύ το 100%. Για παράδειγμα, ο Γενικός Δείκτης του Χ.Α. από τα μέσα Μαΐου του 2019 έως και τα μέσα Μαΐου του 2024 έχει καταγράψει κέρδη 105%, χωρίς σε αυτά να περιλαμβάνονται τα μερίσματα που διανεμήθηκαν στους επενδυτές κατά τη διάρκεια της πενταετίας. Η άνοδος του Χ.Α. ουσιαστικά ξεκινά από το 2016, αν δεν συνεκτιμηθούν οι μετοχές των τραπεζών. Τα ελληνικά ομόλογα μετά το «κούρεμα» του 2012 έχουν αποφέρει πολύ σημαντικά κέρδη (με εξαίρεση το έτος 2022) σε όσους τοποθετήθηκαν σε αυτά. Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να τονιστεί πως οι αποδόσεις του παρελθόντος δεν εγγυώνται τις μελλοντικές, όπως επίσης ότι συνηθίζεται σε περιόδους θετικού επενδυτικού κλίματος η ζήτηση για απόκτηση μετοχών να ανεβαίνει.
Δεύτερον, η σταδιακή επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα. Η χώρα απέκτησε επενδυτική βαθμίδα, το ποσοστό των κόκκινων δανείων των ελληνικών συστημικών τραπεζών είναι πλέον έντονα μονοψήφιο (κατά το παρελθόν είχε εκτιναχθεί στο 50%), καταγράφονται θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης (βλέπε στοιχεία παρατιθέμενου πίνακα, όπου γίνεται σύγκριση και με το μέσο όρο της Ευρωζώνης), παράγεται αξιοσημείωτο πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα, κ.λπ..
Πορεία Α.Ε.Π. σε Ελλάδα και Ευρωζώνη | |
| 2021 | 2022 | 2023 | 2024* |
Ελλάδα | 8,4% | 5,6% | 2,0% | 2,3% |
Ευρωζώνη | 5,9% | 3,4% | 0,4% | 0,6% |
* Πρόβλεψη Ευρωπαϊκής Επιτροπής | |
Τρίτον, από το τέλος του 2019 έως και το Μάρτιο του 2024 οι καταθέσεις των νοικοκυριών στις ελληνικές τράπεζες έχουν εμφανίσει μια άνοδο κατά 28,2 δισ. ευρώ, ή κατά 24% (βλέπε στοιχεία δεύτερου παρατιθέμενου πίνακα). Σύμφωνα, μάλιστα, με τις εκτιμήσεις της Τραπέζης της Ελλάδος, οι τραπεζικές καταθέσεις θα συνεχίσουν να αυξάνονται και μέσα στο 2024. Θεωρείται, λοιπόν, λογικό από πολλούς ότι ένα τμήμα των αποταμιευτών σε μια περίοδο όπου τα ήδη χαμηλά επιτόκια προβλέπεται να αποκλιμακωθούν περαιτέρω, να αναζητήσει εναλλακτικούς τρόπους τοποθέτησης των χρημάτων του πέραν από τις τραπεζικές καταθέσεις και εκεί θα παίξουν το δικό τους ρόλο οι εταιρείες (θυγατρικές των τραπεζών και ανεξάρτητες) που δραστηριοποιούνται στην αγορά του asset management.
Καταθέσεις ελληνικών νοικοκυριών |
Δεκ. 2019 | 116,7 |
Δεκ. 2020 | 126,28 |
Δεκ. 2021 | 135,05 |
Ιαν. 2022 | 134,72 |
Φεβ. 2022 | 134,66 |
Μάρ. 2022 | 134,87 |
Απρ. 2022 | 136,1 |
Μάιος 2022 | 135,7 |
Ιούνιος 2022 | 136,6 |
Ιούλιος 2022 | 137,4 |
Αύγ. 2022 | 137,98 |
Σεπτεμ. 2022 | 138,83 |
Οκτώβριος 2022 | 138,87 |
Νοέμβριος 2022 | 138,24 |
Δεκέμβριος 2022 | 141,32 |
Ιαν. 2023 | 139,83 |
Φεβ. 2023 | 139,723 |
Μάρ. 2023 | 140,904 |
Απρίλιος 2023 | 141,99 |
Μάιος 2023 | 141,784 |
Ιούνιος 2023 | 142,64 |
Ιούλιος 2023 | 142,73 |
Αύγουστος 2023 | 143,22 |
Σεπτέμβριος 2023 | 144,012 |
Οκτώβριος 2023 | 143,894 |
Νοέμβριος 2023 | 143,603 |
Δεκέμβριος 2023 | 146,626 |
Ιανουάριος 2024 | 144,657 |
Φεβρουάριος 2024 | 144,501 |
Μάρτιος 2024 | 144,898 |
Μεταβολή από 31/12/2019 | 28,198 |
Τα ποσά σε δισ. ευρώ | |
Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος | |
Τέταρτον, από το φθινόπωρο του 2022 έως και σήμερα εκτιμάται ότι έχουν εισρεύσει φρέσκα κεφάλαια της τάξεως των πέντε δισεκατομμυρίων ευρώ στα Ομολογιακά Αμοιβαία Κεφάλαια συγκεκριμένης χρονικής διάρκειας, με τις σχετικές εκδόσεις να διαδέχεται η μία την άλλη. Συγκεκριμένα, οι τράπεζες προσπαθούν να πείσουν τους πελάτες τους να μετατρέψουν ένα τμήμα των καταθέσεών τους σε Ομολογιακά Αμοιβαία Κεφάλαια, που εξ’ αιτίας της συγκεκριμένης (προκαθορισμένης) διάρκειάς τους έχουν αρκετά κοινά σημεία με τους προθεσμιακούς λογαριασμούς.
Η σημαντική αποδοχή των επενδυτικών αυτών προϊόντων από τους πελάτες των τραπεζών βασίζεται σε μερικά πολύ σημαντικά σημεία, όπως:
α) Σε μια περίοδο όπου τα καταθετικά επιτόκια είναι χαμηλά ακόμη και για τους προθεσμιακούς λογαριασμούς και μάλιστα προβλέπεται να υποχωρήσουν περαιτέρω κατά τους επόμενους μήνες, προσφέρουν αρκετά υψηλότερη μέση ετήσια προσδοκώμενη απόδοση,
β) το επενδυτικό τους ρίσκο είναι αρκετά χαμηλό και
γ) εκδίδονται σε διάφορες χρονικές διάρκειες, έτσι ώστε να μπορούν να απευθύνονται σε όλες τις κατηγορίες των αποταμιευτών.
Η ουσία είναι πως από όλη αυτή τη διαδικασία οι τράπεζες όχι μόνο δεν καταβάλλουν τόκους στους πελάτες τους, αλλά αντίθετα εισπράττουν πολύ υψηλά έσοδα από προμήθειες και όσο περισσότερα είναι τα κεφάλαια υπό διαχείριση, τόσο περισσότερο -και μάλιστα κατά μεγαλύτερο ποσοστό- αυξάνονται τα κέρδη των τραπεζικών Ομίλων.