20/11/23 | Αρχική > Αρθρογραφία > Επώνυμες Σκέψεις

Οι «επενδυτές χονδρικής» και τα σήματα που εκπέμπουν

Υπάρχουν, σε γενικές γραμμές, δύο κατηγορίες επενδυτών μειοψηφίας σε εταιρείες που διαπραγματεύονται σε ένα χρηματιστήριο: Οι επενδυτές λιανικής και οι επενδυτές χονδρικής.

Οι πρώτοι είναι πολύ περισσότεροι σε αριθμό και θα μπορούσαμε να εντάξουμε και τον εαυτό μας σε αυτούς, δηλ.: Αγοράζουμε συνήθως από 1.000 έως 5.000 μετοχές μερικών εταιρειών και στη συνέχεια περιμένουμε να ανεβούν. Άλλοι από εμάς προχωρούν σε ρευστοποιήσεις με το πρώτο +5% που θα επιτύχουν, άλλοι με το πρώτο +10% και άλλοι διακρατούν τις θέσεις τους για πολλά χρόνια σαν «αποκούμπι», σε περίπτωση μιας δύσκολης στιγμής, ή σαν «κουμπαρά για τα παιδιά», ή έστω σαν μια μορφή εφ’ άπαξ για τον καιρό της συνταξιοδότησης. Αν, αντίθετα, η μετοχή που επιλέξαμε μας απογοητεύσει, τότε θυμώνουμε, βρίζουμε (συνήθως τον εαυτό μας), πουλάμε και… πάμε για άλλα.

Σύμφωνα με τις απόψεις των ειδικών, μεγαλύτερη σημασία έχει η στάση που θα κρατήσουν οι «επενδυτές χονδρικής», οι οποίοι είναι αυτοί που αγοράζουν για παράδειγμα το 5%, ή το 10% μιας εταιρείας. Αυτοί δεν είναι καθόλου εύκολο να ρευστοποιήσουν τις θέσεις τους και ουσιαστικά γνωρίζουν ότι έχουν «παντρευτεί» τις μετοχές και την εταιρεία. Και αυτό γιατί όσο «βάθος» και να διαθέτει μια χρηματιστηριακή αγορά, η πώληση ενός 5% ή 10% μιας εταιρείας απαιτεί πολύ χρόνο και πιθανότατα προκαλεί μια μεγάλη πτώση στην τρέχουσα τιμή της μετοχής (υπερπροσφορά τίτλων). Συνήθως, οι ρευστοποιήσεις τέτοιων ποσοστών γίνονται είτε μέσω placements, είτε μέσα από συναλλαγή με άλλον επενδυτή χονδρικής.

Για το λόγο αυτό, οι επενδυτές αυτής της κατηγορίας διακρίνονται κατά κανόνα για τον μακροπρόθεσμο επενδυτικό τους ορίζοντα και δίνουν πολύ μεγάλη έμφαση στην αξιολόγηση της εταιρείας, στις ευρύτερες προοπτικές της, αλλά και στο τίμημα που θα καταβάλουν για να αγοράσουν τις μετοχές αυτές. Αυτό συμβαίνει, γιατί οι επενδυτές χονδρικής έχουν δώσει πολύ περισσότερα λεφτά από εμάς (τους επενδυτές λιανικής) και επειδή δεν έχουν τη δική μας ευελιξία να ρευστοποιήσουμε τη θέση μας, όποτε εμείς κρίνουμε ότι μας συμφέρει κάτι τέτοιο.

Ποια μηνύματα στέλνουν

Ας έρθουμε, όμως, τώρα στην ουσία. Πληροφορούμεθα για παράδειγμα ότι, ένας επενδυτής χονδρικής έχει αποκτήσει το 10% των μετοχών της εταιρείας Α’. Τι σημαίνει αυτό;

Με δεδομένο τον μακροχρόνιο ορίζοντα της τοποθέτησής του, ο επενδυτής χονδρικής πιστεύει ότι σε τρία ή πέντε χρόνια η τιμή της συγκεκριμένης μετοχής θα βρίσκεται σε σαφώς υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με τα τρέχοντα. Και επειδή δεν αποβλέπει σε κάποια βραχυπρόθεσμη εξέλιξη, ή σε κάποια πρόσκαιρη κίνηση της αγοράς, βασίζει την τοποθέτησή του στα θεμελιώδη στοιχεία της εταιρείας που επέλεξε, αλλά και στις προοπτικές που διαγράφονται γι’ αυτή, όπως τουλάχιστον ο επενδυτής χονδρικής τις αντιλαμβάνεται. Συχνά, μάλιστα, συμβουλεύεται προς τούτο εξειδικευμένους συμβούλους και έμπειρους αναλυτές.

Όμως, αυτή η κατηγορία επενδυτών δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της συγκεκριμένης εταιρείας, αλλά επεκτείνει την ανάλυσή της τόσο στις υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου, όσο και σε ολόκληρη την ελληνική οικονομία γενικότερα. Αν για παράδειγμα, κάποιος αποκτήσει βαρύνουσα θέση σε μια τράπεζα, είναι παράλογο να πιστεύει πως ενώ η τιμή της μετοχής της δικής του τράπεζας θα ανεβαίνει σημαντικά, οι υπόλοιπες μετοχές του κλάδου θα κατρακυλούν. Περιμένει, δηλαδή, ότι σε κάποιο βαθμό θα έχουν ανοδική πορεία και οι άλλες μετοχές του τραπεζικού κλάδου. Πώς θα ήταν δυνατόν, για παράδειγμα, οι επισφαλείς απαιτήσεις να συσσωρευτούν μόνο στις ανταγωνιστικές τράπεζες, ή τα υψηλά καθαρά επιτοκιακά έσοδα να πραγματοποιηθούν μόνο στη δική του;

Επίσης, πώς είναι δυνατόν να ανεβαίνει σε μακροπρόθεσμη βάση η τιμή της μετοχής μιας τράπεζας, όταν η οικονομία βρίσκεται σε ύφεση; Η οικονομική ύφεση δεν θα οδηγήσει σε μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και δεν θα μειώσει τη ζήτηση για νέα δάνεια;

Συμπερασματικά, λοιπόν, ένας επενδυτής χονδρικής που τοποθετείται σήμερα σε μια εταιρεία έναντι συγκεκριμένου τιμήματος δίνει μια ψήφο εμπιστοσύνης σε ότι αφορά τις προοπτικές της ίδιας της εταιρείας, του κλάδου και της ελληνικής οικονομίας γενικότερα. Επίσης, δίνει ένα σήμα ότι η τιμή με την οποία απέκτησε τις μετοχές αφήνει περιθώρια για αξιοσημείωτη άνοδο μέσα στην επόμενη τριετία ή πενταετία.

Αυτό, όμως, που έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία είναι το αν βλέπουμε όχι έναν, αλλά σαφώς περισσότερους επενδυτές χονδρικής να εισέρχονται σε ελληνικές επιχειρήσεις σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Τότε, τα μηνύματα ότι η επενδυτική κοινότητα (και μάλιστα το «πάνω ράφι» της) αναγνωρίζει θετικές προοπτικές, τόσο για τις συγκεκριμένες μετοχές, όσο και ευρύτερα για το χρηματιστήριο και την οικονομία είναι περισσότερο από προφανή.

Το ερώτημα, βέβαια, που μπορεί εύλογα να τεθεί είναι το αν οι επενδυτές χονδρικής πέφτουν πάντοτε μέσα στις εκτιμήσεις τους και αν τελικά η πράξη δικαιώνει σε κάθε περίπτωση τις αγοραστικές τους επιλογές. Η απάντηση είναι προφανώς αρνητική, ιδίως σε ένα έντονα μεταβαλλόμενο οικονομικό και γεωπολιτικό περιβάλλον. Ωστόσο, η ύπαρξη πολλών επενδυτών χονδρικής σε μια συγκεκριμένη περίοδο αποτελεί μια αποχρώσα ένδειξη ότι είναι πολύ πιθανό πως κάτι καλό πάει να γίνει.



comments powered by Disqus
* Παρακαλούμε τα σχόλια να μην είναι σε greeklish. Σχόλια με υβριστικό ή προσβλητικό περιεχόμενο θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.
Επενδυτές, Εισηγμένες στο χρηματιστήριο, μετοχές εταιρειών