Προστατευόμενα πρόσωπα
Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 2643/1998 στα προστατευόμενα άτομα υπάγονται:
α. Οι πολύτεκνοι γονείς με τέσσερα (4) τέκνα και άνω, οι τρίτεκνοι γονείς, ένα από τα τέκνα πολύτεκνης οικογένειας, ένα από τα τέκνα τρίτεκνης οικογένειας και ο επιζών ή ο άγαμος γονέας τριών ανήλικων τέκνων». (Αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 19 παρ.1 του Ν. 4368/2016 (ΦΕΚ Α' 21/21-2-2016). Για την εφαρμογή του νόμου αυτού ως πολύτεκνη οικογένεια νοείται εκείνη που έχει τουλάχιστον τέσσερα ζώντα τέκνα.
β. Τα άτομα, με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον, που έχουν περιορισμένες δυνατότητες για επαγγελματική απασχόληση, εξαιτίας οποιασδήποτε χρόνιας σωματικής ή πνευματικής ή ψυχικής πάθησης ή βλάβης (άτομα με ειδικές ανάγκες), εφόσον είναι γραμμένα στα μητρώα ανέργων αναπήρων του Ο.Α.Ε.Δ. (νυν Δ.ΥΠ.Α.).
Επίσης προστατεύονται όσοι έχουν τέκνο, αδελφό ή σύζυγο με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, εξαιτίας βαριών ψυχικών και σωματικών παθήσεων, οι οποίες διαπιστώνονται από τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές του νόμου αυτού. Κατ` εξαίρεση όταν τα άτομα πάσχουν από νοητική στέρηση ή αυτισμό, για την παροχή της προστασίας απαιτείται ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (Όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.1 άρθρο 31 του Ν. 2956/2001 ΦΕΚ Α' 258/2001, αντικαταστάθηκε εκ νέου ως άνω με την παρ.10 του άρθρου 11 του Ν. 3227/2004 ΦΕΚ Α` 31).
γ. Όσοι έλαβαν μέρος στην Εθνική Αντίσταση κατά την έννοια του Ν. 1285/1982 (ΦΕΚ Α` 115), εφόσον κατέστησαν `Ατομα με Αναπηρία (ΑμεΑ), καθώς και τα τέκνα όσων κατέστησαν ΑμεΑ εξαιτίας της συμμετοχής τους στην Εθνική Αντίσταση ή όσων πέθαναν εξαιτίας της συμμετοχής τους στην Εθνική Αντίσταση. Επίσης, προστατεύονται τα τέκνα, ο επιζών σύζυγος και ο επιζών γονέας προσώπων που εκτελέστηκαν ή πέθαναν από τραύματα ή κακουχίες, εξαιτίας της συμμετοχής τους στην αντιδικτατορική αντίσταση κατά της χούντας των συνταγματαρχών από 21/4/1967 έως 24/7/1974 (Όπως αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 35 του Ν. 4778/2021 ΦΕΚ Α` 26/19-02-2021).
δ. Οι ανάπηροι και οι τραυματίες πολέμου ή πολεμικών γεγονότων, όσοι κατέστησαν ανίκανοι από τις κακουχίες της στράτευσης, εφόσον υπηρέτησαν με οποιαδήποτε ιδιότητα στης Ένοπλες Δυνάμεις ή στα Σώματα Ασφαλείας και τα τέκνα τους, τα θύματα πολέμου και οι ανάπηροι πολέμου άμαχου πληθυσμού και τα τέκνα τους, οι ανάπηροι ειρηνικής περιόδου και τα τέκνα τους. Επίσης, προστατεύονται τα τέκνα και ο επιζών σύζυγος των προσώπων που φονεύθηκαν ή εξαφανίστηκαν στα πολεμικά γεγονότα της Κύπρου των ετών 1964, 1967 και 1974.
Όπου με τις διατάξεις του νόμου παρέχεται προστασία σε περισσότερους από ένα δικαιούχους μιας οικογένειας (γονείς, τέκνα, συζύγους, αδελφούς) η άσκηση του δικαιώματος προστασίας από ένα δικαιούχο αποκλείει τους υπολοίπους. Η παρούσα διάταξη δεν έχει εφαρμογή για τα άτομα με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον όπως αυτά ορίζονται στην πρώτη περίπτωση του εδαφίου β` της παραγράφου 1 του άρθρου 1, τα οποία θεμελιώνουν αυτοτελές δικαίωμα προστασίας. Η άσκηση του ως άνω αυτοτελούς δικαιώματος από το δικαιούχο δεν επιτρέπεται σε περίπτωση χρησιμοποίησης της αναπηρίας αυτής για την προσαύξηση κατά την παράγραφο 8 του άρθρου 4 του Ν.2643/1998 από άλλο άτομο της ίδιας οικογένειας (παρ. 2 άρθρο 31 του Ν. 2956/2001 ΦΕΚ Α' 258/6-11-2001).
Προστασία σε φορείς του ιδιωτικού και ευρύτερου δημόσιου τομέα
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.2643/1998 , όπως είχε τροποποιηθεί και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 73 παρ.1 του Ν. 4611/2019 ΦΕΚ Α' 73/17-5-2019, μεταξύ άλλων αναφέρει:
«1. α) Επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, ελληνικές ή ξένες, που λειτουργούν στην Ελλάδα με οποιαδήποτε μορφή, καθώς και οι θυγατρικές τους εταιρείες, εφόσον απασχολούν προσωπικό πάνω από πενήντα (50) άτομα, υποχρεούνται να προσλαμβάνουν προστατευόμενα πρόσωπα του προηγούμενου άρθρου 1 του Ν.2643/1998 , σε ποσοστό οκτώ τοις εκατό (8%) επί του συνόλου του προσωπικού της επιχείρησης ή της εκμετάλλευσης. Εξαιρούνται από την υποχρέωση αυτή, οι επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις που εμφανίζουν στους ισολογισμούς τους αρνητικό αποτέλεσμα (ζημία) στις δύο (2) αμέσως προηγούμενες από το έτος προκήρυξης χρήσεις. Από τον αριθμό των προσώπων που προκύπτει ότι, υποχρεούται να προσλάβει η επιχείρηση ή εκμετάλλευση με βάση τα ανωτέρω επιμέρους ποσοστά, αφαιρούνται κατά κατηγορία προστασίας τα πρόσωπα που συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις υπαγωγής στον παρόντα νόμο κι έχουν προσληφθεί οικειοθελώς από την επιχείρηση ή εκμετάλλευση.
β) Οι φορείς του δημόσιου τομέα που αναφέρονται στην παράγραφο 13 του άρθρου 2 του Ν.2643/1998 ,, με την εξαίρεση των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) που προσλαμβάνουν προσωπικό μέσω του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.) και όσων εμφανίζουν στους ισολογισμούς τους αρνητικό αποτέλεσμα (ζημία) στις δύο (2) αμέσως προηγούμενες από το έτος προκήρυξης χρήσεις, κι εφόσον απασχολούν προσωπικό πάνω από πενήντα (50) άτομα, υποχρεούνται να προσλαμβάνουν προστατευόμενα πρόσωπα του προηγούμενου άρθρου 1 σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).
2. Για τον υπολογισμό των ποσοστών της παραγράφου 1 στο προσωπικό της υπόχρεης επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή φορέα συνυπολογίζονται:
α) Οι υπάλληλοι και οι εργατοτεχνίτες που υπηρετούν σε αυτήν, ανεξάρτητα από τον τύπο και τη μορφή της σύμβασής τους. Δεν συνυπολογίζονται εκείνοι που προσλαμβάνονται για χρονικό διάστημα μικρότερο του ενός (1) έτους.
β) Τα πρόσωπα που τοποθετήθηκαν αναγκαστικά σε κάθε υπόχρεη επιχείρηση με τον Ν. 1648/1986 (ΦΕΚ Α` 147) ή με οποιαδήποτε προηγούμενη προστατευτική διάταξη ή με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Δεν συνυπολογίζονται τοποθετήσεις προσώπων που υπάγονται στο άρθρο 1, εφόσον γίνονται οικειοθελώς από την επιχείρηση.
3. Σε επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις ή φορείς που διατηρούν υποκαταστήματα ή εκμεταλλεύσεις σε περισσότερες από μία περιφερειακές ενότητες, για τον υπολογισμό του αριθμού των προστατευόμενων προσώπων που τοποθετούνται υποχρεωτικά, λαμβάνεται υπόψη το σύνολο του προσωπικού που υπηρετεί στην έδρα και τα υποκαταστήματα ή τις εκμεταλλεύσεις της επιχείρησης ή του φορέα.».
Φορείς του δημόσιου τομέα
Οι διατάξεις του νόμου 2643/1998, εφαρμόζονται στους ακόλουθους φορείς του δημόσιου τομέα:
α) Στις δημόσιες επιχειρήσεις και στους δημόσιους οργανισμούς.
β) Στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικώς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από κρατικούς πόρους κατά πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους ή στα οποία το κράτος κατέχει το πενήντα ένα τοις εκατό (51%) τουλάχιστον του μετοχικού τους κεφαλαίου.
γ) Στα νομικά πρόσωπα τα οποία είτε ανήκουν στα νομικά πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις α` και β` ή στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης κάθε βαθμίδας ή στην ΚΕΔΚΕ ή στις τοπικές ενώσεις δήμων και κοινοτήτων είτε επιχορηγούνται από τους φορείς αυτούς, τακτικώς κατά πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ή τα οικεία καταστατικά, είτε έχουν μετοχικό κεφάλαιο, το πενήντα ένα τοις εκατό (51%) τουλάχιστον του οποίου κατέχουν οι παραπάνω φορείς.».
Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 61 του Ν. 4765/2021 :
«Εκσυγχρονισμός συστήματος προσλήψεων στον δημόσιο τομέα και ενίσχυση του Α.Σ.Ε.Π. και λοιπές διατάξεις.» μεταξύ άλλων αναφέρει ότι: «Από την ημερομηνία έκδοσης της Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου περί έγκρισης του ετήσιου προγραμματισμού έτους 2022 του άρθρου 51 του Ν. 4622/2019 (ΦΕΚ Α` 133) και σε κάθε περίπτωση από 1ης/1/2022 καταργούνται: Tα άρθρα 1, 2 και 4 κατά το μέρος που αφορούν διορισμούς ή προσλήψεις προστατευομένων προσώπων σε δημόσιες υπηρεσίες, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. και των δύο βαθμών και Ν.Π.Ι.Δ. που προσλαμβάνουν προσωπικό μέσω Α.Σ.Ε.Π., καθώς και το άρθρο 3 του Ν. 2643/1998 (ΦΕΚ Α` 220).».
Προκηρύξεις και αιτήσεις
Η αρμόδια υπηρεσία του Ο.Α.Ε.Δ. (νυν Δ.ΥΠ.Α.), Περιφερειακή Διεύθυνση ή Κ.Π.Α.2, καταρτίζει την προκήρυξη η οποία περιλαμβάνει το σύνολο των θέσεων εργασίας των φορέων που θα καλυφθούν από προστατευόμενα πρόσωπα, κατά περιφερειακή ενότητα, φορέα, κατηγορία προστασίας, κλάδο και ειδικότητα, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 6 του Ν. 2643/1998 . Η προκήρυξη αναρτάται στο κατάστημα της αρμόδιας υπηρεσίας και στην ιστοσελίδα της Δ.ΥΠ.Α..
Οι ενδιαφερόμενοι προκειμένου να προσληφθούν στις προκηρυσσόμενες θέσεις εργασίας ιδιωτικών επιχειρήσεων, εκμεταλλεύσεων και φορέων, υποβάλλουν ηλεκτρονικά ειδική αίτηση - υπεύθυνη δήλωση, στην οποία δηλώνουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για τη μοριοδότησή τους, καθώς και τις συγκεκριμένες θέσεις της προκήρυξης, στις οποίες επιθυμούν να τοποθετηθούν κατά σειρά προτίμησης.
Οι υποψήφιοι έχουν δικαίωμα επιλογής θέσεων από μία (1) κατηγορία προστασίας. Αν ένας υποψήφιος ανήκει σε περισσότερες από μία (1) κατηγορίες προστασίας, επιλέγει μία κατηγορία προστασίας ως κύρια, βάσει της οποίας δηλώνει τις θέσεις που επιθυμεί. Η σώρευση στην αίτηση - υπεύθυνη δήλωση θέσεων από διαφορετικές κατηγορίες προστασίας, συνεπάγεται αυτοδικαίως τον αποκλεισμό του υποψηφίου από τη διαδικασία.
Οι αιτήσεις - υπεύθυνες δηλώσεις των υποψηφίων υποβάλλονται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία, η οποία αρχίζει από την επομένη της ανάρτησης της προκήρυξης στο κατάστημα της αρμόδιας υπηρεσίας και στην ιστοσελίδα της Δ.ΥΠ.Α., δεν μπορεί να είναι μικρότερη των τριάντα (30) ημερών. Ανάκληση, τροποποίηση ή συμπλήρωση της αίτησης - υπεύθυνης δήλωσης δεν επιτρέπεται μετά το πέρας της αποκλειστικής προθεσμίας υποβολής της.
Η δήλωση ανακριβών στοιχείων στην αίτηση - υπεύθυνη δήλωση συνεπάγεται την απώλεια της προστασίας του παρόντος νόμου.
Οι ενδιαφερόμενοι έχουν δικαίωμα υποβολής αίτησης - υπεύθυνης δήλωσης σε τρεις (3) κατ` ανώτατο όριο υπηρεσίες της Δ.ΥΠ.Α. που έχουν προβεί σε προκήρυξη, κατ` επιλογήν τους. Η πλήρωση των θέσεων γίνεται με βάση ξεχωριστούς πίνακες ανά κατηγορία προστασίας σύμφωνα με τον αριθμό των μορίων που συγκεντρώνουν τα προστατευόμενα πρόσωπα σε συνδυασμό και με τη σειρά προτίμησης που έχουν αναγράψει οι υποψήφιοι στη δήλωσή τους.
Περιορισμοί τοποθέτησης
Ειδικότερα, η τοποθέτηση των προστατευόμενων προσώπων γίνεται από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 9 του Ν. 2643/1998 και είναι υποχρεωτική για τον εργοδότη.
Οι τοποθετούμενοι εξομοιώνονται πλήρως, ανάλογα με τα προσόντα τους, με το υπόλοιπο προσωπικό, ως προς τους όρους εργασίας, την αμοιβή, τις προαγωγές και γενικά τις συνθήκες εργασίας, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων του άρθρου 11 του Ν. 2643/1998 για την απόλυσή τους.
Ο τοποθετούμενος υποχρεούται, μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση σε αυτόν της απόφασης για την τοποθέτησή του, να παρουσιαστεί στην επιχείρηση ή στην εκμετάλλευση ή στο φορέα για να αναλάβει υπηρεσία. Αν μέσα στην ανωτέρω προθεσμία ο τοποθετούμενος δεν παρουσιασθεί ή δεν δεχθεί τη θέση στην οποία τοποθετήθηκε από την Επιτροπή, χάνει την προστασία που του παρέχει ο νόμος, εκτός εάν συντρέχουν, κατά την κρίση της Επιτροπής, σοβαροί λόγοι που δικαιολογούν τη μη ανάληψη υπηρεσίας, οπότε η Επιτροπή τον τοποθετεί πάλι στην ίδια ή άλλη επιχείρηση.
Προστατευόμενοι που είχαν απασχοληθεί σε μία επιχείρηση, ύστερα από αναγκαστική ή μη τοποθέτησή τους σε αυτή, δεν τοποθετούνται στην ίδια επιχείρηση, εκτός αν η επιχείρηση αυτή συναινεί εγγράφως. Επίσης, προστατευόμενοι των οποίων η τοποθέτηση ανακλήθηκε δύο φορές ύστερα από αίτησή τους που υποβλήθηκε μετά από την ανάληψη υπηρεσίας χάνουν την προστασία που παρέχει ο νόμος αυτός.
Κάθε εργοδότης, στον οποίο τοποθετείται προστατευόμενος του νόμου αυτού, έχει δικαίωμα να ζητήσει οποτεδήποτε από την Επιτροπή που έκανε την τοποθέτηση, την αντικατάστασή του για υπαίτια ή ανυπαίτια ακαταλληλότητα, αφού τον απασχολήσει τουλάχιστον δύο (2) μήνες.
Η άσκηση του δικαιώματος αυτού γίνεται με αίτηση στην οποία περιέχονται αναλυτικά οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η αντικατάσταση και επισυνάπτεται κάθε σχετικό αποδεικτικό στοιχείο. Η αίτηση είναι απαράδεκτη αν δεν κοινοποιηθεί με δικαστικό επιμελητή από τον αιτούντα εργοδότη στον ενδιαφερόμενο τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν από τη συζήτησή της στην Επιτροπή. Η απόφαση της Επιτροπής για την αντικατάσταση του προστατευόμενου κοινοποιείται στον εργοδότη, το αργότερο μέσα σε ένα δίμηνο από την υποβολή της αίτησής του. Μέχρι την κοινοποίηση της απόφασης στον εργοδότη ή μέχρι τη λήξη του διμήνου, αν δεν γίνει κοινοποίηση, ο προστατευόμενος εξακολουθεί να εργάζεται και να αμείβεται από τον εργοδότη. Τέλος, ο προστατευόμενος χάνει την προστασία, αν αντικατασταθεί δύο φορές με απόφαση της Επιτροπής, για υπαίτια ακαταλληλότητα.
Λύση της σχέσης εργασίας
Η σχέση εργασίας των προσώπων που τοποθετούνται με τις διατάξεις του νόμου 2643/1998 ή των προσώπων που έχουν τοποθετηθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για τους πολεμιστές, μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού ή των ατόμων με ειδικές ανάγκες του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης β` της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 2643/1998 , ανεξαρτήτως αν έχουν προσληφθεί υποχρεωτικά ή όχι, λύεται:
α) Αυτοδικαίως μόλις συμπληρώσουν το όριο ηλικίας, που ορίζεται από τον εσωτερικό κανονισμό ή τον εσωτερικό κανονισμό ή τον οργανισμό της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, που έχει ισχύ νόμου, εφόσον συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις για πλήρη συνταξιοδότηση, λόγω γήρατος ή αναπηρίας. Όσοι δεν έχουν τις προϋποθέσεις αυτές διατηρούνται στην επιχείρηση έως ότου τις αποκτήσουν και πάντως όχι πέρα από το εξηκοστό έβδομο (67ο) έτος της ηλικίας τους.
β) Με καταγγελία της σχέσης εργασίας χωρίς αποζημίωση, εφόσον ο προστατευόμενος έχει στερηθεί τα πολιτικά του δικαιώματα σύμφωνα με τα άρθρα 59, 60, 61 και 62 του Ποινικού Κώδικα.
γ) Με καταγγελία, ύστερα από απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 9 για τους εξής λόγους:
• Για παραβάσεις που προβλέπονται από τον αναγνωρισμένο οργανισμό ή κανονισμό της υπηρεσίας ή επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, για τις οποίες ορίζεται ως ποινή η απόλυση.
• Για αποδεδειγμένη ανεπάρκεια ή για ακαταλληλότητα στην εκτέλεση της εργασίας, που δεν οφείλεται πάντως στα τραύματα ή στην αναπηρία ή για ανάρμοστη συμπεριφορά ή για αντικοινωνική γενικώς διαγωγή.
δ) Με καταγγελία της σχέσης εργασίας αν έχει εκδοθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 2, απόφαση του αρμόδιου περιφερειακού διευθυντή της Δ.ΥΠ.Α..
ε) Με καταγγελία της σχέσης εργασίας μετά τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων για πλήρη σύνταξη γήρατος, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις.
Όταν πρόκειται για δικηγόρους, η έμμισθη εντολή τους λύεται, όπως ορίζει ο Δικηγορικός Κώδικας, με την επιφύλαξη των παραπάνω περιπτώσεων β` και γ`.
Άρνηση του εργοδότη
Εάν ο εργοδότης αποκρούει την πραγματική προσφορά του προστατευόμενου ή δεν τον τοποθετεί κατά δίκαιη κρίση σε θέση ανάλογη με τα προσόντα του, γίνεται υπερήμερος και οφείλει τις σχετικές αποδοχές κατά το άρθρο 651 του Αστικού Κώδικα. Όμως η αξίωση του εργαζομένου που τοποθετήθηκε αναγκαστικά, για καταβολή μισθών υπερημερίας λόγω του ότι οι υπηρεσίες του δεν έγιναν αποδεκτές, είναι δυνατόν να αποκρουσθεί ως καταχρηστική, εφ΄ όσον συντρέχουν οι όροι του άρθρου 281 του Α.Κ. (Α.Π.1133/1998). Εάν ο εργοδότης θεωρεί ότι ο τοποθετούμενος είναι ακατάλληλος για την υπηρεσία του, δεν δικαιούται να αρνηθεί να τον προσλάβει, αλλά υποχρεούται να τον απασχολήσει τουλάχιστον επί δύο (2) μήνες και εν συνεχεία να ζητήσει από την αρμόδια Επιτροπή την αντικατάστασή του λόγω ακαταλληλότητας (Εφ. Θεσ. 2416/1991).
Η άρνηση του εργοδότη να προσλάβει το προστατευόμενο πρόσωπο, συνιστά παράνομη προσβολή της προσωπικότητας του εργαζομένου, έτσι ώστε παρέχεται η προστασία του άρθρου 57 και 59 του Αστικού Κώδικα. Επίσης, ο εργοδότης είναι δυνατόν να καταδικασθεί να απασχολεί τον τοποθετούμενο υπό την απειλή επιβολής χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης ως μέσων εκτελέσεως της απόφασης (Εφ. Θεσ. 907/1993, 413/1993).
Ο εργοδότης τιμωρείται εάν αρνηθεί να προσλάβει ή παραλείψει να υποβάλει τις σχετικές δηλώσεις για το προσωπικό, με πρόστιμο ίσο με έξι (6) κατώτατους μηνιαίους μισθούς, ενώ εάν εμφανισθεί ο μισθωτός για εργασία και δεν απασχολήθηκε, με πρόστιμο ίσο με τις αποδοχές που δικαιούται ο τοποθετούμενος για κάθε ημέρα καθυστέρησης της πρόσληψης, σύμφωνα με το άρθρο 12 του Ν. 2643/1998.
Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το ομώνυμο άρθρο του κ. Βασιλείου Παπαβασιλείου που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Ιουνίου 2023 του περιοδικού Epsilon7. Στο πλήρες άρθρο μεταξύ άλλων γίνεται αναφορά σε ζητήματα όπως ο αποκλεισμός προστασίας, η υποβολή δικαιολογητικών και ενστάσεις, η τοποθέτηση των προστατευόμενων ατόμων, η προσφυγή κατά των αποφάσεων των επιτροπών, η επιχορήγηση εργοδοτών, η εργονομική διευθέτηση, η επαύξηση χρόνου αδείας και οι ηθικές αμοιβές.