Στις περισσότερες των περιπτώσεων οι συζητήσεις αναλυτών, οικονομικών δημοσιογράφων και πολιτών στρέφονται γύρω από το εισόδημα των πολιτών (συγκρίσεις με το παρελθόν, ή με άλλες χώρες, ερωτήσεις για το ποιο ποσοστό των συνανθρώπων μας βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας, κ.λπ.) και ελάχιστες φορές γύρω από τον πλούτο των νοικοκυριών, δηλαδή την αξία των περιουσιακών τους στοιχείων (ακίνητα, καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια, συνταξιοδοτικά-αποταμιευτικά προϊόντα, χρυσός, αντικείμενα μεγάλης αξίας, κ.λπ.).
Ως εισόδημα θεωρούμε τα καθαρά έσοδα που καρπωθήκαμε μέσα σε ένα έτος, ενώ αντίθετα ως πλούτο θεωρούμε την τρέχουσα αξία των περιουσιακών στοιχείων που είτε αποκτήσαμε οι ίδιοι από το παρελθόν έως σήμερα, είτε μας δόθηκαν από άλλους (κληρονομιά). Για παράδειγμα, ένα νοικοκυριό μπορεί να έχει ετήσιο εισόδημα 30.000 ευρώ, αλλά περιουσιακά στοιχεία 300.000 ευρώ, καθώς διαθέτει ένα ιδιόκτητο σπίτι αξίας 100.000 ευρώ και τραπεζικές καταθέσεις 200.000 ευρώ.
Ωστόσο, η ανάγκη για παράλληλη εξέταση τόσο της πορείας του εισοδήματος, όσο και του πλούτου είναι απαραίτητη και αυτό προκύπτει από ένα μόνο απλό παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι το προαναφερόμενο νοικοκυριό θα αυξήσει μέσα στο 2022 τα εισοδήματά του από τα 30.000 στα 32.000 ευρώ, αλλά σε περίπτωση που ο πληθωρισμός κλείσει φέτος στο 10%, τότε θα έχει απωλέσει σε πραγματικές αξίες 1.000 ευρώ. Αν όμως ο πληθωρισμός κλείσει στο 10% και με δεδομένο ότι τα προσφερόμενα καταθετικά επιτόκια είναι μηδενικά, το ίδιο νοικοκυριό θα χάσει 20.000 ευρώ (το εικοσαπλάσιο της απώλειας του εισοδήματός του!) από τη μείωση της πραγματικής περιουσίας που έχει «παρκαρισμένη» στις τράπεζες.
Ένας άλλος λόγος για τον οποίο έχει πάντοτε μεγάλη σημασία η εξέταση του πλούτου των νοικοκυριών είναι ότι η πορεία του πλούτου επηρεάζει και την πορεία του εισοδήματος (και αντιστρόφως). Για παράδειγμα όταν ένα νοικοκυριό βλέπει την αξία ενός ακινήτου που θέλει να πουλήσει να ανεβαίνει, ή όταν βλέπει να έχει θετικές υπεραξίες από τις τοποθετήσεις του στο χρηματιστήριο, τότε συνήθως ανεβάζει την κατανάλωσή του, ενισχύοντας περαιτέρω το ΑΕΠ και τα εισοδήματα των Ελλήνων πολιτών. Το αντίθετο συμβαίνει, όταν συνειδητοποιεί ότι η αξία του πλούτου ψαλιδίζεται.
Η εξέταση του πλούτου των νοικοκυριών αποκτά μεγαλύτερη σημασία στις μέρες μας, καθώς πέρα από την πληθωριστική απαξίωση των καταθέσεων, παρατηρείται αξιοσημείωτη πτώση στην ονομαστική αξία και άλλων σημαντικών περιουσιακών στοιχείων, όπως για παράδειγμα οι μετοχές, τα εταιρικά και κρατικά ομόλογα, τα μερίδια των αμοιβαίων κεφαλαίων, τα ασφαλιστικά-επενδυτικά προγράμματα, κ.λπ.
Χαρακτηριστικό είναι το πώς περιγράφει την κατάσταση το τμήμα Ερευνών του Ομίλου Allianz σε πρόσφατη παγκόσμια έρευνα που δημοσίευσε και αφορούσε την πορεία της χρηματοοικονομικής περιουσίας των νοικοκυριών:
«Το 2022 αποτελεί σημείο καμπής. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έθεσε εμπόδια στην ανάκαμψη μετά την κρίση του κορωνοϊού, αλλάζοντας τα δεδομένα: Ο πληθωρισμός καλπάζει, η διαθεσιμότητα ενέργειας και τροφίμων περιορίζεται και η νομισματική σύσφιξη συμπιέζει οικονομίες και αγορές. Το ενεργητικό των νοικοκυριών θα τεθεί υπό πίεση. Τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία παγκοσμίως αναμένεται να μειωθούν κατά περισσότερο από 2% το 2022. Πρόκειται για την πρώτη σημαντική υποχώρηση του χρηματοοικονομικού πλούτου μετά τη Διεθνή Χρηματοπιστωτική Κρίση του 2008. Σε πραγματικούς όρους, τα νοικοκυριά θα χάσουν το ένα δέκατο του πλούτου τους. Όμως, σε αντίθεση με τη Διεθνή Χρηματοπιστωτική Κρίση, της οποίας ακολούθησε μια σχετικά γρήγορη ανάκαμψη, αυτή τη φορά και οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές είναι μάλλον ζοφερές: Η μέση ονομαστική αύξηση των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων αναμένεται να είναι 4,6% έως το 2025, σε σύγκριση με 10,4% τα τρία προηγούμενα χρόνια».
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα
Τα πράγματα για τα ελληνικά νοικοκυριά δεν δείχνουν για φέτος να είναι τόσο επώδυνα σε σύγκριση με τα νοικοκυριά της Ευρωζώνης και της Αμερικής (ΗΠΑ, Καναδάς). Για να φανεί αυτό, παρατίθενται και τα στοιχεία των πινάκων που ακολουθούν. Με βάση λοιπόν τα υπάρχοντα δεδομένα:
Πρώτον, περίπου το 70% των συνολικών περιουσιακών στοιχείων των Ελλήνων είναι τοποθετημένο σε ακίνητα, οι τιμές των οποίων συνεχίζουν και φέτος να παρουσιάζουν ανοδική τάση, σύμφωνα με τους δείκτες της Τραπέζης της Ελλάδος.
Δεύτερον, σύμφωνα με εκτιμήσεις γύρω στο 20% του συνολικού πλούτου των νοικοκυριών είναι τοποθετημένο σε τραπεζικές καταθέσεις. Το ύψος των καταθέσεων των νοικοκυριών κατά το πρώτο φετινό οκτάμηνο παρουσίασε αύξηση που προσέγγισε τα τρία δισ. ευρώ, κόντρα στις επιπτώσεις του πληθωρισμού και του ιδιαίτερα ανεβασμένου ενεργειακού κόστους.
Άρα λοιπόν, το 90% του πλούτου αναμένεται φέτος να παρουσιάσει φέτος άνοδο σε ονομαστικές τιμές και το ζητούμενο είναι πλέον το πόσο θα υποχωρήσει σε αποπληθωρισμένες αξίες.
Τρίτον, το ποσοστό των τοποθετήσεων που έχουν υποχωρήσει και σε ονομαστική αξία (μετοχές, ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια, κ.λπ.) είναι πολύ μικρότερο σε σύγκριση με το μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης και των ΗΠΑ (βλέπε στους πίνακες ποσοστό καθαρών χρηματοοικονομικών προϊόντων προς ΑΕΠ, παρά το γεγονός ότι στα καθαρά χρηματοοικονομικά προϊόντα συμπεριλαμβάνονται και οι καταθέσεις).
Και τέταρτον, επειδή κατά μέσο όρο τα ελληνικά νοικοκυριά είναι λιγότερο δανεισμένα σε σχέση με το εξωτερικό (βλέπε δανεισμός νοικοκυριών ως ποσοστό επί του ΑΕΠ), η παρατηρούμενη αύξηση των επιτοκίων δεν θα τα επηρεάσει σε τόσο μεγάλο βαθμό.
Συμπερασματικά λοιπόν, σε ότι αφορά τον πλούτο, τα ελληνικά νοικοκυριά θα υποστούν μεν απώλειες σε αποπληθωρισμένα μεγέθη, αλλά όχι τόσο μεγάλες σε σύγκριση με πολλές άλλες χώρες. Πέραν αυτών ωστόσο, θα πρέπει να τονιστεί ότι κλίμα προβληματισμού επικρατεί τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό για το πώς θα επηρεαστεί ο πλούτος και κατά τα επόμενα χρόνια, καθώς ο πληθωρισμός προβλέπεται ότι θα επιμείνει, έστω και σε χαμηλότερα επίπεδα από τα τρέχοντα.
Ελλάδα: Δείκτης τιμών διαμερισμάτων |
Έτος | Τιμή |
2007 | 100 |
2017 | 59 |
2018 | 60,1 |
2019 | 64,4 |
2020 | 67,3 |
2021 | 72,3 |
Q2 2022 | 78,5 |
Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος |
Καταθέσεις ελληνικών νοικοκυριών |
Δεκέμβριος 2019 | 116,7 |
Δεκέμβριος 2020 | 126,28 |
Δεκέμβριος 2021 | 135,05 |
Ιανουάριος 2022 | 134,72 |
Φεβρουάριος 2022 | 134,66 |
Μάρτιος 2022 | 134,87 |
Απρίλιος 2022 | 136,1 |
Μάιος 2022 | 135,7 |
Ιούνιος 2022 | 136,6 |
Ιούλιος 2022 | 137,4 |
Αύγουστος 2022 | 137,98 |
Αύξηση τελευταίου μήνα | 0,58 |
Αύξηση 2022 | 2,93 |
Αύξηση από 31/12/2019 | 21,28 |
Τα ποσά σε δισεκατομμύρια |
Νοικοκυριά: Καθαρά χρημ/κά περιουσιακά στοιχεία και ΑΕΠ κατά κεφαλή |
Χώρα | Καθαρά χρημ/κά | ΑΕΠ κατά |
| στοιχεία / κεφαλή | κεφαλή |
ΗΠΑ | 259780 | 60010 |
Δανία | 183610 | 57140 |
Αυστραλία | 99400 | 53580 |
Ισραήλ | 106220 | 49380 |
Σουηδία | 146510 | 49930 |
Ολλανδία | 125510 | 49180 |
Καναδάς | 125290 | 45540 |
Αυστρία | 67930 | 45210 |
Βέλγιο | 103650 | 43660 |
Γερμανία | 69290 | 42810 |
Ην. Βασίλειο | 102830 | 41020 |
Γαλλία | 72320 | 38460 |
Ιταλία | 71820 | 29970 |
Ισπανία | 40480 | 25380 |
Πορτογαλία | 28860 | 20530 |
Ελλάδα | 17900 | 17500 |
Ρουμανία | 6590 | 12330 |
Βουλγαρία | 11410 | 9860 |
Σερβία | 1440 | 7310 |
Τα ποσά σε ευρώ | | |
Χρηματοοικονομικά στοιχεία νοικοκυριών (2021) | |
Χώρα | Μικτή περιουσία | Υποχρεώσεις | Καθαρή περιουσία |
| / ΑΕΠ | / ΑΕΠ | / ΑΕΠ |
ΗΠΑ | 512,8% | 79,9% | 432,9% |
Δανία | 431,1% | 109,7% | 321,4% |
Καναδάς | 385% | 109,9% | 275,1% |
Βέλγιο | 302,6% | 65,2% | 237,4% |
Ολλανδία | 360,7% | 105,5% | 255,2% |
Ην. Βασίλειο | 341,6% | 90,9% | 250,7% |
Ιταλία | 296% | 56,4% | 239,6% |
Γαλλία | 265,9% | 77,8% | 188,1% |
Γερμανία | 219,6% | 57,7% | 161,9% |
Ισπανία | 222,7% | 63,1% | 159,6% |
Πορτογαλία | 223,5% | 83% | 140,5% |
Ελλάδα | 163,3% | 61,1% | 102,2% |
Πηγή: Αllianz Research | | |