1. Το πλαίσιο καταχώρησης κάθε αλλαγής ή τροποποίησης του ωραρίου, καθώς και της νόμιμης υπερωρίας των οδηγών
Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 78 του Ν.4808/19-6-2021 «β. Ο εργοδότης που απασχολεί οδηγούς φορτηγών αυτοκινήτων και τουριστικών λεωφορείων τα οποία είναι κατασκευασμένα ή διαμορφωμένα με μόνιμο τρόπο και κατάλληλα για τη μεταφορά άνω των εννέα ατόμων, που διέπονται από τους Κανονισμούς (Ε.Κ.) 561/2006 και (Ε.Κ.) 165/2014, καθώς και υπεραστικά και αστικά Κ.Τ.Ε.Λ. που απασχολούν οδηγούς λεωφορείων και έχουν κανονισμό εργασίας, υποχρεούνται να καταχωρούν κάθε αλλαγή ή τροποποίηση του ωραρίου ή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας των εργαζομένων, καθώς και τη νόμιμη κατά τη νομοθεσία υπερωριακή απασχόληση, στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ 15 ημέρες μετά το τέλος κάθε εβδομαδιαίας περιόδου εργασίας».
Η ισχύς της ανωτέρω διάταξης (του άρθρου 78), κατά τα οριζόμενα στην υπουργική απόφαση 90972 /ΦΕΚ Β΄ 5393/19-11-2021, άρχεται (ξεκινά) από 29 Νοεμβρίου 2021. Κατά συνέπεια, οι εργοδότες που απασχολούν οδηγούς φορτηγών μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων και οδηγούς μεταφοράς επιβατών με οχήματα άνω των 9 θέσεων (λεωφορεία), από 29 Νοεμβρίου 2021, υποχρεούνται να καταχωρούν κάθε αλλαγή ή τροποποίηση του ωραρίου ή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας των εργαζομένων, καθώς και τη νόμιμη κατά τη νομοθεσία υπερωριακή απασχόληση, στο πληροφοριακό σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ» 15 ημέρες μετά το τέλος κάθε εβδομαδιαίας περιόδου εργασίας. Επίσης παύει να υφίσταται από την 29η Νοεμβρίου 2021, η υποχρέωση καταχώρησης στο έντυπο Ε8 του Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ της υπερεργασίας που πραγματοποιούν οι εργαζόμενοι.
2. Διάλειμμα εργασίας οδηγών
Ως διάλειμμα νοείται η περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας ο οδηγός αναπαύεται και δεν επιτρέπεται να οδηγεί ή να εκτελεί κάποια άλλη εργασία. Σύμφωνα με το `Αρθρο 7 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 «Μετά από περίοδο οδήγησης τεσσερισήμισι ωρών, ο οδηγός κάνει διάλειμμα 45 τουλάχιστον λεπτών χωρίς διακοπή, εκτός εάν λάβει περίοδο ανάπαυσης. Το διάλειμμα αυτό μπορεί να αντικαθίσταται από διάλειμμα τουλάχιστον 15 λεπτών, που ακολουθείται από διάλειμμα τουλάχιστον 30 λεπτών, τα οποία κατανέμονται μέσα στην περίοδο οδήγησης κατά τρόπον ώστε να γίνονται σεβαστές οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου».
O χρόνος του διαλείμματος παρατείνει τον ημερήσιο χρόνο εργασίας εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό με σχετικό όρο στην ατομική σύμβαση εργασίας ή με επιχειρησιακή συνήθεια.
Με βάση τα ανωτέρω εκτεθέντα μπορεί να καταρτισθεί ένα ημερήσιο πρόγραμμα ωρών εργασίας επί πενθήμερης εργασίας όπου το διάλειμμα θα παρατείνει τον ημερήσιο χρόνο είναι ως εξής:
Εργαζόμενος | Ωράριο | Διάλειμμα | Ώρες ημερήσιας εργασίας |
Α | 06:00 - 14:45 | 10:30 - 11:15 | 8 |
Β | 15:00 - 23:45 | 19:30 - 20:15 | 8 |
(Σχετικά με τις ώρες οδήγησης και ανάπαυσης οδηγών Βλέπε Έγγραφο Υπουργείου Εργασίας 11410/283/29-32016 και Έγγραφο Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων Φ450/10735/1241/23-3-2012).
Διευκρινίζεται ότι ο Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2006 για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών εφαρμόζεται: (α) στις οδικές μεταφορές εμπορευμάτων που πραγματοποιούνται με φορτηγά οχήματα ιδιωτικής ή δημόσιας χρήσης μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων, περιλαμβανομένου τυχόν ρυμουλκούμενου ή επικαθήμενου και (β) στις μεταφορές επιβατών με οχήματα άνω των 9 θέσεων (λεωφορεία). Ο Κανονισμός αυτός έχει άμεση ισχύ χωρίς να απαιτείται ενσωμάτωσή του στο εθνικό μας δίκαιο και υπερισχύει κάθε αντίθετης διάταξης νόμου, διατάγματος, απόφασης κ.λπ. για το ίδιο θέμα. Ο Κανονισμός εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τη χώρα ταξινόμησης του οχήματος, όταν η μεταφορά πραγματοποιείται αποκλειστικά εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή μεταξύ της Ε.Ε., της Ελβετίας και των χωρών του Ενιαίου Οικονομικού Χώρου (Ισλανδία, Νορβηγία, Λιχτενστάιν).
3. Περίοδοι απλής και γνήσιας ετοιμότητας προς εργασία
Στην περίπτωση παροχής εξαρτημένης εργασίας υπό τη μορφή της απλής ετοιμότητας προς εργασία, στην οποία ο εργαζόμενος συμφωνεί να περιορίσει την προσωπική του ελευθερία, αναλαμβάνοντας μόνο την υποχρέωση να παραμείνει σε ορισμένο τόπο για ορισμένο χρόνο, χωρίς να έχει σε εγρήγορση τις σωματικές ή πνευματικές του δυνάμεις, τις οποίες υποχρεούται να κινητοποιήσει μόνο αν υπάρξει ανάγκη, δεν εφαρμόζονται, εκτός αν έχει συμφωνηθεί ειδικά το αντίθετο, οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας για τα ελάχιστα όρια αμοιβής και τις προσαυξήσεις για παροχή νυκτερινής ή υπερωριακής εργασίας ή εργασίας κατά τις Κυριακές και αργίες. Για το λόγο αυτό, στην πιο πάνω περίπτωση οφείλεται μόνο ο μισθός που συμφωνήθηκε και, αν δεν έχει συμφωνηθεί, ο ειθισμένος μισθός, σύμφωνα με το άρθρο 653 του Αστικού Κώδικα (`Αρειος Πάγος 766/2012).
Αξίζει να επισημανθεί ότι στο άρθρο 3, του Π.Δ. 167/2006 (ΦΕΚ A΄ 179/22-8-2006) «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της υπ΄ αριθμ. 2002/15/ΕΚ Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου "για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών" (L80/23-3-2002)», ορίζεται ότι: «Δεν περιλαμβάνονται στον χρόνο εργασίας τα, κατ΄ άρθρο 5 διαλείμματα, ο κατ΄ άρθρο 6 χρόνος ανάπαυσης καθώς και οι κατά το στοιχείο β΄ του παρόντος άρθρου περίοδοι υποχρέωσης διαθεσιμότητας, με την επιφύλαξη των διατάξεων της ισχύουσας νομοθεσίας που προβλέπουν αντιστάθμιση ή περιορισμό των περιόδων αυτών. Ειδικότερα στο ίδιο άρθρο ως «περίοδοι υποχρέωσης διαθεσιμότητας»:
• νοούνται οι περίοδοι πέραν των διαλειμμάτων και του χρόνου ανάπαυσης, κατά τις οποίες ο μετακινούμενος εργαζόμενος δεν οφείλει μεν να παραμένει στον τόπο εργασίας του, πρέπει όμως να είναι διαθέσιμος για να ανταποκρίνεται σε ενδεχόμενες κλήσεις για ανάληψη ή συνέχιση της οδήγησης ή για εκτέλεση άλλων εργασιών. Πιο συγκεκριμένα ως περίοδοι υποχρέωσης διαθεσιμότητας νοούνται οι περίοδοι κατά τις οποίες ο μετακινούμενος εργαζόμενος συνοδεύει όχημα μεταφερόμενο με οχηματαγωγό ή με τρένο, καθώς και οι περίοδοι αναμονής στα σύνορα και αυτές που οφείλονται σε απαγορεύσεις της κυκλοφορίας. Οι περίοδοι αυτές και η προβλεπόμενη διάρκειά τους πρέπει να γνωστοποιούνται εκ των προτέρων στον μετακινούμενο εργαζόμενο, είτε πριν από την αναχώρηση ή ακριβώς πριν από την πραγματική έναρξη της εν λόγω περιόδου, είτε σύμφωνα με τους γενικούς όρους που έχουν συμφωνηθεί με τους κοινωνικούς εταίρους ή και σύμφωνα με τους όρους οι οποίοι ορίζονται στη κείμενη εθνική νομοθεσία, όπως εν προκειμένω το άρθρο 78 του Ν.4808/2021 που ορίζει εν προκειμένω ως προθεσμία καταχώρησης κάθε αλλαγής ή τροποποίησης του ωραρίου καθώς και τη νόμιμη κατά τη νομοθεσία υπερωριακή απασχόληση, στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ, 15 ημέρες μετά το τέλος κάθε εβδομαδιαίας περιόδου εργασίας.
• για τους μετακινούμενους εργαζομένους οι οποίοι οδηγούν εκ περιτροπής, νοείται ο χρόνος κατά τον οποίο ο εργαζόμενος ευρίσκεται στη θέση του συνοδηγού ή σε κουκέτα, ενώ το όχημα ευρίσκεται εν κινήσει.»
Σύμφωνα με τη δικαστηριακή νομολογία, οδηγός φορτηγού αυτοκινήτου ψυγείου μεταφοράς προϊόντων, διενεργών διεθνείς μεταφορές, κατά την παραμονή του στο πλοίο κατά τη διάρκεια των θαλασσινών ταξιδιών, βρισκόταν σε απλή ετοιμότητα εργασίας, αφού κατά το χρόνο αυτό δεν διατηρούσε σε εγρήγορση τις σωματικές ή τις πνευματικές του δυνάμεις και, επομένως, ο χρόνος αυτός δεν λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό και την εξεύρεση τυχόν υπερωριακής κ.λπ. απασχόλησής του για το ότι η κατάσταση αναμονής στο πλοίο του οδηγού αυτοκινήτου, που μεταφέρεται με αυτό, αποτελεί απλή ετοιμότητα εργασίας (Εφετείο Ιωαννίνων 103/2008).
Αντίθετα με την απλή ετοιμότητα, στη γνήσια ετοιμότητα για εργασία, έχουν εφαρμογή όλες οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Στη γνήσια ετοιμότητα ο μισθωτός οφείλει να βρίσκεται σε ορισμένο τόπο (της επιχείρησης ή και εκτός αυτής από όπου καλούμενος να έχει τη δυνατότητα να προσέλθει στον τόπο εργασίας) και χρόνο, διατηρώντας τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις σε ένταση για να προσφέρει τις υπηρεσίες του μόλις παραστεί ανάγκη, οπότε σε αυτήν τη μορφή ετοιμότητας θεωρείται ότι υπάρχει πλήρης απασχόληση, ανεξάρτητα αν θα παρουσιασθούν περιστατικά για την παροχή εργασίας και έτσι η ετοιμότητα εξομοιώνεται ολότελα με την κανονική εργασία, γιατί, εκτός από τη δέσμευση της ελευθερίας, υπάρχει και εγρήγορση των δυνάμεων του μισθωτού.
Ο χρόνος φόρτωσης και εκφόρτωσης για τον οδηγό συνιστά γνήσια ετοιμότητα για εργασία. Πιο συγκεκριμένα στο χρόνο της πραγματικής απασχόλησης του οδηγού πρέπει να υπολογιστεί και ο χρόνος που κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής απαιτούνταν για την εκφόρτωση και φόρτωση του αυτοκινήτου, ο οποίος συνιστά χρόνο αμειβόμενης εργασίας, και όχι απλής ετοιμότητας προς εργασία, διότι και κατά το χρόνο αυτό ο οδηγός όφειλε υποχρεωτικά να βρίσκεται στο χώρο εργασίας διατηρώντας τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις σε ένταση για να προσφέρει τις υπηρεσίες του μόλις παραστεί ανάγκη, διότι φόρτωση και εκφόρτωση χωρίς τη συμμετοχήτου οδηγού για την κατάλληλη μετακίνηση του οχήματος δεν νοείται. (`Αρειος Πάγος 11/1996). Επίσης ως γνήσια ετοιμότητα λογίζεται η απασχόληση οδηγού βυτιοφόρου κατά το χρόνο φόρτωσης με υγρά καύσιμα (`Αρειος Πάγος 526/2013).
Σε περίπτωση αμφισβήτησης, όσον αφορά το εάν υφίσταται ή όχι απλή ετοιμότητα προς εργασία, αρμόδια να κρίνουν είναι τα δικαστήρια.
Σε κάθε περίπτωση πάντως στην ατομική σύμβαση εργασίας πρέπει να προβλεφθεί ένα ποσό αμοιβής, που θα καθορίζεται ως προϊόν συμφωνίας των συμβαλλομένων μερών και το οποίο δεν θα υπόκειται στις δεσμεύσεις περί κατωτάτων ορίων αποδοχών (μπορεί δηλαδή να συμφωνηθεί ένα συμβολικό ποσό), για την περίοδο απλής ετοιμότητας εργασίας, αφού κατά το χρόνο αυτό (που λογίζεται όμως ως χρόνος απλής ετοιμότητας) δεν διατηρεί ο συγκεκριμένος εργαζόμενος σε εγρήγορση τις σωματικές ή τις πνευματικές του δυνάμεις και, επομένως, ο χρόνος αυτός δεν λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό και την εξεύρεση τυχόν υπερωριακής κ.λπ. απασχόλησής. Με δεδομένο ότι με τις νέες ρυθμίσεις που ισχύουν από 29/11/2021, οι εργοδότες που απασχολούν οδηγούς φορτηγών αυτοκινήτων και τουριστικών λεωφορείων που διέπονται από τους Κανονισμούς (Ε.Κ.) 561/2006 και (Ε.Κ.) 165/2014 κ.λπ., υποχρεούνται να καταχωρούν κάθε αλλαγή ή τροποποίηση του ωραρίου ή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας των εργαζομένων, καθώς και τη νόμιμη κατά τη νομοθεσία υπερωριακή απασχόληση, στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ 15 ημέρες μετά το τέλος κάθε εβδομαδιαίας περιόδου εργασίας (και όχι έως και την ημέρα αλλαγής ή τροποποίησης του ωραρίου ή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας όπως προεβλέπετο με τις προϊσχύουσες διατάξεις), είναι δυνατόν μέσα στην οριζόμενη αυτή την προθεσμία, με σχετική ευελιξία να ορίζουν περιόδους απλής ετοιμότητας προς εργασία, καθώς και χρόνο διαλείμματος, που θα συμπίπτει χρονικά με περιόδους που θα εμφαίνεται ότι το όχημα είναι ακινητοποιημένο με βάση τα στοιχεία του ταχογράφου). Σχετικός όρος παρατίθεται στην παράγραφο 9ε του υποδείγματος σύμβασης εργασίας για οδηγούς που ακολουθεί.
Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το ομότιτλο άρθρο του κ. Πέτρου Ραπανάκη που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Ιανουαρίου 2022 του περιοδικού Epsilon7. Το πλήρες άρθρο περιλαμβάνει Υπόδειγμα ατομικής σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου για οδηγούς.