Ξημέρωσε ο Θεός τη μέρα του, αλλά για τον Θεοδόση η μέρα άρχιζε πολύ νωρίτερα. Ο Θεοδόσης είναι πωλητής αυγών σε λαϊκές αγορές, συνεπώς, μέχρι τις 7 η ώρα, θα έπρεπε να παραλάβει το προϊόν, να πάει στην λαϊκή της κάθε γειτονιάς, να στήσει τον πάγκο και να είναι έτοιμος να δεχθεί τους πελάτες του. Αν λοιπόν ο Θεοδόσης στις 7 η ώρα δεν είχε και έναν καφέ να ρουφάει, τον πρώτο της ημέρας, μάλλον θα έπεφτε από τη νύστα πάνω στα αυγά, οπότε η όλη επιχειρηματική δραστηριότητα θα γινόταν ομελέτα.
Κάτι είχε ακουστεί ενόψει του lockdown ότι δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν τα take away και τα drive through, αλλά μόνο το delivery. Ο Θεοδόσης αυγά πουλούσε, δεν δούλευε και μεταφραστής στο Υπουργείο Εξωτερικών, συνεπώς, όπως κάθε ημέρα της εβδομάδας στη συγκεκριμένη λαϊκή, τηλεφώνησε στο Μήτσο τον καφετζή για ένα περιποιημένο φρέντο καπουτσίνο και μάλιστα στα γρήγορα επειδή κουτουλούσε από τη νύστα. Η απάντηση του Μήτσου τον πάγωσε. Delivery τέλος επειδή ο «ντελιβεράς» κόστιζε τόσα όσα δεν βγαίναν από τους καφέδες, τίποτε άλλο εκτός από καφέ δεν παρήγγελλε κανένας, συνεπώς, αν ο Θεοδόσης ήθελε τον έξτρα καπουτσίνο φρέντο, θα έπρεπε να τσακιστεί να πάει κανένα χιλιόμετρο μακριά όπου βρισκόταν ο «οίκος του καφέ» του Μήτσου.
Ο Θεοδόσης, μετά από μια γρήγορη σύσκεψη με τη Δήμητρα από το διπλανό πάγκο με είδη μαναβικής, αποφάσισε να πάει σε παρακείμενο της λαϊκής καφεπωλείο, όπου ακουγόταν ότι ο καφές του ήταν εξαιρετικός. Εξάλλου είχαν και τα ίδια γούστα στον καφέ με τη Δήμητρα. Έτσι η Δήμητρα ανέλαβε διπλό πόστο και στους δύο πάγκους, δεδομένου ότι η αγορά αυγών ξεκινούσε αργότερα, επειδή οι πελάτες αγόραζαν το εύθραυστο προϊόν τελευταίο μιας και κυοφορούσε ατυχήματα κατά το ποδοπάτημα της λαϊκής, με συνέπεια να μην χαθούν μόνο τα αυγά, αλλά να λερωθούν και τα ρούχα του πελάτη και κυρίως πελάτισσας, κάτι που σήμαινε πως έως να ξαναβρεθεί κάτω από ντουζ θα είχε την θεϊκή μυρωδιά του κουναβιού (κάτι μεταξύ θειαφιού και περιττωμάτων αδέσποτου), καθόλου κολακευτικό για μια μικρή Θεά.
Ο Θεοδόσης έφτασε σε δύο λεπτά στο καφεπωλείο γνωστής αλυσίδας και είδε στο απέναντι πεζοδρόμιο καμμιά δεκαριά μαζεμένους, οι περισσότεροι συνάδελφοι από τη λαϊκή. Ρώτησε τι συμβαίνει και του είπαν πως πας στο τζάμι το οποίο παραμένει κλειστό και λες στη κοπέλα – Barista τι θέλεις. Έρχεσαι απέναντι και κάποια στιγμή, αλλοδαπός ντελιβεράς σου φέρνει την παραγγελία ανακοινώνοντάς σου την τιμή «ντίο γιούρα», πληρώνεις, παίρνεις τον καφέ και καλή απόλαυση.
Η κοπέλα δεν άνοιξε καθόλου το τζάμι, αλλά ήταν γάτα στη νοηματική. Με περιστροφή του χεριού ρώτησε το Θεοδόση τι θέλει. Ο Θεοδόσης έδειξε με τα δάχτυλα δύο και με τα χείλη είπε φρέντο καπουτσίνο. Η κοπέλα το κατάλαβε αμέσως επειδή κάθε μέρα καμιά πενηνταριά πελάτες παραγγέλναν φρέντο καπουτσίνο. Του έδειξε τη ζάχαρη και ο Θεοδόσης έγνεψε θετικά κάνοντας και πάλι με τα δάχτυλα δύο, εννοώντας κουταλάκια. Το πρόβλημα ήταν ότι ήθελε μαύρη ζάχαρη, οπότε έδειξε την μαύρη μπλούζα του στην κοπέλα και εκεί υπήρξε μία μικρή ασυνεννοησία. Η κοπέλα δεν καταλάβαινε τη σχέση έχει η κάπως λερωμένη μπλούζα του Θεοδόση με τους καφέδες και ο Θεοδόσης δεν ήξερε πως να την πει ότι θέλει μαύρη ζάχαρη. Είχε άλλα πέντε δευτερόλεπτα στο ιδιότυπο «ρουκ – ζουκ», αλλά το αλάνι, κατάφερε να βρει τον τρόπο μέσω της νοηματικής ώστε οι καφέδες να έχουν μαύρη ζάχαρη. Ένα ακόμα μπέρδεμα πήγε να γίνει στην ερώτηση αν ο Θεοδόσης ήθελε τους καφέδες του χτυπητούς στο μηχάνημα ή με το χέρι σε σέϊκερ. Το μηχάνημα το έδειξε, για το σέϊκερ έκανε μερικές παλινδρομικές κινήσεις με το χέρι της οι οποίες σε κάθε άλλη περίπτωση θα συμβόλιζαν το γνωστό τίτλο τιμής των μισών Ελλήνων ανδρών, στη συγκεκριμένη όμως περίπτωση αφορούσαν απλώς διαδικασία παρασκευής ροφήματος. Ο Θεοδόσης αντί να γνέψει στη κατάλληλη στιγμή επανέλαβε προς την κοπέλα την ίδια παλίνδρομη κίνηση, με συνέπεια να στολιστεί με μη κολακευτικά επίθετα από τους συναδέλφους σε αναμονή του απέναντι πεζοδρομίου.
Ο Θεοδόσης κατηφόρισε προς τους πάγκους, η Δήμητρα έτρεχε από τον ένα πάγκο στον άλλο επειδή εμφανίστηκαν οι πρώτες πελάτισσες του αυγουλά Θεοδόση, αυτός επιτάχυνε και τελικά, όλα όμορφα και ωραία μετά την πρωινή περιπέτεια του καφέ.
Καθώς πλησίαζε τον πάγκο, έκατσε κάποια δευτερόλεπτα και τον χάζεψε. Για «ποδιά» στον πάγκο είχε βάλει ένα μεγάλο πανό με τη φράση «αυγά με δόσεις ο Θεοδόσης», θεωρώντας πως έτσι και το προϊόν διαφημίζεται, αλλά και συναίνεση σε ενδεχόμενη απαίτηση της πελάτισσας για έκπτωση επί της τιμής, ειδικά προς το τέλος της λαϊκής υφίσταται. Ποτέ του δεν θα μάθει αν η μαρκετίστικη προσέγγισή του λειτουργούσε, ή απλώς τα ενδόμυχα σχόλια της πελάτισσας εξαντλούταν στο «τι γράφει ο ανόητος, ότι του κατέβει». Αυτόν πάντως τον άρεσε η ιδέα του και χαιρόταν με το έμμετρο.
Η πελάτισσα πλησίασε τον πάγκο ως άλλο εξωγήινο ον. Πέραν του σκούφου χωρίς λόγο, επειδή ο καιρός καλά πάει ακόμα, φορούσε τεράστια μαύρα γυαλιά (Μπαμ κάνανε ότι τα είχε αγοράσει και αυτά από τη λαϊκή, από μη αδειδοτημένο μελαμψό αλλοδαπό έμπορο). Τα γυαλιά είχαν ένα ευμέγεθες λογότυπο «Prada», αλλά η κυρία σε λίγο θα ήταν η χαρά του οφθαλμίατρου, επειδή το οργανικό κρύσταλλο των οπτικών, ήταν βαμμένο τζάμι από ανακύκλωση. Πέραν αυτών, φορούσε και δύο μάσκες, μία χειρουργική ή έτσι όπως της την πούλησε ο Κινέζος παρακείμενος και αυτός της λαϊκής και καπάκι από πάνω και μια πάνινη με το σηματάκι ποδοσφαιρικής ομάδας.
Η πελάτισσα κάτι ζήτησε αλλά μέσα από όλη αυτή την κάλυψη ο Θεοδόσης δεν κατάλαβε τίποτα. Ένα ήταν σίγουρο ότι αυγά θα ζητούσε, επειδή μόνο αυγά πουλούσε. Την ρώτησε ο Θεοδόσης ο οποίος φορούσε μία κομψή μαύρη υφασμάτινη μάσκα με το σηματάκι επίσης γνωστής ποδοσφαιρικής ομάδας τι ήθελε και εκείνη μάλλον του είπε ότι δεν καταλάβαινε. Η ασυνεννοησία τραβούσε για κάποια λεπτά, οπότε ο Θεοδόσης, μπας και βρούνε άκρη πόσα αυγά ήθελε η μαντάμ και τι μεγέθους, κατέβασε λίγο τη μάσκα του. Δύο κάπως χοντροκομμένα ρουθουνάκια από μια κάπως γαμψή μύτη πετάχτηκαν από τη μάσκα, με κάποια μαύρα στίγματα επί της επιδερμίδας και θύσανο τριχών μέσα από τα ρουθούνια, λόγω αμελούς τριμαρίσματος από τον Θεοδόση. Με μία λέξη για να μην σας κουράζουμε, αηδία. Η μαντάμ άρχισε να κάνει σαν υστερική, φώναζε τον Θεοδόση ότι δεν βγάζουμε έξω αυτά που πρέπει να έχουμε καλυμμένα, δεν χρωστάει τίποτε αυτή να κολλήσει τον ιό επειδή ο Θεοδόσης ήταν ανεύθυνος και ότι η μύτη του ήταν αηδία. Ο Θεοδόσης αγρίεψε, εντάξει μαντάμ δεν έχουμε και τη μύτη του Τζωρτζ Κλούνει, αλλά όχι και αηδία. Βγάλε και τη δική σου έξω να δούμε τι μπουγατσομάχαιρο κρύβεις και φοράς δυο μάσκες. Πακέτο δώρο να ήσουν, λιγότερο περιτύλιγμα θα είχες. Λες και είμαι επιδειξίας κάνεις αναφώνησε ο Θεοδόσης. Τότε ήταν που παρεκτράπη εντελώς η κατάσταση, δεδομένου ότι η κυρία ανταπάντησε πως αν ήθελε μπάμιες θα πήγαινε στο διπλανό πάγκο. Ευτυχώς τη φυγάδευσε γρήγορα η Δήμητρα του διπλανού πάγκου. Άκου μπάμιας ο Θεοδόσης! Γενικά ειπώθηκαν πολλά που δεν θα έπρεπε και η συναλλαγή, όπως κατανοείτε, ακυρώθηκε.
Η κατάσταση πολιορκίας πανδημίας που διανύουμε ή όπως καθιερώθηκε lockdown (λοκντάνι στα Ελληνικά), έχει φέρει μεγάλες και μικρές ανατροπές στην καθημερινότητα και μάλιστα χωρίς την προοπτική να επανέλθουμε στη βαρετή πρώην του Μαρτίου καθημερινότητά μας, που τόσο μας έλειψε. Η κατάσταση χρήζει βαθιάς ανάλυσης σε κάθε μικρή ή μεγάλη Κυβερνητική απόφαση. Απαγορεύθηκε έξαφνα στη Θεσσαλονίκη και στις Σέρρες το take away και το drive through. Για το δεύτερο δεν το συζητάμε δεδομένου ότι τα συγκεκριμένα καταστήματα χρήζουν ιδιαίτερης υποδομής και είναι κατασκευασμένα για τον συγκεκριμένο τρόπο πώλησης. Εκτός αν ως drive through θεωρούμε τον πιτσιρικά Σερραίο πάνω σε πατίνι που σταματά μπροστά στο παράθυρο του μπουγατσατζίδικου και φωνάζει «μπάρμπα μια διπλή με τυρί και γρήγορα γιατί βιάζομαι». Ερώτηση, γιατί όλοι οι πιτσιρικάδες βιάζονται, μήπως υφίσταται ευμεγέθης παιδική εργασία και δεν το πήραμε χαμπάρι;
Ο φραπές και τα περί αυτόν εκ Δυσμάς προερχόμενα σκευάσματα και κυρίως από τη φίλη και γείτονα Ιταλία (καπουτσίνο, φρέντο καπουτσίνο, λούγκο και δεν συμμαζεύεται), παρασκευάζονται παρουσία του πελάτη και καταναλώνονται πάραυτα. Δεδομένης της σχετικά χαμηλής τιμής του προϊόντος, για να κινηθεί ντελιβεράς θα πρέπει να υπάρξουν αρκετές παραγγελίες, οπότε το περιθώριο μεταξύ παραγγελίας και ώρας κατανάλωσης είναι δυσανάλογο. Επί διαμαρτυρίας για την καθυστέρηση εισπράττεις την δίκαια απάντηση «σιγά μην έκανα με το μηχανάκι δυο χιλιόμετρα για 1,80 € μη δεν πιεις φραπέ». Πέραν τούτου, δεν υφίσταται κατά την παραγγελία και διανομή η μέθοδος F.I.F.O. (First In First Out), αλλά ο ντελιβεράς ξεκινάει από τον πιο κοντινό. Τραγικά λάθη στην εφοδιαστική αλυσίδα που καταστρέφουν ουσιαστικά το προϊόν, επειδή ο φραπές δεν έχει μετά από ώρα ίχνος αφρού, το γάλα θα έχει κόψει και τα παγάκια θα έχουν γίνει πλέον θολή γρανίτα. Αυτό φυσικά επιδρά και στη γεύση η οποία μπορεί να περιγραφεί ως «δροσερή αναγούλα». Το ίδιο συμβαίνει και με τους λοιπούς Ιταλικούς καφέδες, ειδικά με το ζεστό καπουτσίνο. Όλη η ιστορία είναι στο αφρόγαλα. Χωρίς αυτό ο καπουτσίνο (ς) δεν είναι καπουτσίνο αλλά Ιταλική αηδία. Για του λόγου το αληθές, γνωστό ζευγάρι έφτασε στον χωρισμό, επειδή η κοπέλα θεωρούσε «ναζιάρικο», μόλις ο τύπος μετά από ένα τέταρτο έκανε το καπουτσίνο όπως το ήθελε και καθόταν να δει ποδόσφαιρο, να του αρπάζει το αφρόγαλα με το δάχτυλο και να το γλύφει μετά. Αυτά είναι «τσαχπίνικα» όταν αφορούν τον καπουτσίνο του άλλου, όχι τον δικό σου.
Συγκεκριμένα εθνικά προϊόντα καταναλώνονται με το συγκεκριμένο εθνικό τρόπο. Ο πελάτης εισέρχεται εντός του μπουγατσατζίδικου, βλέπει το ταψί με την μπουγάτσα, κοιτάζει αν υπάρχει γωνία και αν ναι επισείει την προσοχή του μπουγατσατζή στο να περιλάβει στη μερίδα και τη συγκεκριμένη επιφάνεια του εδέσματος καθορίζοντας τον οδικό χάρτη που θα πρέπει να ακολουθήσει το μπουγατσομάχαιρο, τον επικρίνει σχετικά με τη ποσότητα ζάχαρης – άχνης αν ο καταστηματάρχης την τσιγκουνεύεται και φυσικά, βάζει μόνος του την απαιτούμενη κανέλλα. Γίνονται όλα αυτά με delivery; Μην τρελαθούμε κιόλας.
Ευτυχώς η Κεντρική Μακεδονία έχει την τύχη να διοικείται ως Περιφέρεια από άξιο τέκνο της εκ Βραχιάς Θεσσαλονίκης ορμώμενο, τον κ. Τζιτζικώστα. Ο Περιφερειάρχης, με οξύ πολιτικό ένστικτο, ανέλαβε να τακτοποιήσει άμεσα το θέμα το οποίο προκαλούσε μέγιστη αρρυθμία τοπικού χαρακτήρα συνεπεία των ιδιαίτερων τοπικών συνηθειών και ο αρμόδιος Υπουργός, ανοικτός όπως πάντα σε προτάσεις, δέχθηκε πλέον να υφίσταται το take away (και το drive through, αλλά δεν ασχολείται κανείς), ως παρεπόμενη ενδιάμεση πράξη, μείζονος σημασίας θεμάτων εν μέσω πανδημίας. Με απλά λόγια, στέλνοντας τον κωδικό 1 στον αριθμό 13033 και SMS αρμοδίως, γνωρίζεις στην πολιτεία ότι έχεις χρεία εξόδου για ιατροφαρμακευτικούς λόγους. Στην προκειμένη περίπτωση, η αγορά πιτόγυρου κατά την επιστροφή στην οικία, θεωρείται νόμιμη και θεμιτή καθόλα πράξη.