Η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης και κατ' επέκταση του εξωδικαστικού συμβιβασμού δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στις τράπεζες, τα οποία οξύνονται από τη σοβαρή μείωση που παρουσιάζουν τα ενέχυρα των τραπεζών για δάνεια που έχουν χορηγηθεί. Ως αντίδοτο, οι τράπεζες εξετάζουν νέες λύσεις για να μην εξελιχθούν σε λαίλαπα τα «κόκκινα» δάνεια.
Τρεις είναι οι λύσεις που έχουν στη διάθεσή τους οι τράπεζες με στόχο τη ρύθμιση των κόκκινων δανείων. Όμως οι καθυστερήσεις στην αξιολόγηση περιορίζουν τη δυνατότητα της ελληνικής οικονομίας να ανακάμψει αλλά και τις δυνατότητες των πιστωτικών ιδρυμάτων για μία θετική αντιμετώπιση του θέματος άμεσα. Οι τιτλοποιήσεις, οι πωλήσεις και η διαχείριση ακινήτων που προκύπτουν από τα ενέχυρα είναι οι τρεις τρόποι που έχουν στη διάθεσή τους οι τράπεζες, για να προχωρήσουν τη διαχείριση των κόκκινων δανείων.
Η υποχώρηση των τιμών των ενεχύρων δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα, που αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας στην ανάγκη για τη λήψη νέων προβλέψεων. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι επιθυμητό ούτε από τις τράπεζες ούτε και από τους μετόχους τους, αφού σημαίνει τη σαφή απομείωση των κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων. Και όλα αυτά, σε μία περίοδο που θα πρέπει τα πάντα να υπολογιστούν κατά τρόπο που τα μεγέθη των πιστωτικών ιδρυμάτων να μη θιγούν έως ότου πραγματοποιηθούν τα κρίσιμα stress tests του 2018.
Stress tests
Εάν τα νέα τεστ αντοχής των τραπεζών καταγράψουν την τρομακτική μείωση της αξίας των ενεχύρων που αφορούν τα κόκκινα δάνειά τους, είναι απολύτως βέβαιο πως σε δεύτερο χρόνο θα ζητηθεί από τις ελληνικές τράπεζες να προβούν σε νέες αυξήσεις κεφαλαίου με ό,τι αυτό σημαίνει στη βάση του καινούριου θεσμικού πλαισίου.
Τα ακίνητα έχουν υποστεί απομειώσεις ακόμη και της τάξης του 60%, ενώ δεν έχουν αλλάξει οι αξίες υπολογισμού τους ακόμη και στις περιπτώσεις που έχουν υποστεί αναδιάρθρωση. Όμως πολύ χειρότερη από αυτήν την άποψη είναι η κατάσταση σε ό,τι αφορά τις μετοχές που αποτελούν ενέχυρο, αφού σε πολλές περιπτώσεις τα συγκεκριμένα καλύμματα έχουν σχεδόν μηδενίσει.
Ας σημειωθεί πως για να οδηγηθούν οι αξίες στην προ κρίσης αποτίμηση θα πρέπει τουλάχιστον να διπλασιαστούν οι τιμές τους, κάτι που δεν θα πρέπει να θεωρείται και ιδιαίτερα πιθανό.
• Οι τιτλοποιήσεις αποτελούν ένα πρόσφορο τρόπο αντιμετώπισης του κρίσιμου θέματος των κόκκινων δανείων διότι έτσι τα npl’s φεύγουν από τον ισολογισμό των τραπεζών και άρα παύουν να λογίζονται ως επείγον πρόβλημα.
Τα δάνεια γίνονται τίτλοι και χωρίζονται σε δύο κομμάτια. Ο ένας τίτλος είναι senior ομόλογο και αποτελεί το καλό κομμάτι που θα αποπληρωθεί στην ολότητά του και το δεύτερο κομμάτι γίνεται ομόλογο junior. Καθώς το πρώτο κομμάτι καταλήγει σε κάποιον αγοραστή, αυτό συνήθως μοχλεύεται. Το κέρδος από τη μόχλευση όπως προβλέπει η σύμβαση μοιράζεται μεταξύ τράπεζας και αγοραστή και η τράπεζα δι’ αυτού του τρόπου θα καλύψει κάποιες από τις ζημιές που έχουν ενσωματωθεί στο junior ομόλογο και έτσι θα μειώσει τις απώλειες από τα ενέχυρα.
• Ο δεύτερος τρόπος που έχει στη διάθεσή της η τράπεζα είναι η πώληση των κόκκινων δανείων. Ωστόσο, όπως παρατηρούν έγκυροι τραπεζικοί παράγοντες, οι πλατφόρμες που θα εξυπηρετήσουν τα πιστωτικά ιδρύματα προς αυτήν την κατεύθυνση δεν είναι έτοιμες. Μπορεί να δόθηκαν μέχρι στιγμής τρεις άδειες από την Τράπεζα της Ελλάδος, ωστόσο τα interservices για τη διαχείριση των χαρτοφυλακίων που θα πουληθούν δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί και δεν αναμένεται να ολοκληρωθούν τόσο σύντομα. Οι πλατφόρμες λοιπόν ακόμη ετοιμάζονται, στοιχείο το οποίο επίσης δυσκολεύει τις διαδικασίες δυνητικής πώλησης των δανείων.
• Η τρίτη επιλογή είναι οι τράπεζες να προετοιμαστούν προκειμένου να προχωρήσουν στη διαχείριση των ακινήτων, αφού και με αυτόν τον τρόπο θα καλύψουν κομμάτι από τις ζημιές των δανείων.
Τα ακίνητα των προβληματικών δανείων, στις περισσότερες περιπτώσεις είναι συνυφασμένα με τους πλειστηριασμούς, στοιχείο το οποίο δυσκολεύει ακόμη περισσότερο τη συγκεκριμένη εξέλιξη, αφού ακόμη και μέσα από πλατφόρμα οι πλειστηριασμοί αποτελούν μια χρονοβόρο διαδικασία. Ετοιμάζονται οι πλατφόρμες των τραπεζών που από τη μία θα αφορούν τα πλειστηριάσματα και από την άλλη τη διαχείριση των καθαρών ακινήτων και τότε και μόνον τότε θα καταστεί εφικτή η αποτελεσματική διαχείριση του καινούριου τούτου χαρτοφυλακίου που έχουν αποκτήσει ή θα αποκτήσουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως απότοκο της κατάπτωσης των δανείων.
Κίνηση
Ο τρόπος με τον οποίον οι τράπεζες θα διαχειριστούν τα ακίνητα θα παίξει έναν ρόλο σημαντικό για το σύνολο της αγοράς ακινήτων.
Εν τω μεταξύ, σε όλο αυτό το δύσκολο περιβάλλον θα πρέπει να προστεθούν και οι προβληματικές προβλέψεις που διενεργούν οι τραπεζικοί παράγοντες για τον τρόπο με τον οποίον τελικώς θα λειτουργήσει ο εξωδικαστικός συμβιβασμός.
Παρά το γεγονός πως τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν σαφώς επιτύχει τους στόχους τους ως προς τη μείωση των κόκκινων δανείων για το 2016, εν τούτοις φαίνεται να υπάρχει μέχρι στιγμής τουλάχιστον σημαντικότατη απόκλιση σε ό,τι αφορά το 2017.
Ο ρυθμός ανόδου των κόκκινων δανείων αυξάνεται το πρώτο τρίμηνο του 2017 κυρίως λόγω καθυστέρησης της αξιολόγησης. Συγχρόνως μείωση λόγω της ίδιας καθυστέρησης παρουσιάζουν και οι τιμές των ενεχύρων, αφού τόσο το χρηματιστήριο όσο και τα ακίνητα δεν μπορούν να ακολουθήσουν ανοδική πορεία, όσο η κατάσταση παραμένει έωλη.
Από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος πάντως προκύπτει ότι το τελευταίο τρίμηνο του 2016 (σ.σ. πριν δηλαδή ενσκήψει η αβεβαιότητα πάνω από την ελληνική οικονομία), οι τράπεζες κατάφεραν να επιτύχουν τους στόχους που είχαν θέσει τόσο για τη μείωση των NPEs (μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα) όσο και των NPLs (μη εξυπηρετούμενα δάνεια).
NPLs
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία Δεκεμβρίου 2016, τα NPEs αγγίζουν τα 104,8 δισ. ευρώ ή 1 δισ. ευρώ χαμηλότερα από το ποσό - στόχο. Σε παρόμοια πορεία, τα NPLs έφτασαν τα 75,9 δισ. ευρώ ή περίπου 0,5 δισ. ευρώ χαμηλότερα από τον στόχο. Όπως σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδος οι επιδόσεις αναφορικά με τους δύο δείκτες παρακολούθησης (δείκτες NPEs και NPLs) ξεπέρασαν τους στόχους, με το δείκτη NPEs να βρίσκεται στο 50% συγκριτικά με τον στόχο του 50,5% και τον δείκτη NPLs στο 36,2% συγκριτικά με τον στόχο του 36,4%.
Όπως σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδας το τελευταίο τρίμηνο του 2016, οι εισπράξεις από NPEs προς το υπόλοιπο των NPEs ξεπέρασαν τον στόχο που είχε τεθεί (0,8% συγκριτικά με 0,6%). Οι υψηλότερες επιδόσεις σχετίζονται κυρίως με τις αυξημένες εισπράξεις στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο, καθώς και με την πώληση ενός δανείου.
Ως προς τις επιδόσεις για τους υπόλοιπους στόχους, με βάση τα στοιχεία του Δεκεμβρίου του 2016, οι τράπεζες βρίσκονται κατά κύριο λόγο σε αντιστοιχία, καθώς είτε τους πέτυχαν, είτε τους ξεπέρασαν. Αναφορικά με τον στόχο 7 (χαρτοφυλάκιο ΜΜΕ) και το στόχο 8 (κοινές ρυθμίσεις σε μικρομεσαίους και μεγάλες επιχειρήσεις) παρατηρούνται κάποιες αποκλίσεις.